Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Και τότε πάλιν η Χρυσόπορτα θα στολίση ελλήνων βασιλέων θριάμβους και τρόπαια. Τότε θα πάρουμε και τα κουρσεμένα πίσω. Τα πλούτη μας, τις δόξες, τα ιερά μας. Θα πάρουμε το σπαθί του Κωνσταντίνου και την κολυμπίθρα του πορφυρογέννητου· τις πόρτες του Ναού μας, το Ρωλόγι των Μάγων, τ' άλογα τ' αράθυμα.
Ηξεύρω όμως, διατί έχει το καυκί του ο σάλιαγκος. ΛΗΡ Διατί; ΓΕΛΩΤ. Διά να χώνη μέσα το κεφάλι του· όχι διά να το δίδη χάρισμα εις τας θυγατέρας του και ν' αφίνη ολόγυμνα τα κέρατά του. Θέλω να λησμονήσω το φυσικόν μου! — Εγώ, ο τόσον καλός πατέρας!... Είναι έτοιμα τα άλογά μου; ΓΕΛΩΤ. Τα γαϊδούρια σου σου τα ετοιμάζουν. — Έχει τον λόγον του, ότι οι επτά αστέρες δεν είναι περισσότεροι από επτά.
Εδώ μαχαίρια κρύπτονται 'ς τα χαμογέλοια μέσα· τα δε συγγενικώτερα βαθύτερα πληγόνουν. ΜΑΛΚΟΛΜ Το βέλος 'ς το σημάδι του δεν έπεσεν ακόμη· — καλόν να τ' αποφύγωμεν, εμπρός του μη μας εύρη! — Εις τ' άλογα! Χαιρετισμοί κ' ευγένειαι ας λείψουν· ωσάν τους κλέπτας φεύγωμεν. Κλοπή συγχωρημένη κανείς να κλέπτετ' απ' εκεί, όπου ελπίς δεν μένει.
Κι' όλα αφού σώρεψαν παντού τα ξύλα, αφτού καθίζουν και μένουν όλοι αχώριστοι. Κι' ο Αχιλιάς τότ' όλους τους πολεμόψητους εκεί προστάζει Μυρμιδόνες ν' αρματωθούν και τ' άλογα να ζέψουνε στ' αμάξια. 130 Πρόθυμοι αφτοί σηκώνουνται και ζώνουν τ' άρματά τους, κι' όλοι στ' αμάξια — κι' οδηγοί και μαχητάδες — μπαίνουν.
Είπε, και στ' άλογα έσκουξε να τρέξουν και τους είπε 184 «Καιρός σας τώρα τους πολλούς να μου πλερώστε κόπους 185 πούχει συχνά για σας τ' Αητιού η κόρη, η Αντρομάχη, τι εσάς καρδόγλυκη ταγή σας βάζει πριν εμένα, 188 που ζηλεμένονε άντρα της με ξέρει ο κόσμος όλος. 190 Μόνε στα τέσσερα, κι' ομπρός! τρεχάτε καταπόδι.
Αυτή ως επί το πλείστον εκαβαλίκευε ένα άλογο τατάρικο άσπρο με βούλλες κόκκινες, και επεριπατούσεν ανάμεσα εις εκατό σκλάβες ενδεδυμένες με πολλήν μεγαλοπρέπειαν, επάνω εις τόσα άλογα μαύρα.
Εκεί αυτοί επούλησαν τα άλογά τους, και έζησαν με πολλήν ανάπαυσιν, έως που είχαν δηνάρια· και σώνοντάς τα εσηκώθησαν από εκεί, και υπήγαν παρεμπρός εις τες τέντες των προεστών· εκεί εμπήκαν εις μίαν τένταν που ήταν επιταυτού διά τους πτωχούς ξένους, και εκεί έμειναν χωρίς καμμίαν βοήθειαν. Ο Καλάφ απεφάσισε και επήγαινε διά να ζητήση ελεημοσύνην.
Ξεπεδουκλώνει τ' άλογα και πάει να τα ποτίση. Ερρόδιζεν η ανατολή κι' ο αυγερινός τραβιώταν, Πάηνε στα οργώματα ο ζευγάς κι' η κοπελλιά στο πλύμα Και το πουλάκι ολόγλυκον κελαϊδισμό κρατούσε. Άκουγε ο γέρος το πουλί, τήραε τα κορφοβούνια, Ολογυρνούσε τα δεντρά, κ' έλεγε με τον νου του: — Καλότυχα, μωρέ δεντρά, που ζάτε χίλια χρόνια, Που ανθίζετε κάθ' άνοιξη και κάθε καλοκαίρι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν