United States or Democratic Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το κατ' εμέ τουλάχιστον, και εξομολογούμαι τούτο εν πάση σπουδαιότητι, ουδέν ποτε εδιδάχθην ουδ' ωφελήθην από των φιλικών επαίνων, πολλά δε τουναντίον οφείλω εις τας εχθρικάς κατακρίσεις, και αυτάς τας από δυσμενεστάτης γνώμης.

Δεν ετόλμων να τον επιπλήξω υψών την φωνήν, διότι ήκουα έξω τον ψιθυρισμόν των δύο αδελφών. Τι έλεγον; Το εξομολογούμαι προς αίσχος μου η περιέργεια υπερέβαλε την χρηστοήθειαν. Επλησίασα κ' εγώ το αυτίον μου εις την χαραμμίδα της θύρας. — Να μη τον ιδή η Ελένη, εψιθύριζεν η Κυρία Σοφία. Δι' όνομα Θεού, να μη τον ιδή! Θ' αποθάνη! — Σιωπή! εψιθύρισεν ο Κ. Μελέτης. — Ο ίδιος, απαράλλακτος!

Δεν θα τον ακούσω όμωςσου το εξομολογούμαι υπό πάσαν εμπιστοσύνηνκαι η προσεχής μου επιστολή θα ήνε πλήρης γερμανικών ασμάτων, και πάθους ελλήνων υποκριτών, και αμανέ ανατολικού, αν, ως ελπίζω, έλθη έως τότε ο ανυπομόνως εκ Σμύρνης προσδοκώμενος θίασος. Εις το Ωδείον τώρα, το οποίον βλέπεις αφήκα τελευταίον pour la bonne bouche.

Υπήκουσα τον πατέρα μου με δυναστικόν τρόπον, από αιτίαν εδικήν σου, επειδή σου το εξομολογούμαι, ω ακριβέ μου Κουλούφ, πως σε αγαπούσα, με όλον που δεν σου το είχα φανερώσει. Η υπανδρειά μου με τον Ταχέρ δεν σε αποξένωσεν από την ενθύμησίν μου.

Εκάθητο κατά γης με τους αγκώνας επί των γονάτων και την κεφαλήν εντός των χειρών. Τα ολίγα έπιπλα του δωματίου ήσαν άνω κάτω, και σπασμένα εδώ κ' εκεί τρίμματα πηλίνων αγγείων. Σας εξομολογούμαι ότι την στιγμήν εκείνην με κατέλαβεν αίσθημα φόβου. Εσκέφθην ότι ήτο ανοησία μου να υπάγω μόνος εκεί. Αλλά δεν ηδυνάμην πλέον, και αν το ήθελα, να οπισθοχωρήσω.

Με αρκετήν ειρωνείαν τότε, παρατηρών τον αντίπαλόν του μου έδωσε δύο απαντήσεις: — Προς αυτόν εδώ, Σωκράτη, δεν θα εδίσταζα να ειπώ ότι δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο. Προς εσέ όμως εξομολογούμαι ότι είναι και ευχάριστος και ωφέλιμος η φιλοσοφία, και το πιστεύω αυτό διότι σκέπτομαι ορθώς.

Έπειτα ήρχισε ν' αναγινώσκη: «Ήμουν εις το Ταϊγάνι τον τελευταίον χειμώνα, κλεισμένος, χωρίς δουλειά, χωρίς πεντάρα. Ας είνε καλά ο φίλος μου ο καπετάν-Καλόγερος οπού μ' έτρεφε και με συνετήρει. Εμβήκαμε εις ένα τραχτήρικαφενείον να πούμενα ζεσταθούμεν. Ήμουν ξεμέθυστος, ομολογώ, πατέρα μου, εξομολογούμαι την πτώσιν μου, ωσάν ένας δεύτερος Άσωτος υιός.

Εγώ με την δύναμιν ενός δακτυλιδιού απερνούσα διά γυναίκα σου και ο άνδρας που έφυγε, και αυτός έχει ένα παρόμοιον, και με αυτό επήρε την μορφήν σου· και επειδή σου εξομολογούμαι το παν σε παρακαλώ συμπάθησόν με.

Πρώτη παράστασις υπήρξεν η του Μ ά ξ β ε λ, «εξόχου δράματος του Ιουλίου Βαρβιέ», ως λέγει η θεατρική προκήρυξις, «εις πράξεις πέντε και ένα πρόλογον, μεγάλην εμποιήσαντος αίσθησιν εν Παρισίοις, διότι παριστά την πάσχουσαν και πεπλανημένην δικαιοσύνην». Φέρουσα δε ο πρόλογος και αι πέντε του δράματος πράξεις τας εξής φοβεράς επιγραφάς· «Θ α ν α τ ι κ ή ε κ τ έ λ ε σ ι ς, Ο υ ι ό ς τ ο υ δ ο λ ο φ ό ν ο υ, Α δ ε λ φ ό ς κ α ι α δ ε λ φ ή, Τ ο ε γ χ ε ι ρ ί δ ι ο ν, Τ ο ό ρ α μ α, Η τ ι μ ω ρ ί α». Φοβείσαι; εγώ φοβούμαι, αγαπητή, και δι' αυτό, σου εξομολογούμαι την αμαρτίαν μου, μόλις κατώρθωσα να ακούσω τον πρόλογον.