United States or Lesotho ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τις ακούγαμε από μακριά τις φωνές τους, και δίχως μήτε πόρτες να κλειδώνουν έφευγαν όλοι προς το βουνό. Εμείς όμως είχαμε και τάλλα δυο τα μικρά να κοιτάξουμε, κ' είπα της Φωτεινής να προσμείνη λιγάκι, να πάω να μιλήσω της γριάς στο καλύβι και να της πω να μη φοβάται.

Όταν αποκοιμηθήκαμε, ακούγαμε ακόμα το θόρυβο του ανέμου και των κυμάτων κι όταν έπαψε η ταραχή, μας ξύπνησε η γαλήνη. Εμπρός από τα παράθυρα μας απλωνόταν η θάλασσα ήσυχη και μεγάλη. Την ανάμνηση αυτή την είχα σημειώσει από χρόνια.

Ώρες πολλές μπορούσαμε να περπατούμε στο στενό μονοπάτι, που έφερνε από το κοκκινοβαμένο σπίτι μας κάτω στην ακρογιαλιά και κάθε βράδι μέναμε στην αποβάθρα πολλή ώρα κι ακούγαμε το θόρυβο των κυμάτων, που τώρα αχούσε ησυχότερος παρότι την ανήσυχη άνοιξη, μα και τραχήτερος μαζί.

Ενώ κατεβαίναμε τα τατσάβραχα προς τη λίμνη κατά το μεσημέρι, ακούγαμε ότι μας συνόδευε από πίσω το κατηφόρισμά μας ποιμενικό τραγούδι, π' αντιλαλούσαν απ' αυτό τα πλευρά του βουνού και τα τείχια του παλιού κάστρου.

Αν ανεβαίναμε πιο νωρίς, θ' ακούγαμε θλιβερές ιστορίες και δω. Θ' ακούγαμε πώς η μαυροφόρα, έχει πέντε χρόνια, να δη τον άντρα της. Πως ξενοδουλεύει να ζήση τρία παιδιά. Πως πλάκωσε κ' η αρρώστια, και πως πάει να πεθάνη το μικρότερό της. Κοίταξέ την καλά, τώρα που σηκώθηκε και τοιμάζεται, κι όλο τοιμάζεται να φύγη, κι όλο κρυφομιλεί.

Δόξα νάχη ο Θεός που δε βάσταξε πιώτερο! μουρμούριξε η μακαρίτισσα. Και κει που τόλεγε, ξανάρχεται μεγαλήτερο βοητό από τα βάθια της γης, κ' ύστερ από το βοητό μεγαλήτερο τράντασμα. Ακούγαμε τους τοίχους που κατρακυλούσαν από παντού. Τα χάσαμε, και δεν μπορούσαμε να σαλέψουμε από κοντά από τον τοίχο μας. Άξαφνα γκρεμιέται κι αυτός ο τοίχος, και κατρακυλιούνται αμέτρητες πέτρες τριγύρω μας.

Όμως, αδρέφι, εσένα αφτά σου σύσταινε ο Μενοίτης 765 τότες που σ' έστελνε οχ τη Φτιά να πας στον Αγαμέμνο, κι' είμαστε μέσα εμείς, εγώ κι' ο θεϊκός Δυσσέας, κι' όλα καλά τ' ακούγαμε σα σ' τάλεγε στον πύργο. Τι ήρθαμε στου Πηλέα οι διο τ' αρχοντικό, ζητώντας στρατό μες στην πολύβοσκη να μάσουμε Αχαιΐδα. 770 Μέσα λοιπόν εκεί ήβραμε τον αρχηγό Μενοίτη, ήβραμε εσένα, κι' έστεκε σιμά σου ο Αχιλέας.

Κι' εσένα, γέρο, ακούγαμε πως μια φορά εφτυχούσες· τι όσους της Λέσβος το νησί εντός του θρέφει αθρώπους, κι' ο άπειρος Ελλήσποντος ή κι' η Φρυγιά από πάνου, 545 όλους σε πλούτος και σε γιους λεν, γέρο, τους νικούσες. Μα μια οι θεοί και σούστειλαν τέτια βαριά φουρτούνα, δεν πάβουν γύρω οι σκοτωμοί στο κάστρο σου, δεν πάβουν.

Ενώ κατεβαίναμε τα κατσάβραχα προς τη λίμνη κατά το μεσημέρι, ακούγαμε ότι μας συνόδευε από πίσω το κατηφόρισμά μας ποιμενικό τραγούδι, π' αντιλαλούσαν απ' αυτό τα πλευρά του βουνού και τα τείχια του παλιού κάστρου.

Μπορούσα να σας αναφέρω πολλά τέτοια τέρατα και σύναξα κάμποσους ανώμαλους τύπους σαν το ζουμός και μάλιστα πολύ πιο περίεργους, ητοίμασε αντίς ετοίμασον, την αμάξη και χίλια άλλα. Όλοι αφτοί οι τύποι έχουν την ίδια αρχή· έρχουνται από την καθαρέβουσα. Αν αφίναμε το λαό να μιλήση τη γλώσσα του, δε θα τους ακούγαμε ποτές.