Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
Σπλαχνίσου με, όσο ακόμα ζω, τον άμοιρο κι' εμένα, αχ ο πικρός! που στη μπασιά των γερατιών μου ο Δίας 60 θα με ξοντώσει ανήμερα, πολλά αφού δω μαρτύρια, σφαγμένους γιους και στη σκλαβιά τις κόρες παγεμένες, στερνά κι' εμένα που σκυλιά του δρόμου θα με κάνουν 66 κοψίδια ομπρός στα ξώθυρα, όταν κοντάρι ή σπάθα μου ρήξει κατά γης νεκρό το γέρικο κουφάρι.»
Τι εγώ να δω θα πεταχτώ στον πύργο τους δικούς μου, 365 το μυριοχάιδεφτό μου γιο, την έρμα μου γυναίκα... Πιος ξέρει πίσω αν θα με δουν και πάλι να γυρίσω, ή θα με σφάξουν πια οι θεοί με των οχτρών τα χέρια.» Είπε, και φέβγει σείνοντας πας στην κορφή τη φούντα.
Ο Γιάννος έκλινε την κεφαλήν εις το στήθος χωρίς να είπη λέξιν — Γιατί, Γιάννο μ', δεν ακούς; γιατί; επανέλαβεν η Μάρω επιμόνως. — Δεν είν' ανάγκη να μάθης, δεν κάνει· είπεν ο Γιάννος κινών αρνητικώς την κεφαλήν· αν 'μπορής βγάλε με από 'δώ. Κ' εξηκολούθησαν ούτω τα δύο παιδία, συνομιλούντα επί πολύ και ανταλλάσσοντα τας ιδέας των περί της απολυτρώσεως του Γιάννου.
Όταν περάσανε τα πενήντα χρόνια, για όσο διάστημα είχαν αγοράσει τον τόπο οι γέροι μια φορά, ήρθε ο χωρικός που τον είχε ιδιοχτησία και τον ξαναπήρε. Έδιωξε τους νέους κατόχους αποκεί. Και για αυτό γκρεμιστήκανε τα σπίτια, σηκωθήκανε τα ξύλα και το χωράφι, που φυτευότανε πρωτήτερα πατάτες, γέμισε αγριόχορτα κι αγκάθια και το μέρος φαινότανε και δω σα να το ρήμαξε η φωτιά.
Δεν ήταν όμως έτσι στρωμένοι οι δρόμοι, ήταν στρωμένοι με μεγάλες πέτρες. Θα σας δείξω ένα πλακόστρωμα τέτοιο έξω από τα τείχη, στο δρόμο της Σηλυμβρίας. Τον έστρωσε, λέγουν, ο Ιουστινιανός». ― «Τι είναι, δω;» ― «Α, αυτό είναι έμβολος». ― «Δηλαδή;» ― «Σκεπαστή αγορά, με θολωτά καμαρωτά ταβάνια, καθώς βλέπετε, η μόνη που μας απέμεινε· μοναδικό δείγμα τέτοιου χτιρίου.
ΚΑΛΙΜΠ. Μίλια μ' εμάθετ' εσείς· σε τούτο μοναχά μ' ωφέλησε· ξέρω και καταριούμαι· λοιμική να σας θερίση, γιατί μου εμάθετε τη μιλιά σας! ΠΡΟΣΠ. Στρίγλας γέννημα, φεύγ' από δω. Φέρε μας ξύλα μέσα, και γλήγορα, για καλύτερο σου· είναι και άλλη δουλειά.
Σα δω τίποτις τέτοιο, καμαρώνω και λέω· «Μπράβο του! Να που ο τάδες έβγαλε κ' ένα καλό βιβλίο. Προτιμώ μάλιστα να βρέθηκε κανένας άλλος να το γράψη, κι ο ίδιος να γλυτώσω από τον κόπο.» Διά τας κυρίας — Και πώς την ευρήκατε την Αθήνα; — Όμορφη — όμορφη! — Τι σας ήρεσε περισσότερον; — Όλα· ο ουρανός, οι δρόμοι, τα σπίτια. Μα δεν είναι κ' η Ακρόπολη; Αφτό πια θα έφτανε και μόνο του.
Τρέχω λοιπό σαν αστραπή στο καλύβι και τους λέω να μη νοιάζουνται, μόνο να κάθουνται μέσα κρυμμένοι, κ' οι Τούρκοι δε θανέβουν ως εκεί απάνω. Ξαναγυρίζω κατόπι τρεχάτος στο σπίτι να πάρω τη γυναίκα μου με το μικρό μικρό και να φύγω. Ζυγώνω δε ζυγώνω, και τι να δω! Τούρκοι γεμάτο το σπίτι, και μόλις πρόφτασα να δω τη Φωτεινή μου που την κουβαλούσανε με τον Κωστάκη στην αγκαλιά της!
ΑΛΟΝΖ. Άνθρωπος δεν επάτησε ποτέ παρόμοιο λαβύρινθο· και εις όλα τούτα είναι κάτι που η φύσις δεν επροξένησε ποτέ. Κάποιο μαντείο πρέπει να μας φωτίση. ΠΡΟΣΠ. Κύριέ μου, μη βασανίζης το πνεύμα σου με το να ερευνήσης αυτά τα παράδοξα. Έλα δω, πνεύμα, ελευθέρωσε τον Κάλιμπαν με τους συντρόφους του· λύσε τα μαγια.
Αν τα δη αυτά κανένας ολότελα ξένος, θα πη πως ή τρελλάθηκε το κορίτσι, ή ρούχα δεν είχε να βάλη, κ' έβαλε ό,τι βρέθηκε. Εμείς τότες θα του πούμε πως μήτε τόνα είνε μήτε τάλλο. Την κοπέλλα την πήρε το ρέμα της μόδας. Η μόδα αλλού αλλάζει με τη μέρα, αλλού με το μήνα, κι αλλού με το χρόνο. Κάποτες από την κορφή ως τα νύχια, και κάποτες χτυπάει από δω κι από κει. Τι να σου κάμη το κορίτσι!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν