Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025
Η Μιχάλαινα μάλιστα που σταλήθεια τον αγαπούσε σαν αδερφό της, τόσο κατάκαρδα το πήρε, που μήτε στιγμή δεν τον άφινε το Μιχάλη να λείψη από σιμά της. Να του τα λέη και να του τα ξαναλέη, τα γλέντια, τα ξεφαντώματα, τις χάρες και τα γέλοια, την καλοσύνη του και τη χρυσή του καρδιά, και νάρθη λέει ο μαύρος ο χάρος να τα ρημάξη όλα και να τα σκοτεινιάση.
Οι χάρες του ακουστήκανε ως τα πιο μάκρυνα βασίλεια και πλούσιοι βασιλιάδες, από στεριά και θάλασσα, στέλνανε προξενιές στο γέρο βασιλιά για το χαριτωμένο τον υγυιό του. Μα το βασιλόπουλο δεν έβαλε ποτέ αγάπη με το νου του, τα μάτια του ποτέ δεν τάρριξε απάνω σε κοπέλλα κ' έλειπε πάντ' από τα πανηγύρια και τα ξεφαντώματα του παλατιού.
Ως κ' η γριά, που πάντα στο κρεββάτι η καημένη, ως κι αυτή χτυπούσε τα κοκκαλιασμένα της παλάμια, κι αναγάλλιαζε δείχνοντας τόνα και μονάχο της δόντι. Πανηγύρι σωστό. Αντιλαλούσαν τα ξεφωνητά τους κάτω και κάτω στο δρόμο. Απάνω σε κείνη την ώρα να κι ο Δημήτρης, που ξεμύτισε από ταραχνιασμένο του σπίτι να δη τι μαντάτα η παγίδα. Κι αντίς παγίδα, τι βλέπει και τι ακούγει! Φαγοπότια και ξεφαντώματα!
Αφού λοιπόν έπεισε μερικούς να πάνε μαζί του, και τους είπε πως σε λίγες μέρες έρχεται κι από τη Ρώμη βοήθεια, και τέλος τους έκαμε και κατάλαβαν πως εδώ είναι ζωή ή θάνατος, τους μοίρασε σε μικρές παρέες, τους έκρυψε σε σύδεντρα ξοχικά κατατόπια, κι από κει ξεχύμιζαν και κόβανε Γότθους. Τέλος και στην Αθήνα μέσα ώρμησαν, τους ξάφνισαν απάνω στα ξεφαντώματά τους και τους ανεμοσκόρπισαν.
Και η γρηά η βασίλισσα, που είχε τα μεγαλύτερα μαργαριτάρια που βρίσκονται στη γη, το λάτρευε περισσότερο απ' τους θησαυρούς της και νανουρίζοντάς το σαν ήτανε μικρό στην κούνια τη χρυσή του, άπλωνε στο κορμάκι του τα μαργαριτάρια της και τούλεγε: «Σα μεγαλώσης με το καλό και πάρης την κορώνα του πατέρα σου και πάρης και βασιλοπούλα όμορφη γυναίκα στο πλευρό σου, δικά σου είναι τα πλούτη κ' οι θησαυροί μου, και τούτα τα μαργαριτάρια, που δε βρίσκονται παρόμοια στη γη, θαστράψουν πάλι σε χαρές και ξεφαντώματα στον άσπρο το λαιμό της νέας βασίλισσας». Κι' άπλωνε τα μαργαριτάρια στο κορμάκι του και το νανούριζε γλυκά.
Οι βιολιτζήδες κατέβαιναν απ' το βουνό, με τα όργανα τυλιγμένα μέσα σε μαβιές, πάνινες θήκες, κάτω απ' τη μασχάλη, σκονισμένοι, βιαστικοί, να φθάσουν κάτω στο γυαλό. Γύριζαν ψηλά απ' το χωριό ξενυχτισμένοι σε ξεφαντώματα.
Ως μήτε την αδερφική του συμπάθεια προς την Ολυμπιάδα δεν την άφησαν ανεξήγητη, καθώς πάλε την ασκητική του ζωή μέσα στο μοναχικό του κελλί την αποδίνανε σ' ερωτικά ξεφαντώματα! Αρματώθηκαν αγριεμένοι κ' οι δεκατρείς εκείνοι Επίσκοποι, που ο βλογημένος ατός του τους κατηγόρησε και τους έκρινε σαν κατέβηκε στη Μικρασία δίχως μήτε δικαστικό τύπο να φυλάξη.
Μάντευε τώρα κι ο Αριστόδημος πως κάτω εκεί φύτρα και φύλλα και καρποί αναπιάνονταν, χυμοί έτρεχαν, χρώματα και μύρα ζυμώνονταν κ' η μάννα Φύση ετοίμαζε ακούραστη τα λούλουδα και τα πούλουδα. Φωνές έβγαιναν εκείθε, γέλοια και χαρχάτουρα, κάπου τραγούδια, αλλού ξεφαντώματα. — Η ζωή ξεχειλίζει σαν το γάλα από της μικρομάννας τον κόρφο· εψιθύρισε μελαγχολικά.
Δυο κρεμαστές λάμπες, η μια στο πάλκο μπρος, η άλλη στη μεσιανή κόρδα της στέγης, έριχταν μισοκοιμισμένες, ανόρεξες το νυσταγμένο φως τους, ασυνήθιστες κι αφτές σε τέτια ξεφαντώματα απονύχτερα. Ανέβαιναν πυκνοί οι καπνοί από τα τσιγάρα γύρω. Ανεβοκατέβαιναν πνιγερότεροι από τις λάμπες τις αξεφτίλιγες. Εζητούσαν άνοιγμα να βρουν και δεν έβρισκαν.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ Ναι, με όλην την ψυχήν μου· πολύ το χαίρομαι ν' ακούω ότι κλίνει 'ς αυτά· και σεις να τον κεντάτε δρόμον να πάρη ο νους του, ευγενικοί μου φίλοι, εις τέτοια ξεφαντώματα. ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Θα γίνη, Κύριε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν