Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025
Πέφτει του Λάμπρου το ραβδί π' ακούμπαε το πλευρό του, Της Χρύσως έπεφτε η ποδιά, τα χέρια χαρβαλώναν Κι' άθελα βρέσκαν κι' άγγιζαν του πιστικού τα χέρια. Έτρεμε σαν την καλαμιά κι' ανάγερνε τα μάτια Πλημμυρισμένα από καϊμό και φλογερά απ' αγάπη, Κι' όπως κοχλάζει απ' άνεμον η φουσκωμένη λίμνη Έτσ' ανεβοκατέβαιναν οι αμαλαγοί της κόρφοι.
Αγάπα με σα μια μικρή σου κόρη, σα μια φίλη σου, που δεν απαιτεί άλλο τίποτε παρά να είναι στο πλευρό σου, όσο της έχει ο θεός να ζήση, κ' έπειτα να πεθάνη και να κοιμηθή με γαλήνη, λησμονημένη απ' όλους τους άλλους, όξω από σε. Γιατί εσύ δεν πρέπει να με λησμονήσης κι αυτή είναι η μόνη «αθάνατη ζωή» που λαχταρώ. «Ένα όμως πιθυμώ κάποτε.
Παρακαλώ σε, Κύριε μου, και προσκυνώ σε, Θε μου, Του ξένου δος του ξενιτειά, κι αρρώστια μην του δίνεις, Τι η αρρώστια θέλει στρώματα, θέλει προσκεφαλάδια, Θέλει μαννούλα στο πλευρό, γυναίκα στο κεφάλι, Θέλει κι' αρσενικό παιδί κρύο νερό να φέρνη. 'Γώ το είδα με τα μάτια μου σ' έναν απεθαμένον· τον πήγαν και τον έθαψαν σαν το σκυλλί στο λάκκο, Δίχως θυμιάμα και κερί, δίχως παπά και ψάλτη
Κι ως τόσο μύριους και μύριους ζωντανοθαμμένους να ονειρεύεσαι, αρίθμητους πλακωμένους και να βογκούνε, πάλε δε θα σου παρασταίνουν το βογκητό της καρδιάς μου. Αχ Κωσταντάκη μου, Κωσταντάκη! Έφυγες, και πια δε θα ξανάρθης στη μάννα σου. Έρμη την αφήκες και δίχως παιδί στο πλευρό της. Τρέλλα, τρέλλα με πιάνει! Ας έρθη κι ας με πάρ' η τρέλλα στα τετράνοιχτά της φτερά, κι ας με σύρη στανάθεμα!
Γύριζε από τόνα πλευρό, ξαναγύριζε από τάλλο, και διώξε, αν μπορής, τα χίλια φαντάσματα που τριγυρίζουν το νου σου σε τέτοια νύχτα! Ένα μονάχο από τα φαντάσματα εκείνα, της Λενιώς μου ο πόνος, έσωνε να μου τον κλέψη τον ύπνο. Ως το πρώτο λάλημα τυραννιούμουνα με τους μικρούς μου τους πόνους.
Απομάκρυνε από με τη μάταιη παρηγοριά. Επίβλεψε τους ύπνους μου για να μη τον ονειρευτώ. Σβύσε, Κύριε, της ευτυχίες που είχα στο πλευρό του. Σκότισε μέσα στο πνεύμα μου τα ηλιοβασιλέμματα που κυττάξαμε μαζί μ' εκείνον· μάρανε τη θάλασσα των σπαρτών που μου είχε δείξει· αφάνισε από μπρος μου ό,τι αυτός είχεν αγαπήσει — τοπεία, μορφές, πολιτισμούς.
Ξεκίνα εσύ να κάνεις το καθήκον σου κι έπειτα εκείνη θα κάνει το δικό της…» «Τι μπορώ να κάνω, τι περνάει από το χέρι μου; Πιστεύεις ότι εμείς κανονίζουμε τη μοίρα μας; Θυμήσου τι λέγαμε εκεί κάτω, στο κτηματάκι∙ το θυμάσαι; Κι εσύ, εσύ ο ίδιος κανόνισες τη μοίρα σου;» Έσκυψε και ο Έφις κι έμειναν έτσι, κοντά κοντά, τόσο που ο ένας ένοιωθε τη ζεστασιά από το πλευρό του άλλου.
Να κ' η Κλεισούρα η 'ξακουστή 'ς τα πόδια μου προστά μου Βλέπω απ' απάνω, απ' την κορφή, τον τρίσβαθο βυθό της, Κι' ανατριχιάζω ολάκερος, λυγώνεται η καρδιά μου. Παρέκει ένα 'ρημόκλησο φαίνεται 'ς το πλευρό της, Θαμμένο μέσ' τα χώματα και καταχαλασμένο. Ποιος ξέρει ποιος το χάλασε, ποιο χέρι αφωρισμένο!
Δαμισκί σπαθί κρέμονταν με χρυσά λουριά από τη ζώνη του κατά το ζέρβιο πλευρό και πίσω από το γόνατό του κρύβονταν το κρανένιο απελατίκι του. Κι' απάνου 'ς όλ' αυτά, η λαμπράδα των ομματιών του και του κορμιού του η λεβεντιά έδειχναν ότ' ήτον 'ς την καρδιά δράκος τούτος και λιοντάρι 'ς τη δύναμη. Αρχοντιά κι ωμορφιά και στόλος 'ς το ανάστημα του όλο.
Μάταια οι άλλοι Μαθητές τον διαβεβαίωναν «Είδαμε τον Κύριο». Ευτυχώς για μας, αν και λιγότερο ευτυχώς για κείνον, διακήρυξε με έμφαση, ότι τίποτα δεν θα τον έπειθε, παρά μόνο αν έβαζε το δάκτυλό του στα σημάδια των καρφιών και τα χέρια του στο πλευρό Του. Μια βδομάδα πέρασε και οι πιστά καταγεγραμμένες αμφιβολίες του ανήσυχου Αποστόλου έμειναν ανικανοποίητες.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν