United States or Haiti ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χωρίς να τηνέ ρωτήση τι έλεγαν οι γυναίκες, κύτταζε η Λιόλια, κύτταζε το παιδί, βούλιαζε τη ματιά της μέσα στην κερένια σάρκα του, λες κ’ ήθελε να βγάλη απομέσα κάποιο φριχτό μυστικό πούχανε δη εκείνες, ψηλαφούσε με τη ματιά της το προσωπάκι το χλωμό, σα νάθελε να μαζέψη αποπάνω του τα λόγια των γυναικώνε: μαυράδια που το λέρωναν. . κ' έξαφνα εκεί που κύτταζε πέρασε μπρος απ’ τα μάτια της ένα χλωμό φεγγάρι και φώτισε του παιδιού το πρόσωπο. . και τότε είδε. . και κατάλαβε κ' έβγαλε μια φωνή και λιγοθύμησε. . . Αυτή η ματιά του φεγγαριού ήτον πιο τρομερή απ’ όλες τις άλλες. . . Σαν ήρθ' ο Νίκος σπίτι, μεσημέρι περασμένο, ήτον κατακίτρινος: του τάχαν προφτασμένα οι γυναίκες τα γεννητούρια του παιδιού του και πως δεν ήτονε για ζωή, εφταμηνίτικο καθώς ήτον και καλύτερα, γιατί και να ζούσε δεν θα το χαιρόταν ούτ’ αυτός ούτ' η Λιόλια επειδής που μοιάζε πολύ της μακαρίτισσας.

Όχι βέβαια εμένα. Ίσως της μακαρίτισσας της μάννας της . . . ΜΙΣΤΡΑΣΠες καλύτερα της μάννας της μάννας της και τράβα κορδέλα ως τη συχωρεμένη την Εύα, ως την πρώτη μάννα, πάει να πη, όλων των γυναικώνε. ΒΕΡΑΕίναι στις κακίες του ο κ. Φλέρης σήμερα. Αφίστε τον. ΦΛΕΡΗΣΈστω ... ΜΙΣΤΡΑΣΜα τι κακίες, κοκώνα μου, τι κακίες! Ο Τάσσος πάει να πη, είναι ένας παράξενος άνθρωπος.

Τότε ο λεβέντης Έχτορας τ' απάντησε διο λόγια «Αία, αφού σούδωκε ο θεός κορμοστασά αντριοσύνη και γνώση, κι' είσαι στ' άρματα των Αχαιών ο πρώτος, τώρα τη μάχη ας πάψουμε τις λαβωσές τους χτύπους, 290σήμερα· απέ έπειτα ξανά χτυπιούμαστε ως που ο Δίας να μας χωρίσει, κι' ένας μας τη νίκη να κερδίσει· τώρα νυχτώνει, σαν καλό ν' ακούμε και τη Νύχτακι' εσύ στα πλοία πήγαινε και καλοκάρδισε όλους, κι' απ' όλους πρώτα, τους δικούς και τους συντρόφους πούχεις, 295 και πάλι εγώ μες στο καστρί του βασιλιά Πριάμου όλων θα γιάνω την καρδιά, κι' αντρών και γυναικώνε, που στους θεούς θα πρόσπεσαν, τι τρέμουν μήπως πάθω.

Μαζί του κατέβαινε η σαλάτα που κολυμπούσε στο λάδι, μαζί του ταυγά τα τηγανιτά, μαζί του το κομματιαστό το γουρουνάκι, το τυρί, τα κάστανα, τα καρύδιατίποτις μονάχο του δεν κατέβαινε. Και κάθε φορά "Εισυγεία!„ Την μπουκάλα ο κυρ Γιάννης στο πλάγι, και δος του Κισαμιώτικο. Κατά το τέλος περουνιάζει κι απόνα κοψίδι κρέας και τα προσφέρνει τω γυναικώνε με ποτήρι κρασί. Τιμητικό συνήθιο κι αυτό.