Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025
Το μοναχικό άστρο φώτιζε από ψηλά το αγκάλιασμά τους μ' ένα ζηλόφθονο φως. Δυο λευκοί άγγελοι, που σχίζανε το στερέωμα απ' Ανατολή σε Δύση, σταμάτησαν ξαφνισμένοι απάνω απ' τους αγαπημένους το γλήγορο πέταγμα και ζύγιασαν τα φτερά τους. Ο ένας άγγελος είπε στον άλλον: — Τι όμορφος κόσμος!... Και τίναξαν πάλι τις φτερούγες τους και τράβηξαν το δρόμο τους απ' Ανατολή σε Δύση.
Μία σφουγγαράδικη μηχανή την έγδυσε σαν να την επάτησαν κουρσάροι. Τα βαπόρια επήραν τις άγκυρές τους και αγριοσφυρίζοντας ερρίχθηκαν στραβά επάνω στα πλεούμενα σαν πληγωμένο λεοντάρι, που με βρυχισμούς ρίχνεται να σπάση τη γραμμή των κυνηγών του και κατασυντρίβει ό,τι εύρη στον δρόμο του. Εμείς τυχερό και είμαστε στην άκρη κ’ εύκολα αμολώντας την άγκυρα εβγήκαμε πέρα, κάτω από τις Μικρές Δήλες.
Είτανε πλήξη, δεν είτανε βία, και πάντοτε νόμιζα πως θα βρεθή κανένα νησί, το νησί της Ησυχίας, η κούνια που θα βάλω τον πόνο μου να πλαγιάση, ο ουρανός που θα νταντέψη το βάσανό μου. Τι με μέλει για την επιστήμη, τη γλωσσολογία και τα παραμύθια που συνάζω; Η Ιδέα μου είσαι Εσύ, η Ιδέα που με φωτίζει στο δρόμο που βαδίζω, που μου δίνει και το θάρρος. Εσύ ξέρεις πάντα το σκοπό μου.
Ποιος θα μας πη πόσα ρυάκια μάζωξε στο δρόμο; Ποιος θα μας πη, ύστερα από τόσες χώρες που ξέπλυνε, που τα νερά του είναι πάντοτες τα ίδια, που η φύση τους δεν άλλαξε λιγάκι; Πέρασε από τόσα χώματα μέσα, που θα πήραν τα νερά του καινούρια στοιχεία, καινούρια σώματα που δεν είχε πρώτα.
Ω ο μάβρος ωχ ο σκοτεινός, που γιους τους πιο λεβέντες 255 στην Τριά... μες σ' όλη... εγώ 'κανα, μα αφτοί νά, πήγαν όλοι, ο στηθομάχος Μήστορσς, ο θαρρετός Τρωΐλος, ο Έχτορας που λες θεός είταν ομπρός στους άντρες, γιος που θνητού δεν έμιαζε, μόνε θεού σα θρέμμα· αφτούς τους πήρε ο πόλεμος, όμως τα μπαίγνια μένουν, 260 λαμπροί για πήδους και χορούς, ξεφαντωτήδες, ψέφτες, αρνιών και τράγων κλέφτηδες απ' τους φτωχούς του τόπου ... Λοιπόν τι κάθεστε; Έλα ομπρός! τοιμάστε μου το κάρο και μέσα βάλτε του όλα αφτά για να τραβούμε δρόμο.»
Πέτρες και σκορπιούς γεμίζει το δρόμο της για να την τρομάξη, κι αυτή περνάει και στρώνει λουλούδια σε κάθε της πάτημα. Πηγάδια της άνοιξε να πέση μέσα και να πνιγή, μα κι αν πέση, βγαίνει πάλι από τα νερά σαν την Αφροδίτη, και γεμίζει χάρη τον κόσμο.
ΝΕΑΝΙΑΣ Στο Δία τον Σωτήρα, κορίτσι μου γλυκύτατο, κάμε μ' αυτήν τη χάρι, και γλύτωσέ με απ' αυτό το γέρικο κουφάρι, κ' εγώ, για τούτο το καλό, θα σου προσφέρω πάλι σε μια ολόκληρη βραδειά χάρι παχειά, μεγάλη! Β'ΓΡΑΥΣ Μωρή εσύ•! που τον τραβάς αυτόν από τον δρόμο, και παραβαίνεις φανερά τον ψηφισμένο νόμο, ενώ είνε γραμμένα προτήτερα 'ς εμένα να ρθεί και να πλακώση;
«Καβάλλα απάνω σ' ένα γερό, ώμορφο και ψηλό άλογο, και κουκουλωμένος με μια μεγάλη καππότα, έμπαινα με μεγάλη χαρά στα πολυπόθητα σύνορα του χωριού μου, ύστερα από νυχτοπερπάτημα δέκα πέντε ωρών, δρόμο δέκα πέντε μερών και ξενιτειά δέκα πέντε χρονών, μακρυά, πολύ μακρυά, σε ξένα σύνορα και σε ξένα βασίλεια....
Δεν είδα το μέγα Λογοθέτη· θα είναι κανένας κύριος με φράγκικα. Ο Μέγας Χαρτοφύλαξ όμως, ο μικροκαμωμένος, με τα μακριά τα μαύρα ρούχα και τα γυαλιά του και την ποντικίσια μύτη του και το μουστάκι και τη γυναικεία του φωνή, ψευδίζει, και μου λέγει πράγματα βυζαντινά στο δρόμο καθώς πηγαίναμε. ― «Αυτά τα σπίτια είναι το πολύ διακοσίων χρόνων.
Όταν βρέθηκε στο δρόμο, αφού προηγουμένως ο ντον Πρέντου τον συνόδευσε μέχρι την εξώπορτα σαν φίλο, ο Έφις κοίταξε τριγύρω του και αναστέναξε. Όλα είχαν αλλάξει.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν