United States or Botswana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκάθητο επί του καταστρώματος, παρά την πρύμνην, με τα γόνατα υψωμένα και τους αγκώνας επί των γονάτων και το μέτωπον εντός των χειρών. Ο πλοίαρχος υπήγε πλησίον της προσπαθών να την ενθαρρύνη, αλλ' έμεινε σιωπηλή και ακίνητος εκείνη, ουδ' ανύψωσε την κεφαλήν.

Δεν τους γνωρίζεις τους Συριανούς; Προτιμούν να αλληλοτρίβουν τους αγκώνας των εις την στενήν των πλατείαν. Μόνοι οι εκλεκτοί ευρίσκουν ευχαρίστησιν «παρά θίνα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης». — Και τίνες ήσαν σήμερον οι «εκλεκτοί»; ηρώτησε μειδιών ο Κύριος Λιάκος. — Έπρεπε να είπω εις δυικόν αριθμόν, «τω εκλεκτώ». Και εγέλασεν ο Κ. Πλατέας διά την επιτυχίαν του αστεϊσμού του.

Άλλοι εξηπλωμένοι κατά μήκος των τοίχων, εκοιμώντο . . . ίσως ήσαν νεκροί: άλλοι εσχημάτιζον κύκλον πέριξ μιας σκάφης ευρισκομένης εις το κέντρον, πλήρους ύδατος, και έπινον: άλλοι εκάθηντο κατά γης, στηρίζοντες τους αγκώνας επί των γονάτων και την κεφαλήν εις τας δύο χείρας. Εδώ και εκεί παιδία ανεπαύοντο περιμαζευόμενα επί των μητέρων των.

Έπειτα γράφει πάλιν, αφίνει τον κάλαμον χάριν του καφέ, και τούτον χάριν του σιγάρου, και στηρίζων την κεφαλήν του εις τους αγκώνας του βυθίζεται εις σκέψεις. Ο βλέπων αυτόν ούτως εσκεμμένον και άθυμον θα υπέθετεν ίσως, ότι ο Μιμίκος γράφει στίχους, και μάτην θηρεύει δύσκολόν τινα ομοιοκαταληξίαν εις τελείωσιν του στίχου του.

Εκάθητο κατά γης με τους αγκώνας επί των γονάτων και την κεφαλήν εντός των χειρών. Τα ολίγα έπιπλα του δωματίου ήσαν άνω κάτω, και σπασμένα εδώ κ' εκεί τρίμματα πηλίνων αγγείων. Σας εξομολογούμαι ότι την στιγμήν εκείνην με κατέλαβεν αίσθημα φόβου. Εσκέφθην ότι ήτο ανοησία μου να υπάγω μόνος εκεί. Αλλά δεν ηδυνάμην πλέον, και αν το ήθελα, να οπισθοχωρήσω.

Τον εδίδαξε να εντείνη την προσοχήν του εις τας αιγάγρους και το πήδημά των, ώστε εις το πήδημα να ημπορή να στέκεται στα πόδια του και αυτός και να στερεώνεται· και αν μέσα εις της σχισμάδες των βράχων δεν είναι καθόλου στήριγμα διά τα πόδια, τότε πρέπει ο άνθρωπος να γαντζώνη με τους αγκώνας, με τους μηρούς και με τας κνήμας, και ακόμη και με τον τράχηλον να σφικτοδαγκώση, όταν το απαιτήση η περίστασις.

Τι ήταν του Ομήρου οι ήρωες μπροστά σ’ αυτές τις γυναίκες που μάχονταν: αγκώνας με στήθος, νύχι με μάγουλο, δόντι με κρέας, κλωτσιά με κοιλιά!

Εκτός τούτου τα εχρειάζοντο διά τους Άραβας ή μάλλον ανήκον όλα εις τον πατέρα του. Και αντί τόρα να ακολουθή όπισθεν του Ανθυπάτου επροπορεύετο με βήμα γοργόν. Κατόπιν παρεμέρησε προς τον τοίχον τον οποίον εκάλυπτε με την τήβεννόν του και με τους δύο τους αγκώνας χωριστά ενώ η κεφαλή του εξείχεν υπεράνω μιας θύρας. Ο Βιτέλλιος παρετήρησε την θύραν και ηρώτησε να μάθη τι περιέκλειε.

Ο μπάρμπα-Στεφανής ήτο με την &νιτσεράδα& του, με τον κηρωτόν πίλον του, με τον ιμάντα δεδεμένον υπό τον πώγωνα, με τα μακρά πτερύγια σκεπάζοντα τα ώτα, και ο υιός του Σπύρος, ο καλούμενος κοινώς το Μπερκάκι, με τας πρεκνάδας και με τας βούλας εις το πρόσωπον, ήτο με τα μανίκια της μαλλίνης καμιζόλας του ανασφουγγωμένος ως τους αγκώνας. Ευτυχώς δεν εχιόνιζεν, αλλ' ο άνεμος ήτο παγερός.

Εκείνοι μουρμούριζαν κι οι δυο: — Φτώχεια μεγάλη, δέσποτά μου. Εμείς χαραμήδες δεν είμαστε. Να που μας έβαλε, βλέπεις, ο Τρισκατάρατος.. Η φτώχεια..... Ο ηγούμενος τους απόκοψε αυστηρός: — Όποιος είνε φτωχός δε κλέβει. Και τη φτώχεια ο Θεός την έδωσε. Κατακολαστήκατε σήμερα, κι ο Θεός να σας συχωρέση..... Κι απόμεινε σκεφτικός. Ύστερα τους ζύγωσε και τους έλυσε τους αγκώνας.