Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
Είπε, και του την έδωκε στα χέρια του, κι' ο γέρος την πήρε με χαρά, κι' απέ τ' απάντησε διο λόγια 625 «Ναι, γιε μου, αφτά όλα γνωστικά τα μίλησες και δίκια· τι πια, παιδί μου, δε μ' ακούν τα πόδια, ουδέ χοιμούνε τόσο γοργά τα χέρια μου ζερβόδεξα απ' τους ώμους.
Οι πόδες του, ανασυρομένου του βρακίου κατήρχοντο ξηροί ως δύο κλώνοι ελαίας, με τας λευκάς μαλλίνους περικνημίδας και τα υποδήματα τα γεμενιά, εξ απλού εγχωρίου δέρματος, τα λεγόμενα άλλως τομαρίσια. Καποτάκι κοντό με κουκούλαν εκάλυπτε την κεφαλήν του και τους ώμους.
Περνούσαν γυναίκες με ξέπλεκα τα μαύρα μαλλιά στους ώμους σαν πλερέζες∙ ακολουθούσαν άντρες ξεσκούφωτοι με ένα κερί στο χέρι, ξυπόλητοι, σκονισμένοι, σαν να έρχονταν από την άλλη άκρη του κόσμου. Τα μάτια όλων ήταν γεμάτα ερωτηματικά και ελπίδα. Και τα υπομονετικά άλογα ανέβαιναν στο δρόμο γεμάτα χαρά ή πόνο.
Έπειτα, βλέπων ότι οι παρεστώτες ανέμενον, είπεν: — Εθέρμανα όφιν εις τους κόλπους μου. Ο Πετρώνιος ύψωσε τους ώμους, διά να δείξη ότι δεν ήτο πολύ δύσκολον να κόψη τις την κεφαλήν του όφεως εκείνου. — Λοιπόν ομίλει! δος συμβουλήν! το απαιτεί ο Νέρων. Εις σε μόνον έχω εμπιστοσύνην, επειδή έχεις περισσότερον νουν από όλους αυτούς εδώ και με αγαπάς.
Είπε, κ' εσύρθηκαν αυταίς, και το 'παν της παρθένας• κ' έπλαιν' ο θείος Οδυσσηάς μέσ' από το ποτάμι την άρμην απ' τους ώμους του πλατείς και από τα νώτα, 225 κ' έτριβε από την κεφαλή την άχνη της θαλάσσης. και άμα ελούσθη ολόβολος και με το λάδι αλείφθη, εφόρεσε τα ενδύματα, 'που του 'δωκε η παρθένα. κ' έκαμε αυτόν να φαίνεται, η διογενής Αθήνη τρανώτερος, παχύτερος, και από την κεφαλή του 230 σγουρήν την κόμην έσυρε, 'π' ώμοιαζε ανθούς του κρίνου, και ως όταν εις τον άργυρο χρυσάφι περιχύνη τεχνίτης, οπ' ο Ήφαιστος κ' η Αθήνη έχουν διδάξει μ' εντέλεια, και φιλοτεχνεί χαριτωμένα έργα• όμοια και αυτού 'ς την κεφαλή, 'ς το σώμα, έχυσε χάρι. 235 πήγ' έπειτα κ' εκάθισε 'ς της θάλασσας την άκρη• και άστραφτε χάρες κ' ευμορφιά• τον θαύμαζεν η κόρη• κ' είπε 'ς τα καλοπλέξουδα κοράσια τότ' εκείνη•
Για σπηλιά των Νυμφών ήταν ένας μεγάλος βράχος, από μέσα βαθουλός και απ' έξω στρογγυλός· τα αγάλματα των Νυμφών αυτών ήτανε καμωμένα από πέτρα. Ήταν ξυπόλητες· τα χέρια τους γυμνά ίσαμε τους ώμους, τα μαλλιά ίσαμε το λαιμό ριγμένα, ζώνη γύρω στη μέση, πρόσωπο γελαζούμενο. Όλο τους το φτιάσιμο ήτανε σαν να χόρευαν στη σειρά. Η καμάρα της σπηλιάς ήτανε το πιο μεσιανό μέρος του μεγάλου βράχου.
Κωλώνει τότε ο Έχτορας κι' οι στρατηγοί των Τρώων, και με τα ζήτω οι Δαναοί τον Πόθο και το Φόρκη τραβάν και τις αρματωσές τούς λύνουν απ' τους ώμους.
Και το μεν κάτω μέρος αυτής ωμοίαζε με φίδι, εις δε το άνω ήμισυ ωμοίαζε με Γοργόνα, εννοώ κατά το βλέμμα και την φρικτήν μορφήν. Αντί δε μαλλιών από την κεφαλήν της εκρέμοντο δράκοντες, ως βόστρυχοι, και περιετυλίσσοντο εις τον λαιμόν της και συνεστρέφοντο επάνω εις τους ώμους της.
Τοιαύτα τινα πορίσματα της αλληλοδιδακτικής μεθόδου υπέβαλλε συχνά εις την μελέτην των συμμαθητών του ο Γιαννιός ο Βρυκολακάκης. Ταύτα συνέβαιναν καθ' ον χρόνον ο διδάσκαλος, μεγαλόσωμος με ηρακλείους ώμους και βραχίονας, επικαλούμενος συνήθως η «Δασκαλομάννα», προ μικρού είχεν εισέλθει εις το σχολείον, και σχετική ησυχία επεκράτει μεθ' υπόκωφου βοής, ομοία με την φουσκοθαλασσιάν.
Μα τότε ο Πάρης, της Λενιός ο ζηλεμένος άντρας, του τέντωσε το γυριστό δοξάρι, ακουμπισμένος 370 πίσω από στήλη, πούστεκε στ' αντροφτιασμένο μνήμα του Ίλου, του Δαρδάνου γιου, παλιού δημογερόντου. Έλυνε εκιός τα πλουμιστά τσαπράζα απ' τ' Αγαστρόφου τα στήθια, κι' απ' τους ώμους του την πετσωμένη ασπίδα, και τούβγαζε το κράνος του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν