Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Κι' έτσι η εφκή του Δία πίσω ας σε πάει στον τόπο σου για το καλό που κάνεις!» 557 Τότες λοξά τον κοίταξε και τούπε ο Αχιλέας 559 «Μη, γέρο, μ' ερεθίζεις πια. Τόχω κι' εγώ στο νου μου, 560 και θα σ' τον δώσω. Μούρθε εδώ απ' τους θεούς μηνήτρα η μάννα που με γέννησε, θαλάσσιου γέρου η κόρη. Κι' εσένα δε μου ξέφυγε — το νοιώθει, γέρο, ο νους μου — θεός πως σ' έφερε ως εδώ στ' Αργίτικα καράβια.
Και ταύτα λέγων εισήλθε μετ' εμού εις το προσεχές δωμάτιον. — Αυτός είναι ένας Τούρκος, που τον εγιάτρευεν η μητέρα εφτά μήνες εις το σπίτι μας, και αυτή είναι η μάννα του, που ήλθε τώρα να της πη το Σπολλάτη! Είπεν ο αδελφός μου, γελάσας προς μεγάλην μου έκπληξιν. — Ένας Τούρκος, που τον εγιάτρευεν η μητέρα εφτά μήνας!
Μπορεί να του είπαν λόγια, κ' εκείνος τα πίστεψε κ' επήρε τα μάτια του. Το χωριό μας χάλασε, μάννα μου! Τούτο συνετάραξε την μνήμην της γρηα-Κυρατσούς, ως το κατακαθισμένον κρασίον, και εθόλωσεν αίφνης τα βλέμμα της από οργήν. — Αυτή η γειτόνισσα, η ξηροκίτρινη! Έλεγεν η γραία. Καλά λες, παιδί μου! Καλά λες, κόρη μου! Το χωριό μας χάλασε πλεια. Μιλούσε πάντα μαζί της και εχασκογελούσεν.
ΜΑΚΔΩΦ Και εγώ από εκεί να λείπω! σφαγμένη κ' η γυναίκα μου; ΡΩΣ Κ' εκείνη· — σου το είπα. ΜΑΛΚΟΛΜ Ησύχασε! Το ιατρικόν του φοβερού μας πόνου είναι η εκδίκησις! ΜΑΚΔΩΦ Αυτός παιδιά δεν έχει . ?α, μου είπες όλα των; — Ανήμερον θηρίον! εύμορφα πουλάκια μου, κ' η μάννα των μαζί των, μαζί; ΜΑΛΚΟΛΜ 'Πολέμησε την λύπην σου 'σάν άνδρας. ΜΑΚΔΩΦ Ναι!
Έμειναν αμίλητοι μια στιγμή κ' οι δυο τους, πατέρας και μάννα. Ώσπου όμως να ξανανοίξη το στόμα του ο Μυλόρδος, που έτρεμε μην τύχη και τους παραταράξη, βρέθηκε ταντρόγυνο αγκαλιαστό, κι άλλο πια τώρα δεν άκουγες παρά κλάψες κι αναρρουφήματα. — Να σας πω τώρα και κάτι άλλο, κάνει ο Μυλόρδος, να μη χασομεράτε και πολύ.
Και συ Αφροδίτη, Κύπρη δέσποινα, σαν που είσαι η πρώτη μάννα της γενιάς μου, διαφέντευέ μας που είμαστε απ’ το αίμα σου κ’ εμείς και σε σιμώνομε μ’ ευχές π’ ακούνε οι θεοί. Και συ, ω Λύκειε άναξ, λύκος να γενής για τους εχθρούς, των στεναγμών μου εκδικητής, και το δοξάρι ετοίμαζε της Λητώς κόρη και συ.
Η ελεημοσύνη βγαίνει με το βελόνι και μπαίνει με το σακκί. Να μην καταφρονήτε κανένα, να κρατάτε το θυμό σας και να φοβάστε τον Θεό. Κάνοντας αυτά θα ζήσετε καλά στον κόσμο... Ύστερα από λίγο δε θα είμαι εδώ-κάτω... Παιδιά μου πεθαίνω! Όλοι άρχισαν να κλαιν και να της φιλούν το μέτωπο και τα χέρια. «Μάννα μ'!» φώναξαν όλα τα στόματα του σπιτιού.
— Πέντε χρόνια, που λες! Στράγγισα στα πόδια μου. Ανήμερα τα Φώτα ήτανε, που μου μπήκε ο διάολος μέσα μου Βγήκε απ' τα νερά και μου μπήκε μέσα στα σωθικά μου. Γύριζα από ταξίδι. Τραβούσα το δρόμο κατά το σπίτι. Ζούσε ακόμα η συχωρεμένη η μάννα μου. Εκεί κατά το μαχαλά μας βλέπω κάτι κορίτσια στην πόρτα. Ποιος γύριζε να κυττάξη; Χορτασμένο το μάτι μας από τέτοια πράμματα.
ΒΑΤΤΟΣ Και μένα μ' είπε η μάννα μου κι από τον Πολυδεύκη πιο δυνατό. ΚΟΡΥΔΩΝ Κ' επήγ' εκεί μ' ένα σκερπάνι· πήρε μαζί του είκοσι πρόβατα. ΒΑΤΤΟΣ Αν είν' αλήθεια τούτα, ο Μίλων τότε θα μπορή και λύκους να λυσσάξη. ΚΟΡΥΔΩΝ Κ' εδώ οι δαμαλοπούλες του με μουγκρυτά τον κράζουν. ΒΑΤΤΟΣ Κακός βοσκός τις έλαχε· δυστυχισμένες πούνε! ΚΟΡΥΔΩΝ Αλήθεια· κι ούτε θέλουνε σαν πρώτα να βοσκήσουν.
Ποιος θα μου το συμμάσ' τότε, λέλεμ'; Ποια θα μου το πλύν'; Ποια θα μου το λούση; Μάννα δεν έχ' τ' άμοιρο εδώ και τόσα χρόνια, να της λείψ' κι' η βάβω; Αλλοίμονο στην τσιουπούλα μ'! Θα μου τη φάγη η αναλλαγιά!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν