Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025


Σαν αντίκρυσε τον 'γούμενο και τη μάννα του, εμουρμούρισε κάτι σαν χαιρετισμό με την τρεμουλιαστή γλυκειά φωνή του και επροχώοησε προς την αυλόθυρα. Ο παππά Συνέσιος τον εχαιρέτισε με βαθειά υπόκλισι και σαν απομακρύνθηκε, είπε! — Άλλη κουτομαρία ετούτος πάλι. — Χαμένο κορμί! είπε για εικοστή φορά η μάννα του κ' ευθύς εσηκώθη κι' ανέβηκε στο 'γουμενειό.

ΧΟΡΟΣ Τον είπ' εκείνος Ίωνα, γιατ' ήτανε κι' ο πρώτος οπού με τον πατέρα εδώ συναπαντήθη• ποια μάννα τον εγέννησε, να σας ειπώ δεν ξέρω• Μα για να μάθης, γέροντα, όσα κ' εγώ γνωρίζω, σου λέω πως εβγήκε αυτός και πάει να θυσιάση, για του παιδιού τη γέννησι και τη φιλοξενία, μέσ' στης σκηνές της ιερές απ' τη γυναίκα του κρυφά, και με το νέο του παιδί να κάνη ένα τραπέζι.

Μα άκου ... ένα λόγο θα σου πω μονάχα ... μη με σφάζεις, ίδια δεν έχω μάννα εγώ κι' ο Έχτορας, που ο έρμος 95 πήγε έτσι και σου σκότωσε τ' αδέρφι της καρδιάς σουΈτσι ο λαμπρόπλιστος Λυκάς τού κλαίγουνταν ζητώντας ναν τον μαλάξει· μα άκουσε αμάλαχτο 'να λόγο «Άμιαλε, χάρες μη μιλάς και ξαγορές μην κραίνεις!

Τα παιδιά εκρατούσαν τη γιαγιά αγκαλιασμένη και τα χέρια της, το ένα δεξιά το άλλο ζερβά, ήταν ακουμπισμένα στους ώμους των. Έβλεπε πότε το ένα πότε το άλλο με το ουράνιό της χαμόγελο. Η μελωδική ψιλή φωνούλα έψαλλε το «Χριστός γεννάται». Έξαφνα η γρηά έκλινε το πρόσωπο στο κοριτσάκι σαν να θελε να το φιλήση κ' έμεινε ακίνητη . . . — Μάννα! την επλησίασε και της είπε η κόρη.

ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Μη φοβήσαι' ό,τ' είπες εγώ θα κάμω· αποτραβίξου, τον ακούω που έρχεται. Ο ΠΟΛΩΝΙΟΣ αποσύρεται οπίσω από την αυλαίαν. Εισέρχεται ΑΜΛΕΤΟΣ ΑΜΛΕΤΟΣ Λοιπόν, μητέρα, τι με θέλεις; ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Τον πατέρα σου, Αμλέτε, πλήγωσεςτα σπλάχνα. ΑΜΛΕΤΟΣ Τον πατέρα μου, ω μάννα, επλήγωσεςτα σπλάχνα. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Έλ', απαντάς με γλώσσαν 'πού δεν έχει ουσίαν.

Μα ανησυχώ όμως, μάννα, μήπως ως τότες στο νεκρό κακόμυιγες χωθούνε περνώντας τις βαθιές πληγές, και μέσα εκεί σκουλήκια 25 γεννήσουν και το λείψανο μου βλάψουναχ ο μάβρος πάει πέθανεκαι το κορμί του το σαπίσουν όλοΤότε η λεφκόποδη θεά του λέει διο λόγια, η Θέτη «Παιδί μου, τέτοια συλλογήάσεμην έχει ο νους σου.

Χριστέ μου, που από το σταυρό σου να ξεμαλλιάζεται σαν είδες την παρθένα μπρος σου, διάταξες τον Ιωάννη σπίτι του για μάννα να την πάρη, στον ταπεινό σου δεν θ' αρνηθής και συ την ίδια χάρι. Και τώρα που τραβά για το μαρτύριο μπορεί τη Μάννα του με ησυχία να εμπιστευθή στον Κύριο! ΜΑΝΝΑ. Ευτυχισμένες γέννας πόνους όσες δεν εννοιώσανε.

Αλλά ενώ τα ηύρες, συ χάνεσαι! — Το γάλα μου το έδωκα και 'ξεύρω πώς τ' αγαπά το βρέφος της μια μάννα που βυζάνει· πλην κι' αν μ' εγλυκοκύτταζετα 'μάτια το παιδί μου θα ήρπαζα την ρώγα μου απ' τ' απαλά του γούλια να του συντρίψω τα μυαλά, αν είχα κάμει όρκον, καθώς εσύ τ' ωρκίσθηκες αυτό! ΜΑΚΒΕΘ Κι' αν αποτύχω; ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Ποιος θ' αποτύχη; Στύλωσε την γενναιότητά σου και δεν αποτυγχάνομεν.

Τα λουλούδια λιγωμένα, μεθυσμένα, και αυτά κάτω από το χρύσωμα του ήλιου εμύρωναν το βραδεινό αεράκι και στόλιζαν με ωμορφιά αφάνταστη το Βυζαντινό ερημοκλήσι. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Και μόνοι σας σαν έρημοι, σαν να μην είχατε ούτε μάννα, ούτε πατέρα. Μ α ρ ί α. Είχαμε την αγάπη μας τη μεγάλη, τη γιγαντεμένη που αντεπροσώπευε για μας τον κόσμο όλο. Κι' είχαμε και μια μάνα. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Μ α ρ ί α.

Πρώτη φορά ήτανε τάχατες που τώκανε; Ποιος να τονέ βαστάξη τρελλόν άνθρωπο; Έβαλε το σκούφο του και λέει της μάννας του: «Αφίνω γεια, μάννα. Στη θάλασσα ξαναγυρίζω. Πάλε γεμιτζής. Παληά μας τέχνη κόσκινο». Κ' έφυγε γελώντας. Πού να βάλη με το νου της κ' η δυστυχισμένη η μάννα του το τι μελετούσε μέσα του...

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν