Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Αν είσαι ανδρειωμένη Καιτο παλάτι πας γοργά, πριχού διαγείρη ο Ήλιος Και μπης ως μέσα αθώρητη καιτο χαμώι κατέβης, Πούνε τ' αθάνατο νερό που λούει το θείο κορμί του Κάθε βραδούλα πώρχεται κι' αυγή που ξεκινάει, Κι' αν πάρης μέσ' 'ς τα χέρια σου και βγης κι αράδα-αράδα. Τα βουβαμένα, τ' άλαλα τα μάρμαρα ραντίσης Και ιδής να λάβουνε ζωή, να κρίνουν να ξυπνήσουν, Τότε χαράεσένανε.

Η Ελπίδα σάστισε· νόμισε πως χαμογέλασε για τα φτωχικά τ' ασπρόρρουχά της. — Τι να κάμω, Κυρά μου ; είπε κατακόκκινη σαν τριαντάφυλλο. Το ξέρω πως δεν πρέπουν στο κορμί σου τ' ασπρόρρουχά μου· μα δεν έχω άλλα. Να τόξερα πως θα τα φέρη ο θεός τόσο γρήγορα να σε ντύσω 'γώ, θα σου ύφαινα παννί απ' του ήλιου τη χάρη. Μα δεν τόλπιζα και θα σε προστυχοντύσω.

Χριστέ! παράλαβέ με. »Βρέξετη φλόγα μου δροσιά και κάμε αυτήν τη στάχτη »Που θα ν' αφίση το κορμί του δούλου σου, Πατέρα, »Να μη την πάρη ο άνεμος και να μη μείνη στείραΕίπε και παραδόθηκε. Δεμένοςτο δρομάρι Ο μάρτυρας σιγά σιγά, παρακαλεί τη φλόγα Με τον καπνό τη σάρκα του, πούταν γυμνή να κρύψη.

Έτσι εγεννήθηκε μικρός κι' ο πόθος μουτα στήθη, Κι' απ' άφαντο, κι' απ' άπλερο πουλάκι, σταυραητέ μου, Μεγάλωσε, πήρε φτερά, πήρε κορμί και νύχια Και μου ματώνει την καρδιά, τα σωθικά μου σκίζει· Κ' έγεινε τώρα ο πόθος μου αητός, στοιχειό και δράκος Κι' εφώλιασε βαθιά-βαθιά μέσ' 'ς τ' άσαρκο κορμί μου Και τρώει κρυφά τα σπλάχνα μου, κουφοβοσκάει την νιότη.

Ο Καίσαρ μάτωσε της εκκλησίας τον κρίνο.. Όμως αυτός δεν θα δειλιάση και ο καθείς μας να του μοιάση πρέπει, γιατί από τη φθορά στην αφθαρσία θε να περάσωμε και θα ντυθούμε την αθανασία. Από τάφον ανοιγμένο λες και βγαίνει η φωνή της, Για δες πως σειέται σαν καλάμι το κορμί της. ΠΡΟΦΗΤΙΣΣΑ. Και τώρα δε θέλω ν' αγνοήτε όπως και οι άλλοι την αλήθεια την μεγάλη.

Ατός μου εγώ κηρύττοντας την εξορία εκείνου, που οι αθάνατοι τον φανερώσαν ανόσιον, της γενεάς του Λαΐου βλαστάρι, έτσι κηρύττοντας εγώ το αίσχος ο ίδιος, μπορούσα να τους έβλεπα τους Θηβαίους με μάτια ανοιχτά; Κι αν ημπόραγα τ’ αυτιά να φράξω να μην ακούω, θα το ’καμνα, να γείνω πλέον όχι μόνο θεότυφλος, κουφός να γείνω. Έτσι θενά τ’ απόκλεινα τ’ άθλιο κορμί μου.

Κι' έπιασε εκείνη το ζυγό των διο του αλόγων κι' είπε «Α λίγο ο γιος του τούμιασε που γέννησε ο Τυδέας! 800 Ναί, εκείνος είταν μια μπουκιά κορμί, μα παλικάρι.

Νυχτόημερα παρακαλώ Αγίους και Παναγία, Τάζω ασημένια τάματα, και δεν μ' ακούν κ' εκείνοι. Αν μου το έφερνες εσύ, σ' εχρύσωνα φλογέρα!.. Ξάφνου η φλογέρα εσώπασε και σβυέται το τραγούδι. Τα φουντωτά κοντόκλαδα μεριάζουνε μπροστά του, Καιτο γοργό αναμέριασμα κάποιο κορμί προβάλλει.

Εγώ το λοιπόν επίστευσα βέβαιον τον θάνατόν μου, και δεν ημπορούσα κατά αλήθειαν να καρτερώ άλλον πλέον γλυκύτερον από αυτόν. Εμπήκεν ο εξωτικός με ένα πρόσωπον θυμώδη, εκρατούσεν εις το χέρι του ένα λωστόν από τζελίκι, και είχε το κορμί του πολλά γιγαντιαίον.

Έκραζε «πτου!...» στα ορνίθια κ' έτρεχαν από τις τέσσερες άκρες της αυλής με φτεροκοπήματα και κακκαρίσματα, σα να της φώναζαν «φτάσαμε!..» Πα! πα!.. πα!.. σκούζανε τα παππιά, σαλεύοντας το στρουμπουλό κορμί απάνου στα ποδαράκια τους, λες και διάταζαν: «μην απλώση κανείς στο φαγί μαςΜπερδεύονταν όμως πολλά κι ανασκελώνονταν στο δρόμο σαν ασκοτύρια.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν