Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025


— Τ' είναι! είπε, τίποτα. Ξύπνησες; — Μου φάνηκε πως κάτι είπες . . . πως μ' εφώναξες, μέσ' τον ύπνο μου. — Εγώ; . . . όχι. Ταυτιά σου κάμανε. — Τι ώρα να είναι, μάνα; — Τι ώρα; ξέρω 'γώ; . . . Τόσες φορές λάλησε και ξαναλάλησε τ' ορνίθι. — Και συ δεν εκοιμήθης, μάνα; — Εχόρτασα τον ύπνο καλά . . . Τρύπησε το πλευρό μου, είπεν η Φραγκογιαννού, ήτις δεν είχε κλείσει όμμα. Όπου είναι θα φέξη.

Ο Κατζαντώνης πώδειχνε με κρυφοπερηφάνιατα κόκκαλά του το σφυρί... Ο Δίπλαςτο πλευρό του. Ο Αλέξης ο Καλόγερος, οι Κατζικογιανναίοι, Αχώριστοιτο σκοτωμό, 'ς το μνήμ' αδερφωμένοι. Της Λάμιας ο σταυραητός πλακόνει ο Χρήστος Γρίβας. Σε φλογισμένο σύγνεφο διαβαίνει θρονιασμένος Εμπρόςτο Διάκο ο Σαμουήλ, της Κιάφας ο προφήτης.

Βογγάει άγρια στο πλευρό του το θυμωμένο ρέμμα γιομάτο αφρούς και φοβέρα, κρέμονται απανουθιό του οι κοκκινόβραχοι του γκρεμού σαν ατίναχτ' αστροπελέκια, γύρου το περιζώνουν λίγ' αγριοπρίναρα οπ' αρματώνουν τον τραχιόν εκείνο ριζό και κάτου απλώνεται ολάνοιχτος ο παχιός και καρπερός κάμπος ως την Πάργα κι ως την Παραμυθιά πέρα.

Βογγάει άγρια στο πλευρό του το θυμωμένο ρέμμα γιομάτο αφρούς και φοβέρα, κρέμονται απανουθιό του οι κοκκινόβραχοι του γκρεμού σαν ατίναχτ' αστροπελέκια, γύρου το περιζώνουν λίγ' αγριοπρίναρα οπ' αρματώνουν τον τραχιόν εκείνο ριζό και κάτου απλώνεται ολάνοιχτος ο παχιός και καρπερός κάμπος ως την Πάργα κι ως την Παραμυθιά πέρα. Ο Λάμπρος Ζάρμπας ήτον σαράντα ως σαρανταδυό χρονών άντρας.

Για ιδές θερίστραις, πιστικαίς, ολημερίς γυρνάνε 'Στά ρέμματα, 'ςταίς λαγκαδιαίς, 'ςτούς κάμπους και 'ςτά πλάια Με τον καλό τους 'ςτό πλευρό και με μικρά 'ςτά χέρια. Κ' εγώ, κλεισμένη μοναχή 'ψηλά 'ςτά κορφοβούνια, Τα λερωμένα του σκουτιά 'μπεζέρισα να πλένω.

Και η γρηά η βασίλισσα, που είχε τα μεγαλύτερα μαργαριτάρια που βρίσκονται στη γη, το λάτρευε περισσότερο απ' τους θησαυρούς της και νανουρίζοντάς το σαν ήτανε μικρό στην κούνια τη χρυσή του, άπλωνε στο κορμάκι του τα μαργαριτάρια της και τούλεγε: «Σα μεγαλώσης με το καλό και πάρης την κορώνα του πατέρα σου και πάρης και βασιλοπούλα όμορφη γυναίκα στο πλευρό σου, δικά σου είναι τα πλούτη κ' οι θησαυροί μου, και τούτα τα μαργαριτάρια, που δε βρίσκονται παρόμοια στη γη, θαστράψουν πάλι σε χαρές και ξεφαντώματα στον άσπρο το λαιμό της νέας βασίλισσας». Κι' άπλωνε τα μαργαριτάρια στο κορμάκι του και το νανούριζε γλυκά.

Ή ξέχασες πως έχω το λάζο μαζί μου. Τα εχρειάσθηκεν ο καπετάν Στραπάτσος· μου έρριξε τη γούμενα. Πιάνω από μακριά και θηλυκόνω καλά τον κορμό. Έπειτα πηγαίνω στο άλλο πλευρό και αρχίζω πάλι με τον λοστό τις ρίζες. Εκείνο δος του κ' εγλαυκόπαιζε τα μάτια του σαν να ήθελε να με μαγνητίση.

« Ήλθε καιρός να πάρωμε «'Σ την πλάτη το τουφέκι, » Και γιαταγάνιτο πλευρό, » Πιστόλιατο σελιάχι, » Και 'ςτά ποδάρια μας φτερά... » Πού ξέρουμε τι θάχη » Η μαύρη μοίρα μας γραφτά, » Ποιος 'ξέρει πού μας πλέκει

Δεν τα ξέχασ' ακόμα τα λόγια του τότες που χήρεψα κ' έμεινα με δύο ορφανά στο πλευρό μου. Μα του λόγου σου, αφεντικό, παπάς, τέτοιο παλικάρι! Στεφ. Ίσια ίσια παλικάρια χρειάζεται κι ο Θεός, καλέ μου Κεριάκο. Πάω να δώσω στο Θεό τη ζωή μου, και να το πης και στους δικούς μου σα μεταγυρίσης, να ξέρουν πού είμαι. Γλήγορα θα με ξαναδούν. Αλλοίμονο, και γλήγορα θα με χρειαστούν.

Γύριζα πρόβατο χαμένο πριν και στην ασέλγεια παραδομένο είχα το σώμα μου, σ' επιθυμίες, σε οινοφλυγίες, πότους και ειδωλολατρείες αθέμιτες· μα τώρα τα έχω ανοιγμένα τα μάτια, γιατί ο Αντίχριστος, ίδιο λιοντάρι πεινασμένο μουγκρίζει, έτοιμος το στόμα του ν' ανοίξη κορμιά ανθρώπων να ρουφήξη. Θέλω στο πλευρό μου άντρα μου κάθε νύχτα να σε νοιώθω.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν