United States or Slovakia ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΜΥΡΤ. Εκείνο που ήξερες ήτο πολύ λεπτότερον και δεν είχε σμαράγδους. Αυτός μούφερε και αυτά τα σκουλαρίκια και ένα τάπητα, μου έδωκε δε και δύο μνας προ καιρού και μας επλήρωσε το νοίκι, όχι σάνδαλα από τα Πάταρα και τυρί από το Γύθιο και πράσιν' άλογα.

Αλλά μετ' ολίγα λεπτά ηγέρθη πάλιν, επήρε τον επί του κιβωτίου τάπητα, τον εξεδίπλωσε, τον ήπλωσε μετά προσοχής επί του καναπέ και εστρώθη μετά μεγαλειτέρας ή πρότερον ευχαριστήσεως, ενώ η παππαδιά εξηκολούθει εν σιωπή την παρά τον νεροχύτην εργασίαν της. Εδικαιούτο πράγματι ο παππά Νάρκισσος να θέλη ανάπαυσιν την μεσημβρίαν της Κυριακής εκείνης. Ήτο επί ποδός από τα εξημερώματα.

Μάθετε ότι είναι κατάμαυρο». Ο Τριστάνος γύρισε κατά τον τοίχο και είπε: «Δε μπορώ να κρατηθώ πεια άλλο στη ζωή». Είπε τρεις φορές: «Ιζόλδη, φίληΤην τέταρτη, παράδωσε την ψυχή. Τότε, σ' όλο το παλάτι έκλαψαν οι ιππότες, οι σύντροφοι του Τριστάνου. Τον εσήκωσαν από το κρεββάτι του, τον εξάπλωσαν σ' έναν πλούσιο τάπητα, και σκέπασαν το σώμα του μ' ένα σάβανο.

Αυτού, 'που 'γνώριζαν και πριν την θέσι, 'κείνοι εμβήκαν• καιτην στερηάν ανέβηκεν ως το μισό σκαρί του, το πλοίον, όπως το 'σπρωχναν με ορμήν οι κουπηλάταις• 115 και απ' το καράβι το καλόν εις την στερηάν εβγήκαν, και βαστακτά σηκόνοντας πρώτα τον Οδυσσέα, μ' όλον τον λαμπρόν τάπητα και το λινό σινδόνι, 'ς την αμμουδιά τον έθεσαν γλυκαποκοιμημένον• τα κτήματ' έπειτ' έβγαλαν, 'που οι Φαίακες του 'δώσαν, 120 καθώς η Αθήνη ευδόκησε, να πάρητην πατρίδα• και όλα σωρό τ' απόθωσαν εις της εληάς την ρίζα, έξω απ' τον δρόμο, μη πριν ή ξυπνήσ' ο Οδυσσέας έλθη διαβάτης άνθρωπος κ' εκείνον αδικήση• κ' εκείνοι οπίσω εγύριζαν. αλλ' είχε ο κοσμοσείστης 125τον νου του όσα εφοβέρισε τον θείον Οδυσσέα απ' την αρχή, και του Διός την γνώμην ερευνούσε•