United States or Laos ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτόν τον στέλνει ο Ευρυσθεύς στα παγωμένα μέρη της Θράκης, δύο άλογα ζευγάρι να του φέρη. Αυτός θα φιλοξενηθή στου Αδμήτου το παλάτι και μέσα από τα χέρια σου θα πάρη την γυναίκα. Έτσι κανένας από μας δεν θα χρωστάη χάρι σ' εσένα, και εγώ θα κάμω αυτό που θέλω και πιο πολύ θα σε μισώ αφ' ό,τι σ' εμισούσα.

Μπαρκαρίζεται με τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη, τη γριά, δυο υπηρέτες και τα δυο ανδαλούσια άλογα, που ανήκαν άλλοτες στον κύριο μέγαν Ιεροξεταστή της Πορτογαλλίας. Σ' όλο το ταξίδι μιλήσανε πολύ για τη φιλοσοφία του άτυχου Παγγλώσση.

Θα φροντίσω να έχωμεν συχνήν και τακτικήν συγκοινωνίαν. Υγίαινε, αγαπητή μου αδελφή. Εις το καλόν, Γλόστερ. Τι νέα; Πού είναι ο βασιλεύς; ΟΣΒ. Τον εφυγάδευσ' απ' εδώ ο Γλόστερ. Εις την θύραν Ιππόται τον επρόσμεναν, έως τριανταπέντε, και μ' άλλους άρχοντας μαζί επήγαν εις το Δούβρον, όπου ελπίζουν φίλους των να εύρουν ωπλισμένους. ΚΟΡΝ. Της αδελφής μου τ' άλογα ετοίμασε αμέσως.

Ένας ένας πέφτανε σαν τις μυίγες. Κάμανε μια στιγμή να δείξουνε στήθος· μα γλήγορα το κατάλαβαν πως είνε χαμένοι, κι όπου φύγη φύγη πια τότες. Αφίνουν άλογα, μουλάρια, κανόνια, και παίρνουνε τα βουνά. Από το μέρος εκείνο του λόγγου ως το Κράπι στρωμένος ο τόπος νεκρούς. Βδομάδες και βδομάδες δεν μπορούσες να περάσης από κει και να μη λιγοθυμήσης από τη βρώμα. Ως τον Αρμυρό τους ακολουθήσαμε.

Αυτά 'πε καιτον Όλυμπο τον υψηλόν ανέβη• και απ' την γλυκειά του ανάπαυσι τον Νεστορίδη εκείνος σήκωσε, με το πόδι του κινώντας τον, και του 'πε• 45 «Νεστορίδη Πεισίστρατε, σήκω, 'ς τ' αμάξι ζέψε τ' άλογα τα μονόνυχα, να πάρουμ' ευθύς δρόμο».

Και οι νάνοι και οι γιάνας, μικρές νεράιδες που τη μέρα μένουν στο καμωμένο από βράχους σπίτι τους να υφαίνουν χρυσό πανί σε χρυσούς αργαλειούς, χόρευαν στον ίσκιο των μεγάλων θάμνων της αγριελιάς, ενώ οι γίγαντες πρόβαλαν ανάμεσα από τους φεγγαρολουσμένους βράχους των βουνών, κρατώντας από τα χαλινάρια τα τεράστια πράσινα άλογά τους που μόνο εκείνοι μπορούν να καβαλικέψουν και κατασκόπευαν εάν εκεί κάτω, ανάμεσα στις εκτάσεις του βλαβερού φλόμου κρυβόταν κανείς δράκος ή εάν το μυθικό φίδι κανανέα, που ζούσε από τα χρόνια του Χριστού ακόμη, σερνόταν πάνω στην άμμο γύρω από το βάλτο.

Σταίνουν αράδες τ' άλογα, και βγαίνουνε απ' τ' αμάξια, έπειτα βγάζουν τ' άρματα κι' εκεί τ' αφίνουν χάμου, σιμά κι' οι διο, και λίγη γης τους χώριζε στη μέση. 115 Κι' ο Έχτορας τότε έστειλε διο κράχτες μες στη χώρα να φέρουν γλήγορα τ' αρνιά, το γέροντα να κράξουν.

Καιρός να φεύγωμεν ΜΑΚΒΕΘ Γοργά να είναι τ' άλογά σας και ασφαλή τα πόδια των. Η ώρα η καλή σας! Ως τας επτά καθένας σας ας κάμη ό,τι θέλει. Διά να μ' είν' η συντροφιά ακόμη γλυκυτέρα, κι' εγώ σκοπεύω μόνος μου να μείνω ως το βράδυ. Λοιπόν, μαζί σας ο Θεός! ΜΑΚΒΕΘ Εσύ, — εσένα λέγω· ακόμη δεν εφάνησαν οι άνθρωποι εκείνοι; ΥΠΗΡΕΤΗΣτου παλατιού, αυθέντα μου, την θύραν περιμένουν.

Τότες απ' το Διομήδη πριν κανείς, κιας είταν τόσοι, δεν είπε ομπρός πως τράβηξε με τ' άφταστα άλογά του, πως το χαντάκι διάβηκε κι' αρχίνησε πελέκι, 255 Μον Τρώα αφτός πολύ πιο πριν σκοτώνει, τον Αγέλα, το γιο του Φράδμου. Τ' άλογα γυρνούσε αφτός να φύγει· σαν έστριψε όμως, τούμπηξε ανάμεσα στους διο ώμουςστην πλάτη — τ' όπλο, κι' αντικρύ τού τόβγαλε ως τα στήθια.

Τι άλογα και τι άτια! τι φώκες και τι φάλαινες! τι Σειρήνες και τι Μέδουσες εκλωθογύριζαν κοπαδιαστά, εβρυχώνταν και αλλάλαζαν με χίλιων λογιών σφυρίγματα, χτύπους, κραυγές, δοντοκοπήματα στο σύσκοτον εκείνο χάος και την ασάφεια. Ν' ανησυχώ άρχισα.