Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Ιουνίου 2025


Μ' οχτώ ποδάρια σκλεπωτά, που στο πλευρό βαδίζουν· Κι' αυτά τα τερατόμορφα Καβούρια ονοματίζουν· Η δυναταίς κοπίδες τους το μέρος που δαγκάσουν, Θενά το κόψουν άφευχτα· θελά το κομματιάσουν. 600 Νοραίς λοιπόν των Ποντικών ποδάρια τους λιανίζουν. Κι' οχ τ' αποδέλοιπο κορμί με πόνους τα χωρίζουν·. Χτυπάν μ' αγώνα οι Ποντικοί και με τα δυνατά τους· Δεν κατορθόνον τίποτες σ' εκείνους τ' άρματά τους.

Εφόρειε μεγάλη σκούφια 'ςτό κεφάλι του, στολισμένη με ωραία φτερά, και μακρύ μεταξοπράσινο δουλαμά, περιπλουμισμένον με χρυσά σιρίτια, που φάνταζε θαυμάσια, καμωμένος με πολλή μαστοριά και με τέτοια τέχνη ντυμένος, όπου σα σκέπαζεν από τη μέση και κάτου τ' άρματα, εφαίνονταν και τ' άρματα κ' εφαίνονταν κι αυτός.

Έτσι είπαν, και τους ξάκουσε τη προσεφκή η Παλλάδα. 295 Λοιπόν σαν προσεφκήθηκαν στην κόρη του μεγάλου Διός, μέσα στα σκοτεινά κινούν σαν διο λιοντάρια, περνώντας αίματα, άρματα, λαβωματιές, κουφάρια. Μα και των Τρώων ο άφοβος ο Έχτορας τ' ασκέρι δεν άφισε να κοιμηθεί, μον σε βουλή τους πρώτους 300 φωνάζει, όσοι είταν πρόκριτοι και στρατηγοί των Τρώων.

Αφτός το χάρισε του Μόλου θυμητάρι, και πάλε αφτός ναν το φοράει το χάρισε του γιου του. 270 Τότε ο Δυσσιάς το φόρεσε και τούρθε στο κεφάλι. Έτσι λοιπόν σαν έβαλαν τα φοβερά άρματά τους, κινούνε, κι' άφηκαν εκεί των προεστών το πλήθος. Κι' απάς στο δρόμο η Αθηνά τους έστειλε μια λάκρα δεξά· μα το καλό πουλί μες στο βαθύ σκοτάδι 275 δεν τόδαν, μόνε λάλησε κι' ακούστηκε η φωνή του.

Αυτά 'πε· κείνος άκουσε τον ποθητόν πατέρα, και, οπ' είχε τα λαμπρ' άρματα, 'ς τον θάλαμο, κατέβη· εκείθ' ασπίδαις τέσσεραις επήρε, οκτώ κοντάρια, 110 τέσσαρα κράνη χάλκινα, μ' αλόγου χήτη ωραία· τα 'φερνε και δεν άργησε να φθάσητον πατέρα. κείνος με τα λαμπρ' άρματα το σώμ' έζωσε πρώτος, κατόπ' οι δούλοι εζώνονταν και οι τρεις επήραν θέσι σιμάτον πολυμήχανον ανδρείον Οδυσσέα. 115 και αυτός, όσο του ευρίσκονταν ακόντια να παλαίση, 'ς το σπίτι του θανάτονε με κάθε βέλος έναν απ' τους μνηστήραις, κ' έπεφταν σωρός εκείνοι εμπρός του. και άμ' έλειψαν του βασιληά, 'που τόξευε, τα βέλη, του στέρεου μεγάρου τουτον θυροπαραστάτη 120 το τόξον έκλινε αντικρύ των τοίχων φωτοβόλων, κ' έζωσ' ευθύςτους ώμους του τετράδιπλην ασπίδα, εις την γενναίαν κεφαλήν καλόν έθεσε κράνος μ' αλόγου χήτη, και φρικτά σειόταν επάν' ο λόφος, και δύο πήρε δυνατά κοντάρια χαλκοφόρα. 125

Έτσι είπε, και την άκουσε η κρουσταλλόκορφη Ήρα, και πάει ευτύς και συγυρνάει τα χρυσοστέφανα άτια, η Ήρα η αρχιθέαινα, του Κρόνου η θυγατέρα. Και μες στου Δία η Αθηνά το γονικό παλάτι χάμου αμολάει στο πάτωμα τ' αφράτο φόρεμά της, 385 ξομπλιό σκουτί, που κέντησε μονάχη μ' επιστήμη, και τα τσαπράζα βάζοντας του Συγνεφοσυνάχτη φορούσε τ' άρματα να βγει στη δακροδότρα μάχη.

Και τότε ο πολεμόχαρος Μενέλας σαν τον είδε που τρανταχτά δρασκέλιζε ολόμπροστα απ' τους άλλους, χάρηκε σάμπως λέοντας που βρίσκει ένα μεγάλο κόματο, ή διπλοκέρατο ζαρκάδι ή αγριογίδι, πεινώντας· τι μ' απόφαση το χάφτει κι' αν ακόμα 25 τον διώχνουν τα γοργά σκυλιά κι' οι νιοι οι παλικαράδες· έτσι ο Μενέλας χάρηκε σαν είδε το λεβέντη Αλέξαντροτι είπε στο νου «θα γδικιωθώ τον κλέφτη!» — και χάμου αμέσως πήδηξε με τ' άρματα οχ τ' αμάξι.

ΧΙΟΣ. Κ' ίντα σας έκαμα εγώ μαθές; ήφτεξά σας τίποτις; εγώ ριξα το πιστόλι; εγώ βάρεσα τον κρητικό; ε μιλλήτενε μαθές; Ίντ άκαμα; εγώ άρματα ε φορώ, που να πήτεν πως βόθουμουν τ' αρβανίτη, — ε ίνταεν εκοιμούμουνε; ΑΣΤ. Δεν περνούνε σε μένα Μπαρτζολέταιςθα σε στείλω α ρέστο νον ζε κάζο. ΧΙΟΣ. Χίλλια ριάλλια δίνω σας, και μη με στέρνετε στη φυλακή, γιατί με σβύνετεν πλια.

Μολαταύτα κάθε πρωί ανοίγουν διάπλατες οι πύλες της πόλης και πεζοί ή πάνω σε άρματα οι πολεμισταί προχωρούν στη μάχη και μυκτηρίζουν τους εχθρούς των πίσω από τις σιδερένιες τους μάσκες. Ολημέρα λυσσομανάει η αμάχη, κι όταν η νύχτα πέση, λαμπυρίζουν τα δαδιά στις τέντες κι' ανάβει ο φανός στη μεγάλη κάμαρα.

Αυτά 'πε κ' εβλεφάρισε· και ακονισμένο ξίφος ο ποθητός εζώσθ' υιός του θείου Οδυσσέα, κοντάρι εφούκτωσε κ' ευθύςτο πλάγι εκείνου εστήθη, σιμάτον θρόνο, κ' έλαμπε με τ' άρματα ζωσμένος Ραψωδία Χ

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν