Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025
Μπροστά, στο δρόμο, ο Τριστάνος έστησε ένα κλαδί μοσκοκαρυδιάς όπου ήτανε τυλιγμένο αγιόκλημα. Σε λίγο εμφανίζεται στο δρόμο η πομπή. Πρώτα-πρώτα η συνοδεία του Βασιληά Μάρκου.
Πηγαίνει τους μενεξέδες στον τάφο του ανδρός της. Δεν τονέ ξέχασε ακόμα. Ο δεύτερος δεν εμίλησε. Έσκυψε και μύρισε βαθιά απάνω στην κουμπότρυπά του το μπουκετάκι με τους μενεξέδες, που τους είχε μοιρασθή μ' έναν πεθαμένο. Τα μάτια του λάμπανε από αγάπη κι' από ζήλεια. Το λεωφορείο τράβηξε το δρόμο του. Ήτανε μεγάλη γιορτή, μια φωτεινή απριλιάτικη μέρα.
Και εκεί που τέτια ήλεγε το φόβο να ξεχάση, Το καρδιοχτύπι το βαρύ να χαμοησυχάση· Και ο Μπάκακας ακλούθαγε να κάνη το ταξίδι, Σιμά τους φανερόνεται, και τους ξαφνίζει, φίδι, Που με κεφάλι σηκωτό μες το νερό αγληστράει, 185 Και πέρα δώθε πλέοντας το δρόμο του τραβάει. Ενέκροσαν τα μέλη τους ευτύς που το δικούνται, Και το κακό τους ριζικό με τρόμο συλλογιούνται.
Η κοκκώνα με διηγήθη την ιστορία του χωριανού σας που πήρε το φαρμάκι στα Ψωμαθιά για την κόρη του Ξανθούλη, και του έβγαλαν τραγούδι και το λαλούσαν μέσ' στον δρόμο... Θεός να φυλάγη το παιδί μου! Εγνώριζον την ιστορίαν του χωριανού μας. Εκ του υπαινιγμού αυτής συνεπέρανα το πάθος του δυστυχούς Κιαμήλη.
Είπε, και τρόμαξε η Λενιό η διογεννημένη, κι' έφυγε αγάλια — σκεπαστή με την κατάσπρη μπόλια — κρυφά απ' τους Τρώες· κι' η θεά πήρε το δρόμο πρώτη. 420 Κι' άμα στου Πάρη φτάσανε τ' αρχοντικό παλάτι, τρέξανε αμέσως στη δουλιά οι άξιες παρακόρες, κι' εκείνη απάνω ανέβηκε, η λατρεφτή γυναίκα.
Ο Τριστάνος, ο αντρείος, ο τίμιος, πέθανε. Ήτανε ανοιχτοχέρης στους φτωχούς, και βοηθούσε όσους υπέφεραν. Ποτέ τέτοια συφορά δεν έπεσε σ' αυτόν τον τόπο, άλλοτε. Τον ακούει η Ιζόλδη, δίχως να μπορή να βγάλη μιλιά. Ανεβαίνει πατά το παλάτι. Πέρνει τον ανηφορικό δρόμο. Ο μπούστος της έχει ξελυθή. Οι Βρεττανοί την κυττάζουν θαυμάζοντας. Ποτέ τους δεν είχαν ιδή τόσο ώμορφη γυναίκα.
Αν οι Ιστορικοί παραδέχουνταν πως το Βυζαντινό το Κράτος αρχίνησε το δρόμο του μαζί με τον Κωσταντίνο, αγάλι αγάλι παίρνοντας το χρώμα, το χαρακτήρα και τη γλώσσα του τόπου, ώσπου έγινε καθάριο ρωμαίικο, αντίς να σπάνουν τα κεφάλια τους πασκίζοντας να βρούνε σε τίνος Βασιλεία έπαψε να είναι ρωμαϊκό κι αρχίνησε να γίνεται ρωμαίικο, και πιο κοντά στην αλήθεια θα πήγαιναν κι από μεγάλη σύχυση θα μας γλύτωναν.
Πρώτα πρώτα, πώς έβαλε τέτοιο πράμα με το νου του; Τι; γιατί δίνει στην Ελένη μαθήματα μουσική, πρέπει να πάη να την αγαπήση; Ποιος καφκιέται μπροστά μου για αγάπη; Εγώ τον έφερα στο σπίτι. Εγώ να του δώσω δρόμο. Αμέσως να πάρη άλλο δάσκαλο η Ελένη, να μην είναι, να μην είναι πάντα στο μάθημα η Λέλα. Να φύγη αφτός, να ξεπαστρεφτή, να μη φανή πια. Να χαρούμε την αγάπη στα γεμάτα.
Να παρασταθή κι αυτός στη σκηνή σα δύσκολο πράμα, αφού συχνά πυκνά ξεπέφτει από γοργό διάλογο σε μακρινές ομιλίες που δεν τις σηκώνει το θέατρο. Μήτ' αυτό όμως μήτε τάλλα ψεγάδια του δεν προσπάθησα να τα λιγοστέψω όσο μπορούσα, αφού σκοπός μου δεν είτανε να δείξω δραματικό πρότυπο παρά μόνο το &δρόμο&.
Πώς να μην κλαίμε; Τριστάνε, αντρειωμένε βαρώνε, θα πεθάνης λοιπόν με τόσο άτιμη προδοσία; Και συ, Βασίλισσα αγνή, Βασίλισσα τιμημένη, σε ποιον τόπο θα γεννηθή ποτέ βασιλοπούλα τόσο ώμορφη και τόσο αξιολάτρευτη; Αυτά λοιπόν κατώρθωσε με τα μάγια του ο νάνος καμπούρης; Ω! που να μη δη ποτέ Θεού πρόσωπο όποιος τον απαντήση στο δρόμο του και δεν του χώση το σπαθί στην κοιλιά του!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν