Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025


Αυτά 'πε' και να κοιμηθή και αυτής εκαλοφάνη. 295 και άμ' έπεσαν τους κύκλωσαν του πολυβούλου Ηφαίστου τα τεχνικώτατα δεσμά, και ουδέ μέλος κανένα να κινήσουν εδύνονταν, ή ολίγο να σηκώσουν• κ' ένοιωσαν τότε ότι φυγής κανείς δεν ήταν τρόπος, και ο ζαβοπόδης ο θεόςολίγο ήλθε σιμά τους, 300 επειδή οπίσω εγύρισε πριν εις την Λήμνο φθάση• ότι σκοπός του εφύλαγεν ο Ήλιος και του το 'πε. με την καρδιά περίλυπη πλησίασετο δώμα, 'ς τα πρόθυρα εσταμάτησε, και άγρια χολή τον πήρε, και φρικτήν έσυρε βοήτους αθανάτους όλους• 305 «Δία πατέρα, μάκαρες θεοί, 'που πάντοτ' είσθε, ελάτ', έργ' αξιογέλαστα και αβάστακτα να ιδήτε, με, τον χωλόν, πώς του Διός η κόρ', η Αφροδίτη, καταφρονεί και αγάπησε τον ανδροφόνον Άρη, ότ' είναι ωραίος, και γερόςτα πόδια, κ' εγώ είμαι 310 εκ γενετής αστερέωτος• και εις τούτο ποιος μου πταίει παρά και οι δύο μου γονείς, να μη 'χαν με γεννήσει. αλλά θα ιδήτε πώς αυτοί κοιμούνται αγκαλιασμένοι• κυττάζω εγώ και οδύρομαι 'που η κλίνη μου επατήθη. παρόμοιο πλάγιασμα, θαρρώ, δεν θα ζητήσουν πλέον, 315 μ' όσον και αν έχουν έρωτα, ουδέ για ολίγην ώρα. αλλ' απ' τα επίβουλα δεσμά δεν θα λυθούν εκείνοι, πριν λάβω απ' τον πατέρα της οπίσ' όλα τα δώρα, όσα 'χω για την άσεμνη την κόρη παραδώσει. καλ' είναι η θυγατέρα του, αλλά δεν έχει γνώσι». 320

Να ιδούν μαθές, κι ο κόσμος να χαλάση! Ακούς; Διαστρεμένα! Έπεσαν στη γούβα να τσακιστούν. Έτσι ντε! να! Μπομπιεμένα!.. Ίχιτας! Εγύρισε με το δίσκο τόρα και τους εφλόγισε και τους κατάκαψε όλους με τα νάζια της και τα γλυκόλογά της. Ανέβηκε πάλι στο πάλκο απάνω. Άδιασε το διάφορο του δίσκου στο τραπέζι. Εκάθισε στην καρέκλα της, ανάμεσα στο Βιολιντζή και το Σαντουριέρη.

Τι θάμμασμα που έγεινε πίσω στην Καναπίτσα! . . . Δεκαοχτώ τουλουμοτύρια, το φόρτωμα ενός καϊκιού, που έπεσε εψές όξου, τα ερρούφηξεν ο αφαλός της θάλασσας και τα ξέρασε πίσω το μάτι της λίμνης . . . Θα φάμε χέλια παχειά φέτος, παιδά . . . Από βδομάδα, σαν αφήση τ' αφεντικό, θ' αρχίσω να τα ψαρεύω . . . . Έπεσαν στα τυριά, φάγανε κι' α — δε φάγανε . . . του διαβόλου τα χέλια, βρε!

Δεν θυμάσαι τουλάχιστον ότι ήτο έτσι χρωματισμένη, με κίτρινες ζώνες; — Ναι, αλήθεια. Μα τα καμπαναριά πού είνε; — Τα καμπαναριά;.... Έπεσαν με τους σεισμούς της Ζακύνθου. — Χριστός και Παναγία! είπεν η γραία και έκαμε τον σταυρόν της. Ο τροχιόδρομος αργεί να έλθη και έξαφνα ο Σβούρος μου λέγει: — Τι γλισχρότητα που την έχουν αυτοί οι Βέλγοι!

Αλλά μίαν ημέραν έξω του συνηθισμένου, βλέπω ένα πλήθος Ελέφαντας ερχομένους τα ίσια προς το δένδρον που εγώ ήμουν υψηλά, με τοιαύτην βοήν και ταραχήν και κρότον των ποδών τους, που σχεδόν έτρεμεν η γη υποκάτω εις το δένδρον· εσήκωσαν όλοι τας κεφαλάς των και με εθεωρούσαν με φοβερόν βλέμμα και μουγκρίσματα που ηχολογούσεν όλον το δάσος· ώστε από τον φόβον μου έπεσαν από τας χείρας και δοξάρι και σαΐτες·

Κάποτε δεν εννοώ πώς δύναται να την αγαπήση άλλος, πώς τολμά, όταν εγώ ολότελα μόνος, τόσον ενδόμυχα, τόσον εγκάρδια,, την αγαπώ· τίποτε άλλο δεν γνωρίζω, τίποτε δεν ηξεύρω, δεν έχω παρά αυτήν! 4 Σεπτεμβρίου. Ναι, έτσι είναι! Καθώς η φύσις κλίνει προς το φθινόπωρον, γίνεται φθινόπωρον μέσα μου και γύρω μου. Τα φύλλα μου κιτρινίζουν, και τώρα τα φύλλα των πλησίον δένδρων έπεσαν.

Ο πρωτομάστορης με τον βαρειόν έκαμε τους νενομισμένους τρεις σταυρούς εις το πηδάλιον και έδωκε τον πρώτον κτύπον της ωθήσεως εις το πελώριον σκάφος. Συγχρόνως έπεσαν εν ακαρεί τα κοντοστύλια όλα.

«Ωιμένα, του κακότυχου, 'ς το τέλος τι θα γένω; φοβούμαι μην όσ' η θεά προείπεν αληθεύσουν• 300 'πώλεγε ότιτην θάλασσα, πριν φθάσω εις την πατρίδα, θα παραδείρω• και όλ' αυτά ιδού λαμβάνουν τέλος, με ποία νέφη τουρανού το πλάτος στεφανόνει ο Δίας, και την θάλασσαν ετάραξε• μανίζουν άνεμοι ολούθε• αφεύγατο μ' ηύρε το τέλος τώρα• 305 τρισμάκαρες οι Δαναοί, 'πουτην πλατειά Τρωάδα, γι' αγάπη των Ατρειδών, επέσαν πολεμώντας.

ΣΕΒΑΣΤ. Γιατί λοιπόν δεν βαραίνει ως και τα βλέφαρά μας; Εγώ δεν νυστάζω. ΑΝΤΩΝ. Ούτ' εγώ· τα λογικά μου είν' ελαφρά. Έπεσαν όλοι μαζή σαν ματιαγμένοι· τους έρριξε χάμου σαν αστροπελέκι.

Τότε η Αροούγια βλέποντας και τους τρεις αγαπητικούς της που έπεσαν εις τα δίκτυά της καθώς επιθυμούσεν, έκλεισε καλά τον οντά που τα ντουλάπια ήτον με αυτούς, και έπειτα επήγε να εύρη τον άνδρα της διά να του διηγηθή τα όσα εκατώρθωσε.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν