Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Σαν ξανανταμωθήκανε στο νάρθηκα οι τρεις τους, τους λέει ο Πάτερ Χαράλαμπος, στρεφογυρίζοντας τα κάτασπρά του μαλλιά και χώνοντας τα μέσα στο καλιμάφκι του, να μην τονε νοιάζουνται τον κόσμο πια τώρα, γιατί ατός του θα πάη και θα πη τα χρειαζούμενα εκεί που πρέπει, και γλήγορα θαποτραβήξη την ουρά του ο Τρισκατάρατος, που ζήτηξε με το Χριστό να τα βάλη, μα το φως το διώχνει πάντα το σκότος.

Ποιος αγνοεί πόσας ο Πυθαγόρας ούτος, ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης και ο Χρύσιππος, διά να μη αναφέρω τον εαυτόν μου, ευεργεσίας, έκαμαν εις την ανθρωπότητα; Θα αναφέρω μόνον τας ύβρεις, τας οποίας εξεστόμισεν εναντίον ημών αυτός ο τρισκατάρατος Παρρησιάδης, ενώ τόσα και τοιαύτα μας οφείλει ο κόσμος.

Αλλά και κάτι άλλο εμηχανεύθη ο τρισκατάρατος δολιώτατον και άξιον μεγάλου ληστού. Όταν απεσφράγιζε τα πεμπόμενα ερωτήματα και αναγινώσκων αυτά εύρισκε τίποτε επιλήψιμον και δυνάμενον να έχη σοβαράς συνεπείας διά τον ερωτώντα, το εκράτει και δεν το επέστρεφε, διά να τους έχη υποχειρίους και σχεδόν δούλους διά τον φόβον μήπως αποκαλυφθούν όσα ηρώτησαν.

Ποιος ξέρει; Τάχα δεν ήταν όργανο του Σατανά αν ήρθε να τους ρίξη σε σύγχιση; Τι διάβολο! αν ήταν αληθινός άγιος, το χωριό τους θάβρισκε να κονέψη!... — Πού ήσουνα, κυρ Γερόλυμε! φώναξε άξαφνα ο δήμαρχος· έλα βρε αδερφέ, να μας χωρίσης· μπλέξαμε στα καλά με τούτον το διάολο!... Μα συνήρθε αμέσως κι άρχισε τα σταυροκοπήματα. — Φτου! .. φτου!.. προσκυνώ τη χάρη του .. με κόλασε ο τρισκατάρατος!

Η φιλονικία κατάληξε στα χέρια, και μέσα στο μαλλοτράγμα, κάποιος είπε με πόνον καρδιακό: — Ε! και να ξεφύτρωνες, θεέ μου, τον κριτή μας, τον κυρ-Χρήστο, εδώ πέρα, από καμμιά μεριά, πως θάφευγε ο τρισκατάρατος από τη μέση μας, και πως θα γένονταν όλα μέλι γάλαΑχ' πούθε να είταν καημένε, είπε ένας άλλος τους, σε μια στιγμή θα ειρήνευαν τα πάντα. — Μούρθε μια ιδέαείπε ένας άλλος....

Αν την έβλεπες πώς επηδούσε, αν την άκουες πώς εμούγκριζε και αγκομάχα, πώς εσυνέπαιρνε ό,τι εύρισκεν εμπρός της, πώς έκοβε τα σχοινιά, πώς έσπαζε τα σίδερα χωρίς να παθαίνη τίποτε, θα επίστευες πως ήταν ο διάβολος σωστός. — Το 'κόνισμα παιδιά· το 'κόνισμα! φωνάζει ο ναύκληρος υποψιασμένος. Καθώς άκουσε το εικόνισμα, ελύσσαξεν ο τρισκατάρατος. Έκανε ολάκερο ξύλο να τρέμη σαν το φυλλοκάλαμο.

Εκείνοι μουρμούριζαν κι οι δυο: — Φτώχεια μεγάλη, δέσποτά μου. Εμείς χαραμήδες δεν είμαστε. Να που μας έβαλε, βλέπεις, ο Τρισκατάρατος.. Η φτώχεια..... Ο ηγούμενος τους απόκοψε αυστηρός: — Όποιος είνε φτωχός δε κλέβει. Και τη φτώχεια ο Θεός την έδωσε. Κατακολαστήκατε σήμερα, κι ο Θεός να σας συχωρέση..... Κι απόμεινε σκεφτικός. Ύστερα τους ζύγωσε και τους έλυσε τους αγκώνας.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν