Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Και το περιπλοκάδι Που πάντα κρύβεται δειλό, και τ' άπλερο κορμί του Αλλού στηλόνει το φτωχό... σ. 60. Περιπλοκάδι . Χαριέστατον φυτόν διά των λεπτοτάτων αυτού νεύρων περιπλεκόμενον εις τα στελέχη των παρ' αυτώ φυομένων θάμνων. Ευρίσκεται πάντοτε κεκρυμμένον εν ταις αιμασιαίς. Άπλερο δε ένεκεν της ευλυγιστίας και της αδυναμίας αυτού, τουτέστι μη πλήρες.

Αφού εξεμάκρυνεν αυτός ο δράκων, επήρα θάρρος, και γεμάτος από περιέργειαν εκίνησα προς την τένταν, διά να ιδώ τι άνθρωπος ήτον εκείνος που εκεί εκοιμώνταν και εμβαίνοντας μέσα εις αυτήν, τον είδα ωσάν να εκοιμώνταν, ο οποίος έδειχνε πως ήτον έως εκατόν είκοσι χρονών ηλικίας, και εφαίνονταν πως να ήτον ακόμη ζωντανός, με όλον που ήταν πολλοί αιώνες που ήτον αποθαμμένος· εστάθηκα καμπόσον διά να στοχασθώ με επιμέλειαν· επήρα έπειτα την κασσέλαν την χρυσήν, εις την οποίαν είχε το χέρι του ακουμπισμένον, και ανοίγοντάς την έβγαλα κάποια σανιδάκια παλαιά επάνω εις τα οποία έστεκαν γραμμένα τα ακόλουθα λόγια· «Ασή, υιός του Βραχία, και μέγας βεζύρης του Σολομώντος, είμαι εγώ που εδώ με βλέπετε· εγώ βλέποντας πως επλησίαζα εις τον θάνατον, εδιάλεξα ετούτο το έρημον νησί, διά να αφήσω το θνητόν μου κορμί υποκάτω εις ετούτην την τένταν προς ωφέλειαν του ανθρωπίνου γένους.

Δεν πειράζει, κόρη μου· δεν πειράζει· είπε η γερόντισσα με καλοκάγαθη φωνή· το ντύμα δεν τιμάει τον άνθρωπο. — Ο άνθρωπος τιμάει το ντύμα· το ξέρω. Και τα φτωχόρρουχα τα δικά μου θα γίνουν στο κορμί σου πουκάμισο της Παναγιάς. Βοηθούσε την κυρά Πανώρια στο άλλαγμα και τα χέρια της έτρεμαν από τη συγκίνηση.

Ο Infessura διηγείται ότι στα 1485 μερικοί εργάται που έσκαβαν στην Aππίαν οδόν ευρήκαν ένα Ρωμαϊκό σαρκοφάγο που είχε επιγραφή τόνομα «Ιουλία, θυγάτηρ Κλαυδίου». Όταν άνοιξαν την κάσσα στη μαρμαρένια κοιλιά της βρήκαν το κορμί ενός όμορφου κοριτσιού ως δεκαπέντε χρόνων διατηρημένο με την τέχνη του βαλσαμωτή από σήψη και τη φθορά του καιρού.

Πώς φαίνεσαι πως είσαι από γέννα πρόστυχη! Εμένα μ' αρέσουν πάντα οι ευγενικοί ανθρώποι, τα λιγωμένα λόγια και οι μαλακοί οι τρόποι. Ουφ! Σε σιχαίνομαι, Καίσαρ! Είσαι χυδαίος. Γύρισε λίγο. Δες τονε τι ωραίος είνε! Θαύμασε κυπαρισσωτό κορμί, όπου σαν την φωτιά σπιθοβολάει μέσα η ορμή. Αλήθεια, δεν πιστεύω να τολμήσης το χέρι σου απάνω του ν' αγγίσης· Γιατί, ορκίζομαι στην Ίσιδα, λόγο θα σου ζητήσω.

Απάνω στο στρογγυλό λιθάρι, που το σκέπαζε ο γεροπλάτανος, καθότανε η αγάπη του. Με του λαγού την περπατησιά έφτασε ο κυνηγός στο στρογγυλό λιθάρι. Η βοσκοπούλα είχε ξαπλωμένο το άπλερο κορμί της απάνω στο λιθάρι κι' ακουμπούσε το ξέγνοιαστο κεφάλι απάνω στη γέρικη φλούδα του πλάτανου.

Ναι, θαν το κάμω! εβρυχήθηκε ανασηκώνοντας το κορμί του, σαν τον πάνθηρα που ετοιμάζεται να ριχτή στο θύμα του. Μα το λογικό ενίκησε πάραυτα την καρδιά του. Γύρισε κ' είδε με μάτι παραπονιάρικο τα σωθέματα των τοίχων, σα να τους έλεγε: «Δε φταίω γω αν δε σας κάνω το χατήρι». Δεν ήταν ίδιοι οι καιροί.

Με 'λίγες μέραις ύστερα ταράχτηκεν η χώρα, Παγάνα πήραν τα χωριά τον βασιληά ανθρώποι Και δείχνουνε 'ςταίς λιγεραίς ποδιά γεμάτη αστέρια, Καιόποιας πιάση το κορμί, κι' όποια την 'πή δική της, Εκείνη θα την πάρουνε μαζή τους 'ςτό παλάτι. Πέρασαν-πέρασαν χωριά του βασιληά οι ανθρώποι, Δείχνοντας τη χρυσή ποδιά, κι' ούτε κ' ευρέθη κόρη Να της ταιριάζει 'ςτό κορμί και να την 'πή δική της.

Είχε το κεφάλι του αξιωματικού, τ' όμορφο, το αγαπημένο κεφαλάκι του, άσπλαχνα κομμένο από το κορμί. Το πέταξε χάμου κ' εκείνο. Πάει, πέθανε, ξεψύχησε ο καλός της! Σηκώθηκε με ορμή, ανακλαδίστηκε, τράβηξε τα μάγουλά της. Έπειτα έσκυψε, μάζωξε τα ρουχαλάκια της ένα δέμα, τα πήρε και τράβηξε να φύγη. Στη σκάλα ο αξιωματικός ανέβαινε δυοδυο τα σκαλιά, βιαστικός και χαρούμενος.

Ζήλια άναψε το αίμα της κυρίας Μαχαλά. Όχι φωτογραφία παρά τον ίδιον τον αξιωματικό, είδε ριχμένον στο κρεββάτι. Το συμπαθητικό κεφαλάκι του με το ξανθό μουστάκι και τα γαλανά χαδιάρικα μάτια του, το βεργολυγερό κορμί του τόβλεπε ξαπλωμένο στα πρόστυχα στρωσίδια, παραδομένο στην ερωτική λύσσα της δούλας της, σαν ολόδροσο κρίνο στα δόντια ενός χοίρου. Έβλεπε... αλοίμονο και τι δεν έβλεπε!

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν