Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Ιουνίου 2025


Για να σας φέρη μαρτυριαίς σε πιούς καιρούς και τόπους, Τα ζώα γλώσσαις έκρεναν σαν όλους τους ανθρώπους· Και με πια χέρια ημπόρηγαν τα άρματα να πιάσουν, 15 Και σαν κι' εκείνους γνωστικά πολλαίς δουλιαίς να σιάσουν. Αυτός με το κεφάλι του δεν τα 'χει εφευρεμένα· Αλλούθε τα δανείστηκε, κι' απ' άλλον συγγραμμένα.

Εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ του όρθρου κόρη, κ' έστειλα τους συντρόφους μουτα δώματα της Κίρκης, του νεκρωμένου Ελπήνορα το λείψανο να πάρουν. 10 και αφού κορμούς εκόψαμε, 'ς τ' ακρότατο ακρογιάλι τον θάπταμε περίλυποι, κ' έρρεε θερμό το δάκρυ. και άμα ο νεκρός και του νεκρού τ' άρματα ομού καήκαν, μνήμα του εσηκώσαμε, θέσαμ' επάνω στήλη. κ' ίσιον εστήσαμε κουπίτην κορυφή του τάφου. 15

Μα τόρα ούτε και τα πολλά πλούτη: βαρέλια τα φλωριά, αρμάθες τα κολλονάτα, στέρνες αστείρευτες τα δουβλόνια τ' ασημοκάντηλα, τα λιθοκόσμητα πουκάμισα των αγίων άρματα τ' ανεχτίμητα· στοίβες απάτητες τα γουναρικά, οι τσόχες, οι σελτέδες, τα τουλουπάνια, τα μεταξωτά, τα σαμούρια και τα λαχούρια.

Έτσι είπαν, και τα φοβερά φορέσανε άρματά τους. 254 Κι' έδωκε στου Τυδιά το γιο ο άξιος Θρασυμήδης 255 δίστομο λάζοτι άφισε στα πλοία το δικό τουκι' ασπίδα, και του φόρεσε έναν ταβρήσο σκούφο με δίχως φούντα ή χάλκινα στεφάνια, π' απλοσκούφι τον λεν και των παλικαριών γλυτώνει τα κεφάλια.

Τότες απάντησε ο γοργός γιος του Πηλέα κι' είπε «Πώς θες να σύρω αφού οι οχτροί μού πήραν τ' άρματα μου; Η μάννα πριν δεν ήθελε ν' αρματωθώ για μάχη εδώ πριν έρθει και ξανά τα μάτια μου τη δούνε. 190 Τι μούταξε απ' τον Ήφαιστο λαμπρά άρματα να φέρειΤότε η γοργόποδη Ίριδα του λέει κι' αφτή διο λόγια 195 «Ναί, αφτό το ξέρουμε κι' εμείς, τα όπλα πως σ' τα πήραν.

Να μοιράσουμε τι; ρωτά το αδέσμευτο πνεύμα μέσα στο κεφάλι του καπετάνιου. Θέλεις τα ρούχα μου, θέλεις τ' άρματα και τα χρυσαφικά μου; Δικά σου είνε· δικός σου είμαι κ' εγώ. Μπροστά σου μ' έχεις άβουλον και ακυβέρνητον. Μη ζητάς όμως τα πλούτη τα κρυμένα. Τα ξέρεις και τα ξέρω. Μην τα ζητάς! Το είπεδεν το είπε, το άκουσεν ο βρυκόλακας.

Να κράξεις είπε στ' άρματα όλο τ' ασκέρι αμέσως, που τώρα την πλατύδρομη μπορείς να πάρεις Τροία, γιατί στον Έλυμπο οι θεοί δεν έχουν πια διο γνώμες, 30 τι με τα περικάλια της τους γύρισε μαζί της όλους η Ήρα, και καημοί προσμένουνε απ' το Δία τους Τρώες. Μον θυμήσου τα, και τήρα μη σε πιάσει αλησμονιά όταν σηκωθείς απ' το βαθύ τον ύπνο

Μα κι' έτσι δεν αστόχησε τα λόγια του Μενέλα, Μον τρέχει ομπρός, και τ' άρματα σ' ένα συντρόφι αφήκε, στα Λαοδόκο, που κοντά του γύρναε τα γοργά άτια. Έτσι, λεβέντη Αντίλοχε, στα δάκρια βουτημένο 700 μακριά οχ τη βράση και σφαγή σε πάγαιναν τα πόδια να δώσεις στου Πηλιά το γιο τα θλιβερά μαντάτα.

Τότε ο λεβέντης Έχτορας τ' απάντησε διο λόγια «Αία, αφού σούδωκε ο θεός κορμοστασά αντριοσύνη και γνώση, κι' είσαι στ' άρματα των Αχαιών ο πρώτος, τώρα τη μάχη ας πάψουμε τις λαβωσές τους χτύπους, 290σήμερα· απέ έπειτα ξανά χτυπιούμαστε ως που ο Δίας να μας χωρίσει, κι' ένας μας τη νίκη να κερδίσει· τώρα νυχτώνει, σαν καλό ν' ακούμε και τη Νύχτακι' εσύ στα πλοία πήγαινε και καλοκάρδισε όλους, κι' απ' όλους πρώτα, τους δικούς και τους συντρόφους πούχεις, 295 και πάλι εγώ μες στο καστρί του βασιλιά Πριάμου όλων θα γιάνω την καρδιά, κι' αντρών και γυναικώνε, που στους θεούς θα πρόσπεσαν, τι τρέμουν μήπως πάθω.

Ακόμα δεν απόκαμεν ο ουρανός γυρνώντας να σέρνη και να φέρνη εδώ τους μήνες και τους χρόνους· πολλά θα σύρουν άρματα τάλογα τα βαρβάτα· και θα φανή κι ο νικητής που ωδή θε να του πλέξω· και θάν' οι νίκες του τρανές σαν του Αχιλλέως τις νίκες ή σαν τις νίκες του Αίαντος πέρα στην πεδιάδα πούν' ο Σιμόεις ποταμός, πούνε κι ο τάφος του Ίλου.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν