United States or India ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΠΑΡΑΜΑΝΑ Έλα, μη με περιπαίζης· το 'ξεύρω ότι δεν είναι με ρω· ας ήναι. — Λοιπόν σου λέγει εκείνη κάτι φαρσεο- λογίαις διά τ' όνομά σου και το ρόδον, οπού κάτι έδι- δες να ταις ακούσης. ΡΩΜΑΙΟΣ Χαιρέτα μου την, παραμάνα. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Καλά, καλά·Πέτρε! ΠΕΤΡΟΣ Παρών. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Πήγαινε εμπρός. Σάλευε! Ο κήπος του Καπουλέτου.

Για δες, ως και φαεί μου τοιμάσανε για το δρόμο. Και τι να της πω της γριάς! Νά τηνα! τάρχισε κιόλας το κλάμα! Ας κάνω πως χαίρουμαι τώρα εγώ, να την παρηγορήσω. Έννοια σου, μάννα, και σε πέντε χρόνια θα μ' έχης. Θα παντρέψουμε τη Φροσύνη, άλλα πέντε χρόνια ξενιτειά, και τότες πια με στεφανώνεις και μένα. . . . Μέπνιξαν, μέπνιξαν τα φιλιά της.

Μα εκεί στη μέση ο Έχτορας τους είδε, κι' αλυχτώντας τους πέφτει απάνου· κι' έτρεχαν οι λόχοι του κατόπι. Και σαν τον είδε, τρόμαξε ο φοβερός Διομήδης, 345 και του Δυσσέα τούπε εφτύς που στέκουνταν κοντά του «Να, δες τον, πάλι πλάκωσε ο σκύλος να μας πνίξει· Μον στάσου εδώ μ' απόφαση κι' εγώ σ' τον συγυρίζω

Άσε το κύμα να μας σέρνη κι ας μη ρωτούμε πού μας φέρνει· η θάλασσα δες πώς αφρίζει σαν κάμπος που μ' ανθούς γεμίζει.

Μα κάλλιο δες παραμέσα! Και πες μου, πώς θα βρίσκαμε τόπο να καθίσουμε, αν δεν μπορούσαμε και μυίγες να γίνουμε στην ανάγκη! Όσο για τις φωνές, καλά που δεν τις ακούμε με τα καθημερινά μας ταυτιά! Κόπιασε τώρα εσύ, που μου λιμπίζουσουν πολιτικά το πρωί, να τακούσης και να τα χορτάσης. Κόπιασε να το νοιώσης πως πολιτικά πάει να πη ποιος να πρωταρπάξη.

Και νέο κύμα ακολουθά κι όλο η βοή πληθαίνει κι όλο αγριώτερη βογκά και ξανασπά η ριπή· μα ωσάν η ορμή της έξαφνα να πέφτη κουρασμένη, απλώνεται, μια ολόβαθη λίγες στιγμές σιωπή. Και δες: ένα κελάδημα πουλιών ακούεται τώρα και στην πηγή πώς σιγαλά σταλάζει το νερό, και καθώς λάμπει φωτεινή, θερμή του Αυγούστου η ώρα, κι η πεταλούδα ολόλευκο σαλεύει το φτερό.

Δε φέβγω εγώ όχι, τ' όπλο σου στη ράχη δε μου μπήγεις, Μον ίσα εδώ θα σου ρηχτώ, και τρύπα μου τα στήθια αν σ' τόταξε ο θεός. Μα δες να μου γλυτώσεις πρώτα 285 απ' το χαλκό μου, που αχ! στο κριάς να σου χωνέψει μέσα! Ας πας εσύ, και τότες πια σου δείχνω εγώ αν νικούνε οι Τρώες μου· τι η πιο βαριά κατάρα εσύ τους είσαι

Εγώ το μαθαίνω και στο δρόμο το μάθημα. Φρρρκι απ' όξω τόμαθα. . . . Για δες την τη μαριόλα στο παράθυρο πάλι! Αχ, θα με πεθάνη αυτή. Της τόταξε, μικρούλα μου, η μάννα μου της μάννας σου σα γεννήθηκες, μα και να μη σου τόταζε, πάλι θα σέπαιρνα. Αγάπη μου, πότε θα ξενιτευτώ να κάμω σερμαγιά και να γυρίσω με τα χρυσά νυφικά σου; Φεύγεις εσύ τώρα!

Και οι άντρες τι σου λένε, θεέ μου. Δες τόρα. Με τι πόζα, με τι χάρη κάθουνται όλοι στις καρέκλες. Όλοι σχεδόν κρατούν στα χέρια τους απόνα κομβολόγι και τρικ, και τρακ και λιγόνουν τα ματάκια τους που με κοιτάζουν. Χα... χα., χα...! Δύο τρεις μάλιστα είνε και γκαντέ σήμερα.

Για δες πόσο βαθειά, ίδια σπαθιά, του σέρνεται στη ράχη η γραμμή! ΓΥΝΑΙΚΑ. Να μετανοιώση γίνεται την τελευταία πια στιγμή; ΑΓΙΟΣ ΔΗΜ. Κανένα άρωμα δεν φέρνει τόσο βαθειά την ταραχή στων ανθρώπων την ψυχή, όσο το χώμα έπειτ' από φθινοπωρινή βροχή. 3ος ΘΕΣΣΑΛ. Μέσα στον τάφο ξετυλίγονται φρικτές σαπήλας οπτασίες. . . Έπαρχε κάνε του χάρι, Ήτανε ο Δημήτριος της πόλις το καμάρι.