Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025


Δε βάσταξα: «Να όψεσαι, του λέω, πούχασα το παιδί μουΓυρίζει και μου λέει μέσα στον κόσμο: «Εγώ να όψωμαι για σεις που κάνετε τα προκομμένα τα παιδιά; Σαν κάνη ο γυιός σου παραλυσίες και μπεκριλίκια, τι σου φταίω εγώΆνοιξε η γη να με καταπιή. Με πήρε το παράπονο κι' άρχισα τα κλάματα καταμεσής στο παζάρι. «Με τα κλάματα δε βγαίνει τίποτε, γυρίζει πάλε και μου λέει.

Μου τα πήρε και τα ένδεκα. Ο ανδράδελφός μου γύρισε και του είπε·Τώρα δεν έλεγες πως θα πέσουμε πολλοί; — Μα αφού μας παίρν' η βάρκα! απελογήθη ο αμαξάς· η βάρκα χωρεί, εσάς τι σας μέλει; Είχαν ιδεί πως δεν είχα πλέον άσχημα συμπτώματα, η όψι μου φαίνεται να είχε σιάξει και δεν έδειχναν μεγάλο φόβο. Η ανδραδέλφη μου μού έρριξε μια ματιά, σαν να μ' ελυπήθη.

Τότες στη μέση οπλίστηκε ο άξιος Αχιλέας. 364 Έβαλε πρώτα τα γερά τουσλούκια στα καλάμια 369 πανώρια, πούταν μ' αργυρά θηλύκια αρμοδεμένα. 370 Κατόπι πήρε φόρεσε στα στήθια τα τσαπράζα, κι' έπειτα γύρω κρέμασε στους ώμους του τη σπάθα, χαλκένια ασημοκάρφωτη, και πήρε την ασπίδα, στέρια, που αλάργα η λάμψη της σα φεγγαριού φωτούσε.

Για κάθε λέξη πρέπει να γίνη μελέτη ξεχωριστή. Θαρχίσουμε από την αρχαία. Θα διούμε τι σημασία είχε μια λέξη στην ομηρική ή στην κλασσική εποχή, πόσες διάφορες σημασίες πήρε κατόπι, ποια μέσα σ' όλες έμεινε και ποια σημασία χάθηκε, πώς λίγο λίγο έλαβε μια λέξη καινούριο χρωματισμό, τα στάδια από πού πέρασε και την ψυχολογική της σειρά ώςπου να καταντήση στη σημερνή της σημασία.

Ας δούμε τώρα τι δρόμο πήρε η θρησκευτική του πολιτική. Και πρώτα, για τους Εθνικούς. Δεν είταν ακόμα ολότελα σβυσμένη η παλιά θρησκεία, μήτε στον έχτο αιώνα μήτε στον έβδομο, μα μήτ' αργότερα δε λείπουν σημάδια της· και τόσο βαστιούνταν ακόμα τώρα, που κάθε λίγο έβαζε και φιτίλια να ξετινάξη τη νέα θρησκεία.

Κι' έπεσε αχώντας, κι' ο γερός παινέφτηκε Δυσσέας «Ω Σώκε, γιε του μαχητή κι' αλογολάτη Απάσου, 450 δε γλύτωσες, μον πρόκανε ο χάρος και σε πήρε. Πας, δόλιε, και τα μάτια σου δε θα σ' τα κλείσει εσένα η μάννα κι' ο γερο-γονιός, μον όρνια σαρκοφάγα θα σε ξεσκίσουν, γύρω σου χτυπώντας τις φτερούγες· μα εγώ αν πεθάνω, οι Δαναοί νεκρό θα με στολίσουν455

Κατάλαβε λοιπόν κι ο ίδιος ύστερ' απ' αυτά, πως εδώ μέσα δεν μπορούσε να κάμη, και πήρε τα βρεμένα του έφυγε... Μη μου λες λοιπόν και συ, σαν τη μακαρίτισσα, πως εγώ τον έδιωξ' από το σπίτι μου. Ας πάψω να τ' ακούω αυτό τουλάχιστο... ΓΙΑΓΙΑ Ξύπνησες Αννούλα; Σηκώθηκες κιόλας; Κ' εγώ νόμιζα πως θα τονέ πάρης για καλά το μεσημεριανό σου.

Τα μάτια του ήσαν πάντα γυρμένα κατά τη γη, και τα λόγια του μετρημένα. Μόνο από καιρό σε καιρό, χωρίς κανένας να ξέρη την αιτία, σιγοάνοιγε τα χλωμά του χείλια και χαμογελούσε. Ο Ρήγας το πήρε κατάκαρδα.

Από τους άλλους λοιπόν κανένας δεν τα εγνώρισε· μα κάποιος Μεγακλής, που για τα γερατιά του ήτανε στην άκρη του τραπεζιού, καθώς τα είδε, τα γνώρισε και παραπολύ δυνατά εφώναξε: — Τι είν' αυτά, που βλέπω; τι μου γίνηκες κοριτσάκι μου; τάχατες κ' εσύ ζης; ή τα πήρε αυτά κανένας βοσκός που τα βρήκε κατά τύχη; Παρακαλώ σε, Διονυσιοφάνη, πες μου: από πού έχεις τα σημάδια; Μη ζηλέψης να βρω κ' εγώ την κόρη μου ύστερ' από το Δάφνη.

Θέλησε να πάρη ψυχοκόριτσο έν' αρφανό, πού κανείς δεν ήξερε τον πατέρα του. Επειδή όμως ήτον πολύ αράθυμη, και όταν θα θύμωνε, θα φώναζε το κορίτσι «μπαστάρδικο!», για να μην κολάζη την ψυχή της, έκαμε καλύτερα να το διώξη, ύστερ' από τρεις 'μέραις αφού το πήρε στο σπίτι της. Καμπόσες φορές είχε κάμη κόλλυβα και λειτουργιές για τους πεθαμμένους.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν