Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025
Καμμιά φωνή δεν αποκρινότανε τώρα σαν τις άλλες φορές στους στοχασμούς του. Οι έγνοιες του είχανε πεθάνει κι' αυτές. Και του ήρθε φόβος. Ξανάκαμε το σταυρό του και καθώς δεν τον βαστούσανε πια τα πόδια, έγυρε και ξαπλώθηκε χάμου, σα ζαλισμένος. Τα γέρικα στήθια του ανεβοκατεβαίνανε, σαν να τα τάραζε φουρτούνα, το κεφάλι του σάλευε, το άσπρο κεφάλι, σ' ένα μυρολόγι παράξενο χωρίς δάκρυα.
Κούρσεβαν έτσι κι' οι παλιοί τα κάστρα και τις χώρες, τέτια έχοντας απόφαση στα στήθια, τέτια γνώμη.» Έτσι στον πόλεμο έβγαζε τα παλικάρια ο γέρος, 310 τι κάτεχε πως πολεμάν απ' τα παλιά τα χρόνια.
Μα τόδε του Φυλέα ο γιος κι' ομπρός πηδάει και ρήχνει, 520 μα δεν τον πήρε — τι έκανε παρέκει, κι' ο Απόλλος του Πάνθου γιο δεν άφινε να πέσει εκεί στους πρώτους — Μον μες στα στήθια κάρφωσε τον Κροίσμο, που βροντώντας πέφτει βαρύς.
Κι' έλα εδωδά καθήστε 495 μαζί μας, γιατί τ' αλόγα τη νίκη λαχταρώντας όπου κι' αν είναι θα φανούν, κι' όλοι θα δείτε τότες τ' άτια μαθές των αρχηγών, πιά 'ναι μπροστά, πιά πίσω.» Έτσι είπε. Και κατόπιν εφτύς στα τέσσερα ο Διομήδης ζυγώνει, κι' όλο τ' άλογα καμότσιζε στους ώμους. 500 Κι' ήρθε στη μέση στάθηκε, ενώ ποτάμι ο ίδρος 507 έτρεχε κάτου οχ των φαριών τους ώμους και τα στήθια.
Μούγκρισε τότες σα θεριό, κι' η μάννα του στα βάθια 35 πούμενε κάτου του γιαλού, στου γέρου της πατέρα, τ' ακούει και σπάει στα κλάματα, και του γιαλού οι νεράιδες μαζέβουνται όλες γύρω της, όσες βαθιά 'ναι κάτου, 38 και γιόμισε η πλατιά σπηλιά· κι' ενώ όλες τους τα στήθια 50 χτυπούσαν, τότε αρχίνησε τα μοιρολόγια η Θέτη «Ακούστε με τη χλιβερή, νεράιδες μου αδερφούλες, για να μου ξέρτε τι καημοί τα σπλάχνα μου σπαράζουν.
Στο δρόμο, μόλις έφθασα στου Λύκωνα το σπίτι, μαζί με τον Ευδάμνιππο είδα το Δέλφι εμπρός μου· ξανθότερ' από ελίχρυσο είχαν κ' οι δυο τα γένεια κ' εγυάλιζαν τα στήθια των πειότερ' απ' τη Σελήνη, δείχνοντας πως εγύριζαν μόλις απ' την παλαίστρα. Πες μου, Σελήνη, πες μου το πώς μου 'γεννήθη η αγάπη.
Εκεί οι αρχόντοι πάγαιναν συμαζωχτοί, ακουμπώντας πας στα κοντάρια, για να δουν την ταραχή, και βόγγαε μέσα η καρδιά στα στήθια τους.
Και σύρτε μάστε στα λογγά όσα μπορείτε ξύλα, π' ολονυχτύς πολλές φωτιές ως να χαράξει η μέρα να καίμε, και μεσούρανα να φτερουγίζει η λάμψη, μήπως οι άκουροι Αχαιοί βαρθούν και νύχτα ακόμα 510 πας στα πλατιά της θάλασσας να μας ξεκόψουν στήθια.
Είπε, και χάμου τίναξε τον Πείσαντρο οχ τ' αμάξι ανάσκελα, με μια ακοντιά τρυπώντας του τα στήθια. Να φύγει ο άλλος πήδησε· όμως κι' αφτόνε χάμου 145 τον σφάζει εκεί, θερίζοντας τα χέρια το κεφάλι, που τόστειλε να κυλιστεί σα σφαίρα μες στο πλήθος. Κι' άφισε αφτούς, και πιο πυκνοί όπου χτυπιούνταν λόχοι χοιμάει, κι' αντάμα του οι λοιποί χαλκοπλισμένοι Αργίτες.
Ω φίλε, ποιο είναι το κρυφό, το ωραίο κρυφό που φέρνει καρδιά προς την καρδιά, και τη δική σου ολόβαθα σ' εμέ τη νιώθω γέρνει όσο ποτέ καμιά; Πως δε διψά κάθε ψυχή μια τέτοια αγάπη, αλήθεια δε λέει όποιος το πει· μη κιόλα είν' άλλο τι η ζωή παρότι ζη στα στήθια κι ό τι πεθαίνει εκεί;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν