Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Όμως αφτά κι' άλλη φορά τα ξαναμελετάμε· 140 τώρα ένα ελάτε ας ρήξουμε στη θάλασσα καράβι, κράξτε και νάφτες διαλεχτούς, βάλτε τα βόδια μέσα, βάλτε και την κρινόθωρη του Χρύσα θυγατέρα, και καπετάνιος ένας μας ας σύρει απ' τους αρχόντους, ο Αίας είτε ο Δομενιάς είτε ο σοφός Δυσσέας, 145 ή εσύ, τ' αψύτερο κορμί απ' όλους, Αχιλέα, για να μερώσεις το θεό με των σφαχτών την τσίκνα.»
'ς την λαμπρήν Πύλον έφθασαν, την πόλι του Νηλέα• και αυτού κατάγιαλα ο λαός θυσίαν ετελούσε, 5 ταύρους ολόμαυρους σφαγή του γλαυκοχαίτη σείστη. έδραις αράδα ήσαν εννηά, κάθονταν πεντακόσοι εις καθεμιά, κ' εις καθεμιά σφάζονταν εννηά ταύροι. τα σπλάγχνα τούτοι ως να γευθούν και τα μεριά να κάψουν προς τον θεό, κείνοι έμπαιναν• 'ς το ισόμετρο καράβι 10 όλα εμαζώξαν τα πανιά, τ' άραξαν και άμ' εβγήκαν. εβγήκε και ο Τηλέμαχος και ωδήγα τον η Αθήνη• του πρωτομίλησ' η θεά, η γλαυκομμάτ' Αθήνη•
Η Κρήτη, στα 1897, του φάνηκε του Γουλιέλμου σα νάτανε κανένα Νησί άνομο, άσεβο κι αθεόφοβο που πάει άξαφνα και πολεμάει, με ποιόνα; με το βασιλιά του, πάει να πη με το Θεό. Από χρόνια, στην Τουρκιά, είχε συφέρο λοιπόν η Γερμανία να κολακέβη τον Τούρκο, μα να μην αφίνη διόλου το ρωμαίικο να παίρνη απάνω του.
— Σήκω απάνω, Κεριάκο! του είπε, ο γαμπρός εσηκώθη με δυσκολία· ήταν ελεεινός από το μεθύσι· πριν όμως προφτάση να τον ρωτήξη η αρχή, τον επλησίασεν ο Κοντοπάνης. — Μπρε Κεριάκο, του λέει δυνατά και θυμωμένα. Εσεδά κάνουνε οι τίμιοι άνθρωποι; Αρρεβωνιαζόνται και ύστερα πέρνουνε άλλες; — Μα το θεό, ετραύλισεν ο Κεριάκος· δεν ηξέρω τίβοτα.
Αλλ' αντί να καταρρίψη επί της ενοχλησάσης αυτήν γυναικός την χείρα της, μετενόησεν έως ου να καταβιβασθή τόσον μακρά χειρ και εκτύπησε την γυναίκα εκείνην με την γλώσσαν της: — Ό,τ' παθαίνω εγώ, είνε απ' το Θεό, άμ' συ να ιδούμε, κακομοίρα! Και αφού απήλθον όλαι και έμεινε μόνη η Μιλάχρω και εκάη πλέον ο φούρνος, έκραξεν ηχηρώς με γλυκείαν φωνήν αρχίζουσα να πανίζη πλέον: — Άιντε, Χρυσώ!
Πού να τους εύρη εκεί κάτω; Εφρόντιζε με το συχνοβούτημα των ζωντανών ν' αναπληρώση τους νεκρούς. Δος του λοιπόν βουτιά στη βουτιά. Ατμός η μηχανή. Κ' έτσι όμως δεν έμενεν ευχαριστημένος· όλο γρίνια και φωνές: — Διαβολόσπορε!... Δούλευε το σταυρό σου! . . . Μέσα το θεό σου κεραταΐμ — κερατά! Αμή!... τις άγκουρες ήξερες να τις πετάς σαν χαλίκια, στους βιολιτζήδες!
Εβροντούσαν μέσαθε, εχτύπαγαν τις σιδερόφραχτες πόρτες τους, να τις ξερριζώσουν πάλεβαν. Να πηδήσουν μανιασμένοι, ακράτητοι όξω, να τον πνίξουν το φοβερό το μπόγια τους. Έβριζαν, έφτυγαν, εβλαστημούσαν αδύνατοι να ξεσπάσουν το μανιακό τους το θυμό. Σαν έβλεπαν πως άδικα επάσκιζαν και τίποτα δεν έκαναν, με την τύχη τους τάβαναν, το Θεό εβλαστημοΰσαν·
Έλα μαζύ μου! πράματα θέλω να ειπώ σε σένα, μόνο σε σένα, μυστικά να σου τα ειπώ στ' αυτί σου, και στης σιγής τη σκοτεινιά να μείνουν σκεπασμένα. Έχε το νου σου, μάννα μου, μήπως και συ το πάθης σαν της παρθένες που έσφαλαν και κρυφοπαντρευθήκαν• μη ρίξης στο θεό και συ του σφάλματος το βάρος, για ν' αποφύγης τη ντροπή της γέννας της δικής μου, και ειπής πως μ' έχεις με θεό, χωρίς θεός να είνε.
Η κάθαρση εδώ έρχεται από τον από μηχανής θεό, που δίδει και την εξάγνιση στους δύο μητροκτόνους. Η μετάφραση, φιλολογικά πιστή, του Αγγέλου Τανάγρα. Ιππόλυτος: Το νεωτεριστικώτερο από τα έργα του Ευριπίδου. Η Φαίδρα αισθάνεται ανόσιο έρωτα προς τον γυιό του συζύγου της Θησέως, τον Ιππόλυτο. Ο νέος αποκρούει τον έρωτά της κ’ η Φαίδρα αυτοκτονεί, συκοφαντώντας τον στον πατέρα του.
Τι με καράβια παν τη μια στη Χρύσα οι μαβρομάτες Αργίτες έχοντας μαζί για το θεό σφαχτάρια, 390 και την κοπέλα οι Δαναοί που μούδωκαν εμένα, ήρθαν πολιώρα οι κράχτες του και πίσω μού την πήραν. Μα βόηθα, μάννα, εσύ, αν μπορείς, τον αντριωμένο γιο σου. Σύρε να πάς στον Έλυμπο και να περικαλέσεις το Δία, αν την καρδιά άλλοτες, ή μ' έργατα ή με λόγο, 395 μια στάλα του τη γλύκανες.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν