Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Χωρίς εντελώς να κοιμώμαι, ήρχιζον ήδη αι σκέψεις μου να λαμβάνωσιν ονείρων μορφήν, ότε εξαίφνης ακούω ήχον βαρύν σώματος πίπτοντος εντός της θαλάσσης και τρόμου συγχρόνως κραυγάς : ― Έπεσε εις την θάλασσαν ! Έπεσε εις την θάλασσαν! Ευρέθην διά μιας εις την πρύμνην. Η Ανδριάνα δεν ήτο εις την θέσιν της.

Είπε, και αυτόν εβρόντησε ψηλάθε μέγα κύμα με ορμή φρικτή, κ' εγύρισε κλονώντας την πλωτή του. και απ' την πλωτήν έπεσε αυτός μακράν, και το πηδάλι 315 απέλυσε απ' τα χέρια του•την μέση το κατάρτι φρικτή του σύντριψε πολλών σμιχτών ανέμων ζάλη, κ' η αντένα ομού και το πανίτο πέλαο πέσαν πέρα. πολληώρα τον εσκέπασεν η θάλασα, ουδ' εμπόρει να έβγη ευθύς, απ' την ορμή, 'που 'χε το μέγα κύμα, 320 βαρύς από τα ενδύματα, 'που του 'χε δώσ' η νύμφη. αργά εσηκώθη, κ' έφτυσε πικρήν από το στόμα την άρμη, 'πώρρεε ρονιαίς από την κεφαλή του. και την πλωτή δεν ξέχασε, μ' όλα τα πάθη οπού 'χε, αλλ' ώρμησε εις τα κύματα κ' επιάσθηκε απ' εκείνη, 325 κ' εκάθισε εις την μέση της, τον θάνατον να φύγη• κ' εδώ την έφερνε κ' εκεί το ρεύμα των κυμάτων• και ως το φθινόπωρ' ο Βορηάς τ' αγκάθιατην πεδιάδα σέρνει, και αυτ' όλα δένονται πυκνά, και αυτήν ομοίως κείθε κ' εδώθ' οι άνεμοιτα πέλαγος εφέρναν. 330 και πότε ο Νότος του Βορηά την ρίχνει να την πάρη, και πότε ο Εύρος δίδει την κυνήγι του Ζεφύρου.

Και τους κατευώδωσε προς το μέρος της καλύβης, όπου οι δύο συμπόται είχαν σηκωθή έκπληκτοι, μη εννοούντες τι συνέβαινε, και ο Λούκας φανταζόμενος την λίμνην ως θάλασσαν, έλεγε·Κανένα δελφίνι θα έπεσε κοντά στη βάρκα. — Φθάνει να μην είνε κανένα σκυλόψαρο, και σου αφανίση τα κεφολόπ'λα, καρδάσ', είπεν ο Παρρήσης.

ΗΡΑΚΛΗΣ Πρέπει να φύγω από 'δω κι' αλλού να καταλύσω. ΑΔΜΗΤΟΣ Αδύνατον! Τέτοιο κακό ποτέ δεν θα μου κάμης. ΗΡΑΚΛΗΣ Σ' αυτούς που έχουν τη λύπη τους είν' οχληρός ο ξένος. ΑΔΜΗΤΟΣ Οι πεθαμένοι 'πέθαναν. Πέρασε μέσ' στο σπίτι. ΗΡΑΚΛΗΣ Δεν είναι πρέπον άνθρωπος να κάθεται να τρώγη σε σπίτι όπου έπεσε η συμφορά κ' η λύπη. ΑΔΜΗΤΟΣ Είναι οι ξενώνες χωριστά. Εκεί θα σε οδηγήσω.

Σαν έπεσε η νύχτα, άφησε τους κυνηγούς του στο δάσος, πήρε το νάνο πισοκάπουλα, και γύρισε στο Τινταγκέλ. Από μια είσοδο που ήξερε, μπήκε στον κήπο κι' ο νάνος τον ωδήγησε κάτω από το μεγάλο πεύκο. «Ωραίε Βασιληά, πρέπει ν' ανεβήτε στα κλαδιά αυτού του δένδρου. Πάρ'τε κει πάνω το τόξο και τα βέλη σας: ίσως σας χρειασθούν. Και ησυχάστε, δε θα περιμένετε πολύ.

Το καλοκαιριάτικο μεσημέρι σταλίζουν τα πρόβατα στον ίσκιο του μεγάλου πεύκου, αποσταμένα από το λιοπύρι. Και βράδι-βράδι τα οδηγούν στις στάνες. Σα νυχτώσει, βλέπει ο δραγάτης φωτιές, σαν άστρα στο βουνό. Ώρες ώρες ακούει γαυγίσματα μαντρόσκυλων. Έπεσε να κοιμηθεί το χωριό, και ο δραγάτης όλο φυλάγει, περιδιαβάζοντας στ' αμπέλια και στα περιβόλια, με τ' όπλο στον ώμο.

Γιατί, εσκέφθην, να πονώ και να παραπονούμαι, αφού και ένας ισχυρός μονάρχης της Αγγλίας, — το σεβαστόν του όνομα καλά, δεν ενθυμούμαι, πηγαίνετε και λάβετε αλλού πληροφορίας, — Όταν κι' εκείνος έπεσε από τον θρόνο κάτω, και το 'ψηλό κεφάλι του δεν είχε πού να κλίνη, σαν ψωμοζήτης άθλιος 'στον κόσμο επλανάτο, ως ότου πια κατήντησε χοιροβοσκός να γίνη;

Μα τότες του Πηλέα ο γιος της λέει βαρύ με πάθος «Τώρα ας ψοφήσω! αφούτανε το βλάμη να μη σώσω σα σφάζουνταν, μόνε έπεσε αλάργα απ' την πατρίδα, κι' έβοσκα εγώ σα μ' έκραζε ζητώντας μου βοήθια. 100 Και τώρα τί; θα ξέρω εγώ τ' αδέρφια μου πως Τρώες 103 τα σφάζουν και θα κάθουμαι με χέρια σταβρωμένα, της γης σαβούρα ανόφελη, στα πλοία εδώ κλεισμένος; Εφτύς θα τρέξω ναν τον βρω, του δόλιου μου Πατρόκλου 114 το ρημαχτή τον Έχτορα, και καλώς νάρθει ο χάρος 115 σα θέλει ο Δίας κι' οι λοιποί θεοί να μου τον στείλουν!

Αλλά μόλις εκινήθη, ενόησε πληρέστατα την απελπιστικήν θέσιν της καταστάσεώς του. Η κατάστασίς του εβελτιώθη, λέγουν, και ο ασθενής εφαίνετο εις την οδόν της τελείας θεραπείας, όταν έπεσε θύμα της ιατρικής πειραματίσεως.

Αισθανόταν πόσο δύσκολο θα της ήτον ν' αποκαλύψη στον σύζυγό της ό,τι είχε μέσα στην καρδιά της και όταν ακόμη είχε την πιο καλή διάθεση· έπεσε σε μελαγχολία, που την στενοχωρούσε τόσο περισσότερο, όσο ζητούσε να την αποκρύψη και να καταπιή τα δάκρυά της.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν