Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025


Είπε κι' αμέσως τίναξε μια κονταριά πιδέξια, και βάρεσε έναν αρχηγό και του Αινεία βλάμη, το γιο του Πέργασου Δηκό, που τον τιμούσαν ίσα 535 οι Τρώες σαν του βασιλιά τους γιους, γιατί παράξος είταν στων πρώτων τη σειρά να πολεμάει και σφάζει κατάσπιδα τον βάρεσε, κι' ανόφελη η ασπίδα φάνηκε τότες, τι ο χαλκός τη διαπερνάει και μπαίνει στα κάτου μέρη της κοιλιάς τρυπώντας το ζουνάρι.

Και διά να μη σας ενοχλήσω, παραλείπω πολλά άλλα εξαίρετα πράγματα, που είδα εις εκείνο το νησί, σας διηγούμαι μόνον τον πόλεμον που κάμνει ο Ρινόκερως με τον Ελέφαντα, τα οποία θηρία μάχονται ως εχθροί θανάσιμοι· ο Ρινόκερως είναι ζώον διπλασίως μεγαλύτερον από ένα βουβάλι, με ένα κέρατον επάνω εις την μύτην του σουβλερόν, μακρύ έως μίαν πήχην· όταν παλεύη με τον Ελέφαντα, πάσχει να χώση την μύτην του υποκάτω εις την κοιλίαν του Ελέφαντος, και με το κέρατον τρυπώντας την κοιλίαν του Ελέφαντος τον θανατώνει, τον σηκώνει, και τον βαστά επάνω εις το κεφάλι του· αλλά το αίμα που τρέχει από την πληγήν του Ελέφαντος τυφλώνει τον Ρινόκερων και πίπτει κατά γης και το θαυμαστότερον είνε ότι έρχεται το όρνεον Ροκ και σηκώνει τα δύο με τα νύχια του εις τον αέρα και τα φέρει εις την φωλεάν του.

Μα ναν το σώσει τρέχει ευτύς ο άξιος Πολυδάμας, του Πάνθου ο φιός, και ΄βαρεσε τον γιόνε τ' Αρηλύκου 450 δεξά στον ώμο, ως αντικρύ τρυπώντας του τον ώμο· κι' έπεσε εκείνος κι' έσφιξε τη γης στην αγκαλιά του.

Τ' Άλτη είχε κόρη ο Πρίαμοςμα 'χε ένα πλήθος κι' άλλεςκαι διο μας έκανε, μα εσύ θα σφάξεις και τους διο μας. Στων πρώτων σκότωσες πεζών τη μέση το λεβέντη 90 Πολύδωρο, τρυπώντας τον με το βαρύ κοντάρι· χάρος κι' εμένα τώρα εδώ με βρίσκει, τι το ξέρω δε σου γλυτώνω αφού ο θεός στα χέρια σου με στέλνει.

Κι άξαφνα χοντρές χοντρές στάλες βροχής άρχισαν να πέφτουν με ξερό κρότο στο χρυσόστρωμα των ξερών φύλλων τρυπώντας τα. Κ' η φύση όλη τότε άρχισε να κλαίη με βαθύτατη λύπη, μ' ένα παράξενο κλάμμα την ομορφιά της που χάνουνταν πόσβυνε... Κάθε δειλινό με τη λιακάδα έκανα περίπατο στα λιοστάσια της εξοχής.

Είπε, και χάμου τίναξε τον Πείσαντρο οχ τ' αμάξι ανάσκελα, με μια ακοντιά τρυπώντας του τα στήθια. Να φύγει ο άλλος πήδησε· όμως κι' αφτόνε χάμου 145 τον σφάζει εκεί, θερίζοντας τα χέρια το κεφάλι, που τόστειλε να κυλιστεί σα σφαίρα μες στο πλήθος. Κι' άφισε αφτούς, και πιο πυκνοί όπου χτυπιούνταν λόχοι χοιμάει, κι' αντάμα του οι λοιποί χαλκοπλισμένοι Αργίτες.

Τότες γυρίζει κι' απαντάει ο δυνατός Διομήδης «Ναι, στέκω εγώ και καρτεράω· μα μακρινή δε θάναι θαρρώ η αλάφρωση από μας, τι νίκη να μας δώσει δε θέλει ο Δίας τώρα πια, μον να! στους Τρώες θέλειΕίπε, και χάμου το Θυμπριό τον γκρέμισε οχ τ' αμάξι 320 τρυπώντας τον στ' αριστερό βυζί του· κι' ο Δυσσέας τον παραγιό του κάρφωσε, το θεϊκόνε Μόλιο.

Τι ο Αίας μέσα απ' το σωρό χοιμάει και τον σουγλίζει από κοντά, τρυπώντας του το χαλκοστέριο κράνος, 294 κι' οχ την πληγή όξω πήδησαν κοντά στο σουληνάρι 297 ανάκατα αίμα και μιαλός.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν