Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025


Η αγάπη, η θλίψη, η τύψη και η ελπίδα γελούν και κλαίνε μέσα στα βαθειά της μάτια και στο πικρό της στόμα. Ο Έφις την κοιτά, την κοιτά και σαν να θυμάται μια προηγούμενη ζωή, πολύ παλιά και του φαίνεται ότι τον καλεί να πλησιάσει, να την βοηθήσει να κατέβει, να την ακολουθήσει….. Έκλεισε τα μάτια. Το κεφάλι του έτρεμε.

Κάποιο γαμπρό μελετούσανε οι δυο γερόντοι. Ύστερα θυμήθηκε μια μέρα του Μαρτίου, που ρίξανε το καινούργιο καράβι του πατέρα της στη θάλασσα. Το καράβι είχε τόνομά της: «Ταρσίτσα» κι' αυτό. Ποιος ξέρει πού να βρίσκωνται τώρα τα μαδέρια του και τα στραβόξυλά του, χρόνια ναυαγισμένο στη Μαύρη θάλασσα! Εφτά χρονών ήτανε τότες η Ταρσίτσα, μα το θυμάται σαν και σήμερα.

Αν πάσχη μόνος του κανείς, πονεί διπλά ο νους του, ενώ θυμάται τ' αγαθά της παλαιάς ζωής του. Αλλά το βάρος της ψυχής πολύ ολιγοστεύει, αν έχη η λύπη συντροφιάν κ' ο πόνος έχη ταίρι. Πόσον κ' εγώ υποφερτήν την συμφοράν μου βλέπω, αφού ελύγισε τον Ληρ εκείνο που με γέρνει! Αυτός απέκτησε παιδιά, είχα κ' εγώ πατέρα!

Ακουγόταν το ακορντεόν που έπαιζε ο Τσουαναντόνι προς τιμήν των νεόνυμφων κι εκείνος ξανάρχισε να θυμάται ένα σωρό πράγματα: το θόρυβο του Μύλου, επάνω στο Νούορο, τα σύννεφα επάνω από το Βουνό Γκονάρε, το θρόισμα των καλαμιών στο φρύδι του λόφου…. «Έφις, θυμάσαι; Έφις, θυμάσαιΤι μεγάλη που έγινε η κουζίνα!

Πήρε κ' έκλωσεν ο ήλιος. Χτίζεται το Κάστρο ολοένα. Τρέχει ο νιος για το Παλάτι. Μέσ' 'ςτή μέση από το δρόμο Αχ! τα σύνεργα θυμάται. Το 'χε ειπή κι' ο Βασιλιάς Πως γυρίζοντας καθένας και τα σύνεργα να φέρη. Σταματάει, γυρίζει οπίσω, μια βουκέντρα θέλει ο ήλιος, Πάει αρπά τα σύνεργά του και γυρνά μονανεπνιάςτο Παλάτι, αλαφιασμένος αφ' το δρόμο αφ' το τρεχιό.

Σφυρηλατούσε το μάλαμα σε στεφάνια για του νικητή το κράνος ή σε σχήμα φοινικιάς για τη χλαμύδα της Τύρου, ή σε μάσκες για τους βασιλικούς νεκρούς. Στο πίσω του ασημένιου καθρέφτη χάραζε την Θέτιδα γεννημένη από τις Νηρηίδες ή την ερωτοκτυπημένη Φαίδρα με την τροφό της, ή την Περσεφόνη που βαργεμένη από το να θυμάται εκάρφωνε παπαρούνες στα μαλλιά της.

Ανάθεμα την καλωσύνη... Μια γενιά καλωσύνες, μια γενιά με το δρόμο του Θεού, μια γενιά με το Ευαγγέλιο, με το χαμόγελο, με το γλυκό το λόγο. Τι απολάψαμε; Μας ξέχασε κι' ο Θεός με την καλωσύνη. Θυμάσαι τον παππού μου. Πού να τονέ θυμάσαι; Τονέ θυμάται ο κόσμος. Τι βγαίνει; Ο Άγιος Γιάννης. Έτσι τονέ λέγανε. Σκόρπισε το βιος του σε δικούς και ξένους.

Όταν θυμάται αργότερα κανείς κάτι τέτοια, μπορεί να τα βάζη με τον εαυτό του και να θαρρή σαν έγκλημα κάποιες παρόμοιες παραμέλησες, θυμούμαι ακόμα πως είχα νοιώσει τότε τη διάθεση της· κι από κείνο, που ακολούθησε ύστερα, γνωρίζω τι δρόμο πήρανε τα όνειρά της.

«Πατέρα Δία, μάκαρες θεοί, 'που πάντοτ' είσθε, πλειά σκηπτροφόρος βασιληάς να μη φανή κανένας γλυκός, καλοπροαίρετος, και δίκαιος, και πράος, αλλ' ας ήναι σκληρότροπος και τ' άνομα να πράζη• 10 αφού τον θείον Οδυσσηά κανένας δεν θυμάται εις τους λαούς, 'που βασιληά τον είχαν και πατέρα• κ' εκείνος κείτεται εις νησί με λύπαις και με πόνους, 'ς της Καλυψώς τα μέγαρα της νύμφης, 'που με βία κρατεί τον, και δεν δύναται να φθάσητην πατρίδα. 15 ότι καράβια δεν έχει, δεν έχει ουδέ συντρόφους, 'που να τον φέρουντα πλατειά τα νώτα της θαλάσσης. και τώρα πάλι μελετούν να σφάξουν τον υιό του, καθώς γυρίζει, 'π' άκουσμα να μάθη του πατρός του 'βγήκε εις την Λακεδαίμονα και εις Πύλο την αγία». 20

Και θυμάται τα βώδια, το αλέτρι, το χώμα, τις αγελάδες, τα δέντρα, και τις πέτρες του βουνού, και τα λιθάρια του δρόμου. Του φαίνεται πως δεν τα δούλεψε όσο έπαιρνε. Φεύγουν όμως και άλλοι από το χωριό.

Λέξη Της Ημέρας

ισχνά

Άλλοι Ψάχνουν