Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Κάρα και αμάξια, άμαξες και σούστες, άλογα με μπρούζινα κουδούνια στο λαιμό, άλλα φορτωμένα ξύλα μεγάλα, άλλα γυρίζοντας από τους μύλους φορτωμένα αλέσματα, άλογα της καβάλλας, βώδια και γαϊδουράκια, μουλάρια φορτωμένα κάρβουνα και κοπάδια πρόβατα και γίδια, πλημμύριζαν τους χαρωπούς αυτούς δρόμους.
Τον εσπλαχνίστηκε από τα παρακάλια του ο Άστυλος κι αφού μπήκε στο περιβόλι κ' είδε τον αφανισμό των λουλουδιών, είπεν ότι θα παρακαλέση τον πατέρα του και θα ρίξη το βάρος στ' άλογα, που σαν τάδεσαν εκεί, έκαμαν τη συφορά κι άλλα ετσάκισαν, άλλα τα ετσαλαπάτησαν κι άλλα τα ξερρίζωσαν, αφού λύθηκαν.
Και τ' άλογα oχ τ' αμάξια ξεζέψτε τα και βάλτε τους λίγη ταγή να φάνε, κι' έπειτα πλούσια πρόβατα απ' το καστρί και βόδια 505 αμέσως φέρτε, και ψωμί κρασί απ' τα σπιτικά σας.
Ο άνεμος έμοιαζε να παρασέρνει μαζί του στο μονοπάτι τα άλογα που τα καβαλούσαν χωριάτες κουκουλοφόροι.
ΜΥΡΤ. Εκείνο που ήξερες ήτο πολύ λεπτότερον και δεν είχε σμαράγδους. Αυτός μούφερε και αυτά τα σκουλαρίκια και ένα τάπητα, μου έδωκε δε και δύο μνας προ καιρού και μας επλήρωσε το νοίκι, όχι σάνδαλα από τα Πάταρα και τυρί από το Γύθιο και πράσιν' άλογα.
Δε σας απομένει λοιπόν τίποτες, ωραία Κυνεγόνδη; — Ούτε ένα μαραβεντί είπεν αυτή. — Τι ν' αποφασίσουμε; είπεν ο Αγαθούλης. — Ας πουλήσομε ένα από τα τ' άλογά μας, είπεν η γρηά. Εγώ θα κάτσω στα καπούλια του ζώου, πίσω από τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη, αν και δε μπορώ να βαστιέμαι παρά στο ένα κωλομέρι, και θα φτάσομε στα Γάδειρα.
Και τα καλότριχ' άλογα ράβδισε κ' έφθασ' άμα 380 εις ταις Αυγαίς, όπ' έχει αυτός υπέρλαμπρα παλάτια. Και τότ' η Αθήνη, του Διός κόρη, εσοφίσθηκ' άλλο• έφραξε τα περάσματα των άλλων των ανέμων, να παύσουν τους επρόσταξε και να σιγάσουν όλοι, και τον γοργό τού εκίνησε Βορηά κ' έσπασ' εμπρός του 385 τα κύματα, 'ς τους ναυτικούς Φαίακαις ως να φθάση, σωσμένος απ' τον θάνατον, ο θείος Οδυσσέας.
Μηδ' άλλος τον αμέλησε κανείς τους, μόνε ομπρός του κρατούν τις ομορφόκυκλες ασπίδες, και κατόπι τον παίρνουν κι' όξω οχ τη σφαγή στα χέρια τους τον βγάζουν, ως πούρθαν στα γοργά άλογα που καρτερούσαν πίσω 430 όξω απ' τη μάχη μ' αμαξά και με πανώριο αμάξι, κι' έτσι τον παν προς το καστρί ενώ βαριά βογγούσε.
Εισέρχονται ο ΚΕΝΤ και ο ΟΣΒΑΛΔΟΣ ΟΣΒ. Καλό ξημέρωμα, φίλε. Είσαι του σπιτιού άνθρωπος; ΚΕΝΤ Ναι. ΟΣΒ. Πού να βάλωμεν τ' άλογά μας; ΚΕΝΤ Εις την λάσπην. ΟΣΒ. Παρακαλώ, ειπέ μου, αν μ' αγαπάς. ΚΕΝΤ Δεν σε αγαπώ! ΟΣΒ. Τι τρόπος είναι αυτός; Δεν σε γνωρίζω, άνθρωπε! ΚΕΝΤ Σε γνωρίζω εγώ. ΟΣΒ. Ποίος είμαι λοιπόν;
ΒΑΛΤΑΣΣΑΡ Όχι, αυθέντα μου καλέ, δεν έχω. ΡΩΜΑΙΟΣ Δεν πειράζει. Τρέξε να εύρης άλογα. Ευθύς κ' εγώ θα έλθω. Απόψε, Ιουλιέτα μου, μαζή σου θα πλαγιάσω! Προχθές τον είδα. Βότανα εμάζευε σκυμμένος, με ξεσχισμένον φόρεμα, με φρύδια σουφρωμένα· τον είχε ως το κόκκαλον η πτώχεια φαγωμένον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν