Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025
Και μέρες κρεμαστός εκεί για τρόμο να μένη έχει προστάξει ο βασιλιάς· κάθε πιστός αλλάζει εκείθε δρόμο, «προδότη», λέει, «καλά να τα τραβάς.» Σαν άνομο καθένας το κοιτάζει ως τρέμει στον αέρα το κορμί, και μόνο καμιάς κόρης δάκρυ στάζει: «Κρίμα σε τόση νιότη ευγενική.»
« Καραϊσκάκη! κύταξε » Το μαύρο μέτωπό μου, » Και παρατήρα τη βολή, » Που μ' έκαμε το βόλι, » Και άκουσέ με να σου πω, » Εις τη ζωή μου όλη » Πόσαις φοραίς πολέμησα » Τον άνομο εχθρό μου.» «Πρώτα, πρώτα πολέμησα «'Σ το Σούλι, 'ς την πατρίδα. » Και 'ς τους Κουμτζάδες ύστερα, » Στα πέντε τα Πηγάδια, » Κ' εκεί ς' τα Γιάννινα σιμά » Γέμισαν τα λαγκάδια. » Με γενιτσαροπτώματα. » Εκεί! τον Άρη είδα.»
Να γίνη βασιληάς εκεί ελπίζει, ο κλέφτης! ξένους κόπους να κορδίζη! Κυττάχτε σεις που τραγουδείτε στον κάθε άνομο έρωτά μας όλο κακόηχα τραγούδια για τα κρεββάτια τα δικά μας, πως των ανδρών εγώ τους άδικους τους έρωτες με σεβασμό υπομένω• και τώρα πεια ας πέση απάνω τους κάθε τραγούδι καταφρονεμένο, κ' η μούσες όλην την κακογλωσσιά τους ας ρίξουν στα κρεββάτια τα δικά τους.
Η Κρήτη, στα 1897, του φάνηκε του Γουλιέλμου σα νάτανε κανένα Νησί άνομο, άσεβο κι αθεόφοβο που πάει άξαφνα και πολεμάει, με ποιόνα; με το βασιλιά του, πάει να πη με το Θεό. Από χρόνια, στην Τουρκιά, είχε συφέρο λοιπόν η Γερμανία να κολακέβη τον Τούρκο, μα να μην αφίνη διόλου το ρωμαίικο να παίρνη απάνω του.
Αυτά 'παν κείνοι κ' έφυγαν κ' εγέλασε η καρδιά μου πως τ' όνομά μου απάτησε κ' η αλάθευτή μου γνώσι. και ο Κύκλωπας εστέναζε, με πόνους και με οδύναις, 415 και ψηλαφώντας σήκωσε τον λίθον απ' την θύρα, και αυτού 'ς την θύρα κάθισεν απλόνοντας τα χέρια, κάποιον να πιάση, ως έβγαινε 'ς την μέση των προβάτων• πως θα 'μουν τόσο εγώ μωρός είχε 'ς τον νου του ελπίδα. και ωστόσο τον καλήτερον τρόπον εζήτα ο νους μου, 420 ναύρω απ' τον θάνατον φυγή της συντροφιάς κ' εμένα. και απείρους δόλους ύφαινα, τέχναις πολλαίς, ως πρέπει για την ζωή• τι συμφορά μεγάλ' ήταν κοντά μας. και ιδού ποια συμφερώτερη τότε μου εφάνη γνώμη. ήσαν αρνιά καλόθρεφτα, εύμορφα και μεγάλα, 425 'π' ως το γιοφύλλι εμαύριζε το δασερό μαλλί τους. σιγά με βούρλα τα 'δεσα καλόστριφτ', απ' εκείνα 'που τα 'χε στρώμα ο Κύκλωπας, τ' άνομο εκείνο τέρας• τριπλά, τριπλά• το μεσινόν έφερνεν έναν άνδρα, τα δυο 'ς το πλάγι εβάδιζαν κ' έσωζαν τους συντρόφους• 430 ώστ' έναν άνθρωπον τρι' αρνιά βαστούσαν και εις εκείνα κριάρ' είδα λαμπρότατο, κ' ευθύς από τα νώτα το 'πιασα εγώ, τυλίχθηκα 'ς την δασερή κοιλιά του, και από το πλούσιο του μαλλί πιασμένος με τα χέρια σφικτά κρατιούμουν, κ' έμενα μ' αδάμαστην καρδία. 435
Γάμοι που μας γεννήκατε κι αναδωμένο το ίδιο πάλιν έχετε σπέρμα εσείς, γάμοι, πατέρες μας εδείξατε, αδέλφια, τέκνα, μητέρες, νύμφες, σύζυγους, ξανασμιγμένον αίμα και όσα αισχρότατα μεσ’ στους ανθρώπους. Σιωπώ, αφού είναι ανάξιο να λέγωνται όσα είν’ άνομο να γίνωνται.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν