United States or Iraq ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα ο Δάφνης έμειν' εκεί ζωσμένος γιδοτόμαρο μαλλιαρό, έχοντας κρεμάσμένο, από τους ώμους ταγάρι, που μόλις τώχαν απορράψει, κρατώντας με τόνα χέρι τυριά χλωρά και με τ' άλλο κατσικάκια βυζανιάρικα· αν καμιά φορά ο Απόλλωνας, όταν εδούλευε στο Λαομέδοντα, εβόσκησε γίδια, τέτοιος θα ήτανε, όπως εφάνηκε τότες ο Δάφνης.

Και του δίνει τα τυριά σαν δώρο, επειδή ήταν από καιρό φίλος, από τότε που έβοσκε κι αυτός. Κάνοντας αρχή από δω άρχισε να του λέη και για την παντρειά της Χλόης.

Ύστερ' απ' αυτά του ευχόντανε όλα τα καλά ο Λάμωνας κ' η Μυρτάλη κι ο Δάφνης τούφερνε χαρίσματα κατσικάκια, τυριά, όρνιθες με τα μικρά τους, σταφύλια επάνω στις κληματόβεργες, μήλα με τα κλαριά τους. Ήτανε μέσα στα δώρα και κρασί μοσκάτο της Λέσβος, καλώτατο για πιόσιμο.

Διότι είχαν προσορμισθή παρά τινα αλίμενον παραλίαν ερημονήσου, διά να φορτώσουν τυριά, αλλ' η &σοροκάδα& με μισό φορτίον τους παρέσυρεν έξαφνα, κόψασα την άλυσιν της αγκύρας, αφαρπάσασα και την μικράν βαρκούλαν.

Τα λύτρα δε ήσαν τυριά πολλά και ψάρια ξηρά, κρομμύδια και τέσσαρες έλαφοι, αι οποίαι είχον εκάστη τρεις πόδας, τους δύο οπισθίους και τους δύο εμπροσθινούς εις ένα κολλημένους. Παρεδόσαμεν αντί των λύτρων τους αιχμαλώτους και αφού εμείναμεν μίαν ημέραν απεπλεύσαμεν. Ήδη δε εφαίνοντο ιχθύες και πτηνά διάφορα και αλλά διάφορα σημεία εκ των οποίων εσυμπεραίναμεν ότι ήτο πλησίον ξηρά.

Και σαν να έμελλε κάτι μεγάλο κι αληθινά θεοσταλμένο να μάθη και κατσικάκι πως θα της δώση έταζε και τυριά χλωρά από πρωτάρμεχτο γάλα και την κατσίκα την ίδια. Αφού λοιπόν η Λυκαίνιο βρήκε τσοπάνικη αθωότητα όση δεν επερίμενε, άρχισε να γυμνάζη το Δάφνη με τούτο τον τρόπο.

Ο γέρων, όστις, αν και δεν ήθελε να το ομολογήση, επόνει περισσότερον διά το τσερνίκι του, ή όσον ο έμπορος διά τα τυριά του, ίσως κ' έπασχεν εκ παλαιών ρευματισμών τους πόδας, είχε βαρύνει εις τον δρόμον, κ' επρόσκοπτε συχνά κατά των εμποδίων της οδού.

Δεν υπάρχει λοιπόν κανένα γιατρικό του έρωτα, που να πίνεται, που να τρώγεται, που να λέγεται με ξόρκια, παρά μονάχα το φιλί και τ' αγκάλιασμα και το πλάγιασμα με γυμνά τα κορμιά. Ο Φιλητάς λοιπόν, σαν τους έμαθεν αυτά, φεύγει, αφού τούδωκαν λίγα τυριά κ' ένα κατσικάκι κερατιάρικο πια.

Ήλθαμ' εις τ' άντρ' ογλήγορα και μέσ' αυτός δεν ήταν, αλλ' έβοσκεν εις ταις βοσκαίς τα σαρκωμέν' αρνιά του. και ως φθάσαμ' εκυττάζαμεν όσά 'χε μέσα τ' άντρο• τα τυροβόλια γεμιστά, και η μάνδρες στοιβασμέναις αρνιά κ' ερίφια• κ' είχε τα ξεχωριστά κλεισμένα, 220 τα πρώιμ' αλλού, τα δεύτερα αλλού, και αλλού τα τρίτα. και όλα επλημμύριζαν ορό, και κάδοι και σκαφίδες, τ' αγγεία τα καλόφθειαστα, 'π' άρμεγε αυτός το γάλα. τότε με λόγια οι σύντροφοι θερμά μ' επαρακάλουν, απ' τα τυριά να πάρουμε και φεύγοντας με βία 225 αρνιά κ' ερίφια γλήγορα να σύρουμ' απ' ταις μάνδραιςτο πλοίο μας, και τα πικρά να σχίσουμε πελάγη. να 'χα δεχθή την γνώμη τους! αλλ' είχε βάλει ο νους μου κείνον να ιδώ και ξενικά να μου χαρίση δώρα• και αχ, να φανή δεν έμελλε τερπνός εις τους συντρόφους! 230

Αφού λοιπόν και δεύτερη φορά γελάστηκε ο Δόρκωνας στην ελπίδα του και του κάκου έχασε τα καλά τυριά, αποφάσισε ν' αρπάξη τη Χλόη, όταν βρεθή μονάχη της. Και σαν παραφύλαξε κ' είδε, ότι τη μια μέρα πήγαινε τα κοπάδια στο πότισμα ο Δάφνης και την άλλη η κορασιά, σοφίζεται πονηριά, που ταίριαζε σε βοσκό.