Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
— Ναίσκε, αγά, αποκρίθηκε ο Σιφογιάννης κέτρεμε περισσότερο. — Το ζιμιός εσύ δεν είσαι καλός χριστιανός. — Δεν είμαι, πρέπει, αγά. — Σα δεν είσαι καλός Ρωμιός, θα σε κάμω Τούρκο. Ο Σιφογιάννης έκαμε να παρακαλέση, αλλ' από την τρομάρα του τραύλιζε: — Για το Θεό, αγά...και να χαρής τα παιδιά σου...
ΑΝΗΡ Συ, φαίνεται, το χέσιμο σχοινί-λουρί το πήρες. Εγώ, είν' ώρα στη Βουλή να πάω δίχως άλλο, και τρέχω το μανδύα μου τουλάχιστον να βάλω. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Θαρθώ κ'εγώ, αλλά θα χέσω πριν καλά• γιατί μου τα 'χει σφίξη εκεί κάποια αχλάδα στιφτική. ΑΝΗΡ Σαν κείνη, που δεν άφησε εις τον παληόν τον χρόνον, να δώση ο Θρασύβουλος στους πρέσβεις των Λακώνων απάντησιν. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Μα το θεό είν' ένοχος και πάλι.
Είπανε και μερικά τραγούδια για τιμή των Νυμφών, αρχαίων βοσκών ρίμες. Κι όταν ενύχτωσε, εκοιμηθήκανε στην εξοχή και την άλλη μέρα θυμόντανε τον Πάνα· κι αφού στεφανώσανε με πεύκο τον τράγο τον μπροστάρη, τον επήγανε σιμά στο πεύκο· κι άμα τον ερραντίσανε με κρασί κ' εδόξασαν το θεό, τον εθυσίασαν, τον εκρέμασαν, τον έγδαραν.
Τότε καλά έκαμες που δεν ήλθες. Δεν θα διασκέδασες καλά μητέρα; Σε βλέπω θυμωμένη. Και δεν έχω δίκηο; Ακούς εκεί να υποσχεθής πως θάρθης και να μας γελάσης. Άσκημα παιδί μου, άσκημα καμώματα! Και ο πατέρας σου έγινε πάλι έξω φρενών. Λ έ λ α. Μα ο πατέρας είναι πάντα έξω φρενών. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Σς! μη σας ακούση για το Θεό! Και αυτή τη φορά με το δίκηο του. Κ ώ σ τ α ς.
Και να σου πω, μάννα μου, αν είνε να πάρω άντρα, η καρδιά μου μού λέει να τονέ διαλέξω ατή μου, μα το ξέρω πάλε πως αυτά στον κόσμο δε γίνουνται, και λέω, παρά να μου φυτεύουν ξένες αγάπες ταδέρφια μου, κάλλιο να μένω στην αγκαλιά σου που την έχω χάρισμ' από το Θεό. Κι α σαφίνανε να διαλέξης, Αρετούλα, ποιόνα θα διάλεγες; Αρετ. Με κάνεις και γελώ, καημένη μάννα!
Οι γονείς του τον τάξανε στον Θεό για να δυναμώση και να γίνη γερός κι' αντρειωμένος, μα ο Τρισκατάρατος είχε βάλει την ουρά του πριν βάλη ο Θεός το χέρι του. Σιγά — σιγά τα πόδια του Γιαννάκη αρχίσανε να λιγύζουν, το κορμάκι του να ζαρώνη και με τον καιρό ένα καρβέλι του φάνηκε αποπίσω του κι' άλλο ένα από μπρος του.
ΛΟΥΚΙΛΗ Τι είναι αυτά, πατέρα μου; Πώς είσαι έτσι; Κωμωδία παίζεις; Ιδού ο σύζυγος που σου δίνω. ΛΟΥΚΙΛΗ Εμένα, πατέρα μου; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Ναι, εσένα. Έλα, δώσε του το χέρι και ευχαρίστησε το θεό για την ευτυχία σου. ΛΟΥΚΙΛΗ Μα εγώ δε θέλω να παντρευθώ. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θέλω εγώ, και είμαι ο πατέρας σου. ΛΟΥΚΙΛΗ Μου είναι αδύνατον. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τι αυθάδεια είναι αυτή; έλα, σου λέω, δώσε το χέρι σου.
Α' ΑΝΗΡ Τώρα τα ίδια πράματα με τότε δεν υπάρχουνε• τότ' ήμαστε άρχοντες εμείς, τώρα γυναίκες άρχουνε. Β' ΑΝΗΡ Το κατ' εμέ, η μόνη μου γι' αυτές φροντίδα θάνε, μα το θεό της θάλασσας, να μη με κατουράνε! Α' ΑΝΗΡ Τι τσαμπουνάς δεν ξέρω• Δος μου το ξύλο εσύ, παιδί, τα πράματα να φέρω. . .
Σφάξαμε λαμπρό 'να παλικάρι, τον Έχτορα, που σα θεό τον λάτρεβαν στο κάστρο!»
Αλλά κ' εκείν' η δύστυχη που μ' έχει γεννημένον, το ίδιο πάλι έπαθε που 'χασε του παιδιού της κάθε χαρά. Και τώρα εγώ το κάνιστρο ετούτο θα πάγω αφιέρωμα εις το θεό ν' αφήσω, να μη γυρεύω πράματα, που ούτ' εγώ δεν θέλω. Εκείνη που με γέννησε, αν ίσως είνε δούλα, χειρότερο είνε να τη βρω, παρά να σιωπήσω. Ώ Φοίβε! αφιέρωμα ταφίνω στο ναό σου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν