Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025
Η Ιζόλδη είναι, βασίλισσα και φαίνεται να ζη ευτυχισμένη. Η Ιζόλδη είναι βασίλισσα και ζη με τον πόνο. Η Ιζόλδη έχει την τρυφερότητα του Βασιληά Μάρκου. Οι βαρώνοι την τιμούν. Και οι άνθρωποι του λαού την αγαπούν. Η Ιζόλδη περνάει την ημέρα της στης πλούσιες ζωγραφιστές αίθουσες της σπαρμένες με άνθη.
Ζητούσε έλεος, με τόσο λυπητερή και τρυφερή φωνή, που τη λυπηθήκανε και της είπαν: «Κόρη, για να θέλη η Βασίλισσα Ιζόλδη το θάνατό σου, η κυρία η δική σου και η δική μας, χωρίς άλλο, κάποιο μεγάλο άδικο της έχεις κάνει». Απάντησε: «Δε γνωρίζω, φίλοι. Μοναχά ένα άδικο θυμάμαι.
Εν μέσω μεγάλης λύπης, οι σύντροφοι του Μόρχολτ έφθασαν στην Ιρλανδία. Άλλοτε, όταν έμπαινε στο λιμάνι του Βάιζεφορ, ο Μόρχολτ χαιρότανε βλέποντας μεζεμένους πλήθος, τους ανθρώπους του που τον χαιρετούσαν με ζητωκραυγές, και την αδερφή του την Βασίλισσα, και την Ιζόλδη την ανηψιά του με τα χρυσά μαλλιά, που η καλλονή της άρχιζε να λάμπη σαν απαλή αυγή.
Γιατί ο Βασιληάς της Ιρλανδίας εδήλωσε με το δημόσιο κήρυκα ότι θα δώση την κόρη του την Ιζόλδη την Ξανθή σε όποιον σκοτώση το τέρας, Αλλά το τέρας τους έφαγε όλους». Ο Τριστάνος αφήνει τη γυναίκα και γυρίζει στο καράβι του. Οπλίζεται μυστικά, και θάτανε ώμορφο νάβλεπε κανείς από αυτό το καράβι των εμπόρων να βγαίνη τόσο πλούσιο πολεμικό άτι και τόσο υπερήφανος καβαλλάρης.
Έπειτα ο Τριστάνος. Κρατούσε σ' το ένα του χέρι το ξύλινο τόξο του και στο άλλο δυο μακρυές μπούκλες ανδρός. Έβγαλε την κάπα, και φάνηκε το ωραίο του σώμα. Υπεκλίθη η Ιζόλδη η Ξανθή για να τον χαιρετίση, και καθώς σηκωνότανε, με το κεφάλι στραμμένο απάνω του, βλέπει τη σκιά του κεφαλιού του Γκοντοΐν, ριγμένη στο παραπέτασμα.
Αλλά, καθώς ήταν σκυμμένος στο νερό της πηγής, είδε να καθρεφτίζεται μέσα η εικόνα του Βασιληά. Α! αν μπορούσε να σταματήση τα ξυλαράκια που φεύγουν. Αλλά όχι, τρέχουν γρήγορα, διά μέσου του κήπου. Κει κάτω στην αίθουσα των γυναικών η Ιζόλδη παραμονεύει τον ερχομό τους. Τώρα, δίχως άλλο, θα τα είδε, θάρχεται! Ο Θεός να προστατέψη τους αγαπημένους. Έρχεται!
Μερικές ημέρες αργότερα ο Δούκας Χοέλ, ο αυλάρχης του, και όλοι οι κυνηγοί του, ο Τριστάνος, η Ιζόλδη με τα λευκά χέρια κι' ο Καερδέν, εβγήκαν μαζύ από το παλάτι για να κυνηγήσουν στο δάσος. Σ' ένα στενό δρόμο, ο Τριστάνος κάλπαζε δίπλα στον Καερδέν που κρατούσε με το δεξί του χέρι τα χαλινάρια του αλόγου της Ιζόλδης με τα Λευκά χέρια. Λοιπόν, το άλογο σκόνταψε σ' ένα λάκκο νερό.
Ξαφνικά, από τα μισοανοιγμένα τζάμια του παραθύρου όπου έπαιζαν η ακτίνες του φεγγαριού, μπήκε η φωνή ενός αηδονιού. Η Ιζόλδη άκουγε την καθαρή και γλυκειά φωνή που ερχότανε να μαγέψη τη νύχτα, κ' η φωνή ανέβαινε παραπονετική — τόσο γλυκειά που καμμιά σκληρή καρδιά, ούτε φονηά καρδιά δε θα μπορούσε να την ακούση δίχως να συγκινηθή. «Από που νάρχεται αυτή η μελωδία;...» σκέφτηκε η Βασίλισσα.
Μέσα από τους καλοστρωμένους δρόμους, στολισμένους με μεταξωτές γιρλάντες, περνούσε η λαμπρή συνοδεία: ο Βασιληάς, οι κόμητες και οι πρίγκηπες, με την Ιζόλδη στη μέση.
Έμαθε από έναν περαστικό ότι ο Μάρκος ήταν από παλάτι κι' ότι προ ολίγου είχε προεδρεύσει σε μεγάλη δίκη. «Αλλά πού είναι η Βασίλισσα; Και η Βραγγίνα η ωραία της υπηρέτρια; — Κι' αυτές στο Τινταγκέλ βρίσκονται, δεν πάει πολύ που της είδα. Η Βασίλισσα Ιζόλδη φαινότανε θλιμμένη, όπως πάντα».
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν