Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Έτσι είπε, κι' απ' τον πόλεμο κρατιούνται αφτοί, κι' αμέσως σωπαίνουν. Τότε ο Έχτορας και των διονών τους είπε 85 «Τρώες, ακουστέ με, κι' εσείς, Αργίτες παινεμένοι, τι λέει ο Πάρης π' αφορμή μάς στάθηκε διαμάχης.
Εσύ, γυναίκα, πήγαινε κ' ιδέ την πριν πλαγιάσης, κ' ειπέ της ότι την ζητεί ο Πάρης, ο υιός μου, και ότι απεφάσισα — μ' ακούεις; — την τετάρτην.... στάσου· τι 'μέρα είν' αυτή; ΠΑΡΗΣ Δευτέρα, Κύριε μου. ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Δευτέρα; Α! 'σαν γρήγορα θα ήναι την τετάρτην. Την πέμπτην ας το κάμωμεν. Να της ειπής την πέμπτην με τούτο τ' αρχοντόπουλον οι γάμοι της θα γείνουν.
Αν, πριν με πάρης, έλθη ο σύζυγος μου εδώ, επιστρέφων από το μαντείον των Δελφών, ο θάνατος θα είναι η τιμωρία του εγκλήματος μου ή θα γίνω δούλη αυτής της οποίας ήμουν πριν η κυρία. ΟΡΕΣΤΗΣ Πώς σου ήλθε να το κάμης αυτό;
— Ούτε θα το εννοήση, απήντησεν η γρηά, και εγέλασε με καλωσύνην, όταν είδεν, ότι η Φωτεινή ήνοιξε με απορίαν μεγάλα τα μάτια της. Πραγματικώς το γαϊδουράκι, ελαφρό και τώρα, επηδούσεν, όπως πριν! — Σου έχω έτοιμο και κάτι άλλο να πάρης μαζί σου, εξηκολούθησε γελαστή η γρηά, αλλ' αυτό, διά να μη σε ανησυχή εις τον δρόμον, το έκλεισα μέσα εις ένα καρύδι.
ΠΑΡΗΣ Να με φυλάξη ο Θεός εμπόδιον να γείνω. θα σε ξυπνήσω την αυγήν την πέμπτην, Ιουλιέτα. Ως τότε, χαίρε· δέξου το το φίλημά μου τούτο. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Κλείσε την θύραν κ' έλα 'δώ. Κλαύσε και συ μαζή μου· ελπίς δεν μένει, πάτερ μου· δεν έχει θεραπείαν. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Αχ, Ιουλιέτα! έμαθα την λύπην που σου ήλθε, κ' η συλλογή μου είσαι συ, παιδί μου.
Ω φύσις, απ' την κόλασιν τι ήθελες να πάρης ενός διαβόλου την ψυχήν, να την μεταφυτεύσης εις τέτοιον γλυκοαίματον χαριτωμένον κήπον; Πώς έτσι να χρυσοδεθή τέτοιον αισχρόν βιβλίον; Πώς η ψευτιά να κατοική τόσον λαμπρόν παλάτι;
Ειδωλολατρεία, Θεία Πρόνοια, Άφεση, Κρίση, και τέτοια. κάποτες χτυπούσε και την αχορτασιά των Αυλικών του, και κείνοι τότες τον ακούγανε με πολύ σεβασμό, αν και τη διαγωγή τους δε φαίνεται να την άλλαζαν. Έπιασε κι αυτός μια φορά έναν τους απάνω στο λόγο του, και σημαδεύοντας με το κοντάρι του ανθρώπινο κορμί απάνω στη γης του λέει «μέσα σε τόσο τόπο θα χωρέση ό,τι πάρης μαζί σου».
— Δεν σημαίνει· έκαμες κακά να μην πάρης παράδες. — Γιατί; — Γιατί ο Μανώλης θα σε πέρασε για πληρωμένον, αυτό να το ξέρης σίγουρα. — Τώρα το κατάλαβα κ' εγώ, και γι' αυτό, ούτε ξαναπάω πλειά να ρίξω ψήφο. — Είσαι κουριόζος άνθρωπος, μπαρμπα-Διοματάρη, εστέναξεν ο Βατούλας. — Το ξέρω κ' εγώ . . . Δεν θα υπάρχουν πολλοί τέτοιοι σαν εμένα.
Αλλ' άμα ράψης ένα παπούτσι και πάρης επτά οβολούς, σηκώνεσαι το βράδυ και λούεσαι αν θέλης και αγοράζεις μία ρέγκα ή μερικές μαρίδες και ολίγα κρεμμύδια και τρως με όρεξι, πολλάκις δε και με τραγούδια, και φιλοσοφείς με την αγαπητήν πενίαν.
Αυτά 'ν' άσκημα πράμματα κι' άπρεπα και να τα παραιτήσης. Μια γυναίκα θα πάρης, δε θα πάρης δυο. Κιό προκομμένος ο κύρης σου την εδιάλεξε αυτή που θα πάρης. Σ' αυτήν να τα λες αυτά τα λόγια και να μην πειράζης άλλες κοπελλιές, γιατί θα βρης τον μπελά σου ... Α! αν δεν ήσουνε δεμένος με τσοι Θωμαδιανούς γή αν τα χαλάτε, τότε με όλη μου την καρδιά θάβανα τη βουλή μου να πάρης τη Μαργή ...
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν