Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
Μα θρήναε ο Αχιλέας κι' είχε στο νου τ' αγαπητό συντρόφι, μηδ' ο ύπνος, του κόσμου ο καταπονετής, τον έπιανε, μον πάντα 5 πότε από δω πότε από κει παράδερνε γυρνώντας, και του Πατρόκλου ανάδεβε τη λεβεντιά τη νιότη, κι' όλα όσα τράβηξαν μαζί — τι κόπους πόσα πάθια — με τ' άγριο κύμα του γιαλού και με στεριάς πολέμους.
Από δω κι' από κει χτυπούσαν οι σφύρες στ' αμόνι του μηχανουργείου του θωρηκτού, ή άλλες σφύρες που καθαρίζανε τις σκουριές από τη χοντρή αλυσίδα της άγκυρας.. Σιγά-σιγά και ασυναίσθητα ο Ρένας από τη γενική βοή άρχισε να ξεχωρίζει τις ιδιαίτερες νότες. Ολόκληρη ορχήστρα φυσικές και τεχνητές δύναμες που φανερώνανε την ύπαρξη της ενέργειας τους μ' αλλοιώτικο η κάθε μία ήχο.
Ολόγυρά του και μέσα του βασίλευε νέκρα και σιωπή. Μοναχά το ποτάμι μούγγριζε δίπλα του, σα να τούλεγε ότι το μούγγρισμ' αυτό θα νάχη από δω και πέρα συντροφιά και κουβέντα του, ως που ο καιρός κ' η βροχές θα να το σωριάσουν στα ρέματά του. Ο Φώτος είχε τραβήξει με τάλογο φορτωμένο κατά το δρόμο της Λάκκας.
ΙΟΥΛΙΕΤΑ Αι παραμάνα, έλα 'δω. — Αυτός εκεί ποιος είναι; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Ο κληρονόμος και υιός του γέρο-Τιβερίου. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Κι' ο άλλος απ' οπίσω του; Αυτός που 'βγαίνει τώρα; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Ο νέος ο Πετρούκιος μου φαίνεται. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Κ' εκείνος κοντά του; που δεν ήθελεν απόψε να χορεύση; ΠΑΡΑΜΑΝΑ Δεν τον γνωρίζω.
— Είνε παραπέρα, εκεί . . . Στέκονται στο δρόμο μαζί μ' ένα γέρο απόμαχον . . . Έχουν πιάσει κουβέντα με τον γείτονά μας τον ψαρά, τον Φραγκούλη. — Και κυττάζουν κατά δω; — Κυττάζουν στην αμμουδιά, πέρα. Η γραία ήτο έμφοβος, κ' έφερε τας χείρας περί το πρόσωπον, ως διά να τραβήξη τα τσουλούφια της, ή να σχίση τα μάγουλά της. Η Μαρούσα την ώκτειρε.
Αλλά τη στιγμή που ξεπόρτιζα έφτασε σταυτιά μου μια λέξη της μάνας μου, πρωάκουστη για μένα, πούμοιαζε με τη μυστηριώδη λέξη της θειας μου. Αλλ' από τον τρόπο που 'πε η μάνα μου τη λέξη κείνη, «η πυρωμένη,» κατάλαβα πως ήτον υβριστική και κακή. Εμάντευσα δε πως από 'δώ και πέρα η αγάπη μου κιντύνευε· και προκαταβολικώς άρχισα νανησυχώ και να λυπούμαι.
Ίσως που πολεμούσε με κοντάρια και με σαΐτες, αντί με μολύβι και με φωτιά. Ίσως που είταν ένας και μοναχός σε μια λάκερη Πόλη. Ένας είταν, κ' ένας μας έμεινε. Σήκω, να πάμε στου φίλου. Ανάπαψη δε θα βρούμε και δω. Ανάγκη δεν είναι να μπούμε από τις πόρτες τις μαρμαρένιες. Μπορούμε, και πρέπει να μπούμε σα σφίγγες από μια τρύπα, και να σύρουμε ίσια στ' αυτί του να του πούμε δυο λόγια.
Και τότε τα παραιτώ όλα και φεύγω και γυρίζω στα σοκάκια και τα δώματα σαν κουζουλός ... Δε μπορώ μπλειο, Πηγιό, δε μπορώ ... Μα ως πότε ν' ανημένω; Ο κύρης μου λέει πως θα γενή η στεφάνωσή μας δυο μήνες ύστερ' απού τη Λαμπρή. Μπορώ 'γώ ν' ανημένω ως τότε και να κάθεται κι' ο κύρης σου όλο στην πόρτα και να μη μπορώ ναρθώ να σε 'δώ; Θα σκάσω, θα κουζουλαθώ.
Έθεσε το φυσίγγιον εις το όπλον του και είπεν εις τον γέροντα ότι ήτο έτοιμος διά τον αγώνα και άφινεν αυτόν να ρίψη πρώτος. — Όχι, εσύ θα ρίξης· επέταξεν ο γέρων. — Καλά· σε πόσα μέτρα; — Όσα θες. . . 'Στον καιρό του Παπά-Κώστα, από 'δώ ως την Τούρλα έκοψα ταγκ!. . το κούτσουπο της λάγιας του Μπαζούλα.
Μα μην το συλλογίζεσαι, συλλογίζου μόνο πως και τώρα σ' αγαπώ, όσο σ' αγαπούσα πάντα, πως εκείνο που αιστάνουμαι τώρα για σε είναι κάτι περσότερο παρότι μπορεί να ειπωθή με λόγια, κάτι περσότερο παρότι μπορείς ποτέ να γνωρίσης κι ο ίδιος. Γιατί μαζί σου είναι η θέση μου και δω κοντά σου έχω όλα όσα είχε ποτέ ή μπορεί να έχη μια γυναίκα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν