Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025


Άσπλαχνε! εδώ κι' αν αδερφό σου σφάξουν κι' αν παιδί σου, όχι δε λες αν βγει ο φονιάς και θέλει να πλερώσει· και μένει αφτού στον τόπο του πολλά ο φονιάς μετρώντας, και του παθού η βαριά καρδιά ξεγράφει πια το μίσος 635 σα λάβει δίκια πληρωμή. Μα εσένα σούχουν βάλει κακό άσβυστο οι θεοί θυμό στα στήθια για μια κόρη, μία και ξερή· μα τώρα εμείς εφτά τις πιο ομορφούλες μ' άλλα πολλά σου δίνουμε.

Φιλήθηκαν ούλοι, κάμανε το σταυρό τους με τους γκράδες στα χέρια. Χωριστήκαμε σ' εφτά τμήματα, έτσι μου φάνηκε καλλίτερα και πιάσαμε μια μεγάλη γραμμή. Το τάγμα έρχουνταν βάδην κατ' απάνω μας. Μη μπυροβολήση κανείς, τους κάνω, άμα φτάσουνε στα εκατό μέτρα, το σταυρό σας, και πυρά ομαδά. Οι Τούρκοι έρχουνταν τα σκυλιά. Μέσα στις τουφεκιές τους ακούγαμε τους δικούς μας γκράδες να βογκάνε από μακριά.

Είταν πολύ μενανοιωμένος, αλλά τι νάκανε; Σκέφτηκε να ματαξανασυμφωνήση γι' άλλα εφτά χρόνια και να πάρη τέλος εκατό φλωριά και να γυρίση στο σπίτι του μια για πάντα, αλλά ακολουθώντας την συμβουλή του πατρός του, αποφάσισε να γυρίση πριν γεράση κι' έτσι έδωκε το χέρι να αποχαιρετήση τον αφεντικό του. Εκείνη τη στιγμή ο αφεντικός του τού είπε: — Στάσου μια στιγμή....

Μπράβο, Στεφανή, τώρα μ' έκαμες ν' αποφασίσω. Ήπιες ρακή; τράβα κι' άλλο ένα, είπεν ο παπάς. — Έχω πιή πέν' έξ ως τώρα, έτσι νάχω την ευχή σ', παπά. Πιε κι' άλλο ένα να γίνουν εφτά. Ο μπάρμπα-Στεφανής ερρόφησε γενναίαν δόσιν εκ της μικράς φιάλης, της πάντοτε κενουμένης και ουδέποτε στειρευούσης, του ιερατικού μελάθρου. — Είσαστ' έτοιμοι; είσαστ' έτοιμοι; είπεν ακολούθως.

Και το ταχύ, μόλις ετσάκισαν τα εφτά μεσάνυχτα κ' έσκασε μες τ' ανατολικά κορφοβούνια το λαμπρότατο αστέρι, ο Γελαντζής, ξάφνου μαζί κ' η πέντε καμπάνες των αψηλών μας καμπαναριών ανατάραξαν το χωριό, σκόρπισαν από τα ματόφυλλα των χωριανών τον γλυκόν αυγερινό ύπνο, σαν ανεμοζάλη ωργισμένη που σηκώνετ' άξαφνα και σκορπάει την πάχνη και την καταχνιά που πλακώνουν τη πλάση.

Κάνοντας την απόφαση, ανοίγει το χαρτί και διαβάζει. «&Μη βγαίνης ποτέ από τον ίσιο δρόμο&». Διαβάζοντας τη συμβουλή, μετάνοιωσε, γιατί την προτίμησε από τα εκατό φλωριά, αλλά δε μπορούσε να κάνη αλλοιώτικα, και συμφώνησε πάλι άλλα εφτά χρόνια να ξαναδουλέψη τον αφεντικό του πάλι για εκατό φλωριά, κι' έτσι ξαναμπήκε πάλι στη δουλειά.

Μόλις γύρισε ο Τριστάνος στη Μικρή Βρεττάνη, στο Κάρχαιξ, πήγε να βοηθήση τον αγαπητό του σύντροφο Καερδέν, εναντίον ενός βαρώνου Μπενταλίς. Μία μέρα έπεσε σε ενέδρα που του στήσανε ο Μπενταλίς κι' οι αδερφοί του. Ο Τριστάνος σκότωσε τα εφτά αδέρφια. Αλλά πληγώθηκε κι' αυτός με μια κονταριά, και το κοντάρι ήτανε δηλητηριασμένο.

Εφτά βούρλα λοιπόν, πλεγμένα σ' ένα κλαδί λυγαριάς και μαζί εφτά προσευχές στον Κύριο και στην Παναγία του Ριμέντιο, μεγάλη η χάρη της. Να εκεί κάτω στο γαλάζιο ορίζοντα του δειλινού το εκκλησάκι της και ο περίβολος από καλύβες ήρεμος σαν προϊστορικό χωριό, εγκαταλειμμένο εκεί από αιώνες.

Κι' όθε περάση ο ίσκιος μου, ορίζω εγώ... Το ξέρει. — Πόλεμο θέλω... πόλεμο... Ποιος είσαι συ που κρένεις; — Πιστεύω, ό,τι πιστεύετε... — Αφωρεσμένος νάσαι Πώχεις ψυχήτη γλώσσα μας, 'ς αυτόν τον Άγιον Τάφο Να βλαστημήσης προδοσαίς... Αφωρεσμένος νάσαι... Κι' ο αντίλαλος εφτά φοραίς από σπηληαίς σε βράχους Από βουνά σε λαγκαδιαίς φαρμάκεψε ταγέρι Μ' εκείνον τον αφορεσμό.

ΧΑΡΜ. Αυτή είνε, και πραγματικώς ο δυστυχής έχω πέση εις την παγίδα και να γλυτώσω δεν μπορώ. ΤΡΥΦ. Και γι' αυτήν έκλαιγες; ΧΑΡΜ. Ναι. ΤΡΥΦ. Και την αγαπάς πολύν καιρό ή νεοσύλλεκτος είσαι; ΧΑΡΜ. Όχι, είνε εφτά μήνες σχεδόν από την εορτήν των Διονυσίων, που την είδα πρώτη φορά.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν