United States or Kazakhstan ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΚΟΒΙΕΛ Το ίδιο παράπονο έχω κ' εγώ. ΚΛΕΟΝΤ Πες μου, Κοβιέλ· μπορεί να γίνη στον κόσμο άλλη πειο άπιστη και πειο αχάριστη από τη Λουκίλη; ΚΟΒΙΕΛ Και μπορεί να γίνη, κύριε, άλλη πειο εξωλεστάτη από τη Νικολέτα; ΚΛΕΟΝΤ Ύστερα από τόσες θυσίες, από τόσους αναστεναγμούς, από τόσους πόθους που είχα γι' αυτήν!

Ο φιλόσοφος εις αυτούς τους ονειδισμούς από την εντροπήν του ευθύς μετέβαλε την αγάπην του εις τόσον μίσος, και από γλυκύς αγαπητικός που εδείχνονταν, έγινεν εχθρός θηριώδης και ανήμερος· εθεώρησε την βασίλισσαν με ένα βλέμμα φοβεριστικόν και άγριον, έπειτα της είπεν· αχάριστη, μη στοχάζεσαι ότι εγώ θα σε αφήσω να μου καταφρονέσης με αυτόν τον τρόπον την αγάπην μου; εσύ θέλεις ενθυμηθή διά πολύν καιρόν με μεγάλην σου θλίψιν την παρακοήν που μου έκαμες· θέλω να σε παιδεύσω εις εκείνο το μέρος, που σου είναι περισσότερον αισθαντικόν, διά να μην έχης πλέον άνεσιν.

να θες να κλείσουνε στο φως τα μάτια του. Ίσαμε τώρα δεν σου ζήτησα, το ξέρεις, καμμιά χάρι. Τώρα το θέλω λεύτερο το παλληκάρι. Σύρε, σου λέω στον γυναικωνίτη πίσω. Μου φούντωσαν τα αίματα. Θα σου μιλήσω άσκημα. Πάψε πια να λες αυτές της κουταμάρες Ούτε του Μαξιμιανού η κόρες τόσες χάρες γνωρίζουν από τον μπαμπά τους, όσες σωριασμένες έχω στα πόδια σου, αχάριστη. ΕΥΝΙΚΗ. Τι ξιπασμένες κουβέντες!

Ω αχάριστη, με τέτοιαν ανταμοιβήν πληρώνεις την αγάπην μου; ποία άραγε να είναι η γνώμη σου; ιδού το στράτευμά μου, που έμεινε χωρίς ζωοτροφίαν· τι έχει να ακολουθήση; μίλησε· και τι θέλει γένει εις εμένα; θέλεις καθώς βλέπω διά να παραδοθώ εις τους εχθρούς μου χωρίς να πολεμήσω; πώς ημπορώ να υποφέρω τούτο χωρίς να σε ελέγξω;

ΚΟΒΙΕΛ Καταλάγιασε το μυαλό μου. ΝΙΚΟΛΕΤΑ Όχι, δεν έχω καμμιά όρεξι. ΚΛΕΟΝΤ Αι! λοιπόν, αφού τόσο λίγο σε μέλει για τη λύπη μου και δε σκέπτεσαι να δικαιολογήσης το πρωινό σου φέρσιμο στον έρωτά μου, είνε η τελευταία φορά που με βλέπεις, αχάριστη: φεύγω μακριά από σένα, να πεθάνω από λύπη κι' από έρωτα. Κλεόντ! ΛΟΥΚΙΛΗ Πού πηγαίνεις; ΚΛΕΟΝΤ Εκεί που σου είπα. ΚΟΒΙΕΛ Πάμε να πεθάνωμε.

Όταν ήλθαμεν από τον Βόσπορον, σου έφερα κρομμύδια της Κύπρου και παστόψαρα, πέντε σαπέρδες και τέσσερης πέρκες. Δε θυμάσαι; Σου έφερα ακόμη οκτώ παξιμάδια ναυτικά κι' ένα καλάθι και σύκα από την Καρύαν και αργότερα σανδάλια επίχρυσα από τα Πάταρα, αχάριστη, θυμούμαι ότι σου έφερα μια φορά κι' ένα μεγάλο τυρί από το Γύθειο. ΜΥΡΤ. Πέντε δραχμές ίσως αξίζουν όλα αυτά.

Και πάλε μ' ένα της χτύπο η καρδιά του τού γέννησε μια και μονάχη όρεξη, να χυμίξη ατός του, κι από το καρύδι δράχνοντάς την τη νύφη του τη Μιχάλαινα, να την πνίξη σαν όρνιθα, να γλυτώσουν από την ατιμία κι ο αδερφός του κι αυτός. Την αχάριστη τη σκύλα, τη δίγνωμη, τη διπρόσωπη, την κοκκινομαλλού. Ως και τα μαλλιά της από ξανθουλά τάβλεπε τώρα κόκκινα ο Δημήτρης.