Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025


Αυτά λέγανε, παιδί μου. Επανέλαβε μετά τινα σιωπήν η Φουλίτσα. — Δε βγαίνει τίποτα από λόγια. Υπέλαβεν η Αχτίτσα. — Μακάρι να τα πάρη, παιδί μου, για να τον πάρης να 'συχάσης και συ, γιατί να πούμε την αλήθεια, βάσανο είνε τα κορίτσια. Και ύστερα θα πας, λέει, 'ς τον Γέροντα να καλογερέψης; — Ο Θεός ξέρει! Απήντησεν η Αχτίτσα.

Αλλά φοβούμαι την καρδιά σου· μήπως γεμάτη απ' το γλυκύ της ευσπλαγχνίας γάλα τον δρόμον τον σιμότερον να πάρης δεν σ' αφήση! Τα μεγαλεία τα ποθείς, — φιλοδοξίαν έχεις, αλλά δεν έχεις με αυτήν κι' όσην κακίαν πρέπει να έχη ο φιλόδοξος! Με το καλόν το θέλεις εκείνο που επιθυμείς. Το άδικον δεν θέλεις, αλλά το κέρδος τ' άδικον ποθείς να τ' αποκτήσης!

Ημείς πληροφορημένοι από τούτες τες είδησες, η Δειλνοβάτζη μου είπεν· ετούτος είνε καιρός αρμόδιος διά να λάβης μίαν κορώναν· εσύ όμως δεν έχεις να κάμης άλλο, παρά να πάρης την μορφήν του Μωβαβάκ, διά να λάβης το ποθούμενον.

Να σ' πω, καπετάνιο, είπεν ο κυρ-Δημάκης, επιβιβαζόμενος, κ' αν δεν τα πάρης εσύ τα δέκατα, θα τα πάρω εγώ! — Ένας απ' τους δυο μας, κυρ-Δημάκη! Εκραύγασεν από της λέμβου, ομιλητικώτατος κ' εύχαρις ο πλοίαρχος. Ήτο πρωία. Εις την αποβάθραν ουδείς εφαίνετο.

Παππού, ε, παππού· ηκούσθη αίφνης φωνή παιδιού, εισορμήσαντος εν θορύβω εις τον οικίσκον και ριφθέντος επί των γονάτων του· δεν το θέλω πια το καρυοφύλλι σου· να μου πάρης ένα σαν του στρατιώτη. . . Ο Χειμάρρας έστρεψε και ητένισεν αυτό καταπνίγων τους λυγμούς του.

Είπε ο λεβέντης Έχτορας, κι' όξω απ' το τειχοπόρτι ορμάει, κι' ο Πάρης έτρεχε μαζί του· και των διο τους μέσα τους γύρεβε η καρδιά να σφάξουν και να θύσουν.

Και η γρηά η βασίλισσα, που είχε τα μεγαλύτερα μαργαριτάρια που βρίσκονται στη γη, το λάτρευε περισσότερο απ' τους θησαυρούς της και νανουρίζοντάς το σαν ήτανε μικρό στην κούνια τη χρυσή του, άπλωνε στο κορμάκι του τα μαργαριτάρια της και τούλεγε: «Σα μεγαλώσης με το καλό και πάρης την κορώνα του πατέρα σου και πάρης και βασιλοπούλα όμορφη γυναίκα στο πλευρό σου, δικά σου είναι τα πλούτη κ' οι θησαυροί μου, και τούτα τα μαργαριτάρια, που δε βρίσκονται παρόμοια στη γη, θαστράψουν πάλι σε χαρές και ξεφαντώματα στον άσπρο το λαιμό της νέας βασίλισσας». Κι' άπλωνε τα μαργαριτάρια στο κορμάκι του και το νανούριζε γλυκά.

Κι' ο Πάρης δε χασομεράει στον αψηλό του σπίτι, μόνε σα χαλκοφόρεσε την πλούσια αρμάτωσά του, περνάει τη χώρα τρέχοντας μ' ακούραστο ποδάρι. 505 Σαν άλογο, που στο παχνί αργό παραχορταίνει και το καπίστρι σπάει κι' ορμά στον κάμπο πιλαλώνταςγιατί να λούζεται έμαθε στα δροσερά ποτάμιαπερήφανο έτσι, κι' αψηλά βαστάει την κεφαλή του, κι' απάνου κάτου η χήτη του στους ώμους κυματίζει, 510 κι' αφτό γιομάτο λεβεντιά, γοργά το παν τα πόδια όπου συχνάζουν άλογα και στα λιβάδια βόσκουν· έτσι και του Πριάμου ο γιος, αστράφτοντας σαν ήλιος μες στη λαμπρή του αρματωσά, κατέβηκε το κάστρο καμαρωτός, και γλήγορα τον πήγαιναν τα πόδια.

Καλή, λέει; Μα δε μου λες τση καλωσύνες τση γή τσωμορφιές και τση νοικοκυρωσύνες τση; Απ' αυτά πράμμα δεν έχει. Με τα βούγια ανεθράφηκε και βούι 'νε. Άνε τήνε θες να τη ζέφνης σταλέτρι, καλή θανέ μα για γυναίκα ... Ένα παιδί σαν κάμη θα σιχαίνεσαι να πάρης χρυσό μήλο από τα χέρια τση. Εγώ για το καλό σου, γιατί σ' αγαπώ, σου λέω να σύρης χέρι, μια που σουδώκανε και την αφορμή. — Μα ο κύρης μου;

ΚΑΛ. Κατ' αρχάς εταράχθη ολίγον διά το αιφνίδιον, έπειτα όμως εννοήσας, υποθέτω, τι συνέβη, εγέλα και αυτός διά το λάθος του οινοχόου. ΖΗΝ. Αλλά δεν έπρεπε να πάρης το παράστρατον• από τον κανονικόν δρόμον θα ήρχετο ασφαλέστερον η κληρονομιά αν και ολίγον αργότερα. 8. &Κνήμωνος και Δαμνίππου.& ΚΝΗΜ. Μου συνέβη εκείνο που λέγει η παροιμία• έπεσα, στο λάκκο που έσκαψα.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν