United States or Gambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ελάχτιζε όσο εδύνονταν προς του νερού την όψι, Μον την πληγή δεν ημπορεί του χάρου ν' αποκόψη.

Οχ κι' εσύ όλο να γκρινιάζης, Όλο θέλεις να μιας σκιάζης· Έχε υγιά, της λεν, θα πάμε· Αλλα λόγια δε γρηκάμε. Το ποτάμι τους αφίνουν, Δίχως άλλο να προσμείνουν· Κι' όσο εδύνονταν τρεχάτα Προς τους κάμπους κόφτουν στράτα. Τα μωρά! δε συλλογιούνται. Τα νερά αρχινάν τραβιούνται. Απομνήσκουν μες την ξέρη, Πέφτουν σε διαβάτων χέρι.

Αυτά 'πε' και να κοιμηθή και αυτής εκαλοφάνη. 295 και άμ' έπεσαν τους κύκλωσαν του πολυβούλου Ηφαίστου τα τεχνικώτατα δεσμά, και ουδέ μέλος κανένα να κινήσουν εδύνονταν, ή ολίγο να σηκώσουν• κ' ένοιωσαν τότε ότι φυγής κανείς δεν ήταν τρόπος, και ο ζαβοπόδης ο θεόςολίγο ήλθε σιμά τους, 300 επειδή οπίσω εγύρισε πριν εις την Λήμνο φθάση• ότι σκοπός του εφύλαγεν ο Ήλιος και του το 'πε. με την καρδιά περίλυπη πλησίασετο δώμα, 'ς τα πρόθυρα εσταμάτησε, και άγρια χολή τον πήρε, και φρικτήν έσυρε βοήτους αθανάτους όλους• 305 «Δία πατέρα, μάκαρες θεοί, 'που πάντοτ' είσθε, ελάτ', έργ' αξιογέλαστα και αβάστακτα να ιδήτε, με, τον χωλόν, πώς του Διός η κόρ', η Αφροδίτη, καταφρονεί και αγάπησε τον ανδροφόνον Άρη, ότ' είναι ωραίος, και γερόςτα πόδια, κ' εγώ είμαι 310 εκ γενετής αστερέωτος• και εις τούτο ποιος μου πταίει παρά και οι δύο μου γονείς, να μη 'χαν με γεννήσει. αλλά θα ιδήτε πώς αυτοί κοιμούνται αγκαλιασμένοι• κυττάζω εγώ και οδύρομαι 'που η κλίνη μου επατήθη. παρόμοιο πλάγιασμα, θαρρώ, δεν θα ζητήσουν πλέον, 315 μ' όσον και αν έχουν έρωτα, ουδέ για ολίγην ώρα. αλλ' απ' τα επίβουλα δεσμά δεν θα λυθούν εκείνοι, πριν λάβω απ' τον πατέρα της οπίσ' όλα τα δώρα, όσα 'χω για την άσεμνη την κόρη παραδώσει. καλ' είναι η θυγατέρα του, αλλά δεν έχει γνώσι». 320

Το νερό αυτό διαβαίνει, 195 Κι' η στεριά σαν πρώτα μένει Σταματάτε, αφηκραστήτε, Μην αντέστε, και χαθήτε. Οχ κι εσύ όλο να γκρινιάζης, Όλο θέλεις να μας σκιάζης· 200 Έχε υγιά, της λεν, θα πάμε· Άλλα λόγια δε γρηκάμε. Το ποτάμι τους αφίνουν, Δίχως άλλο να προσμείνουν Κι' όσο εδύνονταν τρεχάτα Προς τους κάμπους κόφτουν στράτα. 205 Τα μωρά! δε συλλογιούνται. Τα νερά αρχινάν τραβιούνται.