Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Ιουνίου 2025
ΠΥΘΙΑ Τη μάννα που σ' εγέννησε, πάρε τ' αυτά και βρέσ' τη. ΙΩΝ Και στην Ασία θα διαβώ και στην Ευρώπην όλη. ΠΥΘΙΑ Εσύ μονάχος θα τη βρης. Σ' ανέθρεψα, παιδί μου, ακούοντας εις το θεό, και σου τα δίνω τούτα που ηθέλησα να πάρω εγώ, χωρίς να με προστάξης, και να σε σώσω• το γιατί δεν θα το ειπώ σε σένα.
Πια ανάγκη, και πια χρεία, Έτζι αδιάντροπα κι' αχρεία Σε στενεύει να χουγιάζης, Κι' όλους μας να μας πειράζης; Δεν τηράς πως φορτωμένος Μετ' εσάς εγώ ο καϋμένος, Τι τραβώ και δοκιμάζω, Και παράπονο δε βγάζω; Πάρε καν παράδειμμά σου Οχ την ίδια συντροφιά σου, Που παράνω τυραγνιούνται, Και καθόλου δε γρηκιούνται.
Κράζει τον γιο του μονάκριβο βλαστό, παρακαλεί και λέγει του με σβυσμένη φωνή, με θολωμένα μάτια: — Καλέ μου και χρυσέ μου έλα και πάρε τα. Ντύσου χλαμύδα το σιδεροπουκάμισο· βάλε το Στέμμα στεφάνι αγκαθερό· κράτει το Σκήπτρο κεντρί του έθνους σου, δέσποζε και κυβέρνα. Κυβέρνα σαν πατέρας και σαν βασιλιάς. Το βασιλόπουλο πεισματικά του απαντά: — Πατέρα σε ονομάζω και βασιλιά σε προσκυνώ.
Πάρε τώρα την κόρην σου και πήγαινε• είναι καλλίτερον εις τους ανθρώπους να έχουν πτωχόν αλλά τίμιον γαμβρόν και φίλον παρά πλούσιον και κακόν. Συ δεν αξίζεις τίποτε. ΧΟΡΟΣ Από μικράν αφορμήν μεγάλην φιλονεικίαν γεννά η γλώσσα των ανθρώπων. Διά τούτο και οι φρόνιμοι άνθρωποι προσέχουν να μην έλθουν εις φιλονεικίαν με τους φίλους των.
Πάρε αυτό το δαχτυλίδι. Είναι ένα σύνθημα μεταξύ εμένα και κείνης. Όταν θα φθάσης στον τόπο της, κατάφερε να περάσης μέσα στην Αυλή, ως έμπορος. Παρουσίασε της μεταξωτά, κάνε ώστε να ιδή το δαχτυλίδι. Αμέσως εκείνη θα βρη τρόπο για να σου μιλήση κρυφά. Τότε πες της ότι η καρδιά μου τη χαιρετά. Ότι μονάχα αυτή μπορεί να μου κάνη καλό. Πες της ότι, αν δεν έρθη πεθαίνω.
Οι μεταξοσκώληκες, που εκαθάρισες συ, τόσο περίφημα κουκούλια έπλεξαν, ώστε, όταν έβγαλα το μετάξι, σε ενθυμήθηκα και ύφανα και για σένα ένα φόρεμα. Λάμπει περισσότερον από καθαρό χρυσάφι. Πάρε το καρύδι, αλλά πρόσεξε εις αυτό, το όποιον σου παραγγέλλω· δεν θα το ανοίξης, διά να ιδής το φόρεμα, παρά μόνον όταν φθάσης εις την θύραν της καλύβης σας.
ΑΔΜΗΤΟΣ Ω Μοίρα, τέτοια γυναίκα ευρέθηκες να μου στερήσης! ΑΛΚΗΣΤΙΣ Νοιώθω τα μάτια να βαραίνουνε• το βλέμμα μου θολώνει. ΑΔΜΗΤΟΣ Εχάθηκα, αν μου φύγης συ, γυναίκα μου.... ΑΛΚΗΣΤΙΣ Και όμως πάρε το πια απόφασιν πως μ' έχασες.... ΑΔΜΗΤΟΣ Σηκώσου και λάβε θάρρος. Μην αφήνης μόνα τα παιδιά σου. ΑΛΚΗΣΤΙΣ Μήπως κ' εγώ το ήθελα; Χαίρετε τώρα. ΑΔΜΗΤΟΣ Ιδέ τα, κύτταξε πως σε βλέπουνε.
Πάρε κι από του Μιχάλη κανέναν, κι ανεβάστε το λείψανο στου αδερφού του. Έπειτα πιο τρανόφωνα και με στοχαζούμενο ήθος. — Και, παιδιά, μη πολύ σούσουρο, γιατί πόλεμος στ' ανοιχτά δε συφέρνει τώρα. Έτσι μας μηνούν κι από τα Σφακιά κι από τους Λάκκους. Παρά να πάτε και να συμμαζέψτε τα γυναικόπαιδα, κ' ύστερα συλλογιούμαστε. Τον άκουσαν κ' έτρεξαν καμπόσοι να κοιτάξουν τα σπιτικά τους.
Ο Λευθέρης ήτον πολύ καλλίτερα. Εγύρισε όλο το δρόμο με τα πόδια. Η όψι του εκαλλιτέρεψε πολύ. Είχε γυρίσει η όρεξί του, κ' έφαε κ' ήπιε καλά στο πανηγύρι. 'Σε λίγον καιρό έγεινε καλά, εδυνάμωσε, κ' έζησε κ' είνε τώρα ογδοντάρης, όπως τον βλέπεις. Το πρωί της άλλης ημέρας πηγαίνω στην Παναγήνα την γειτόνισσα. — Να, πάρε, κυρά Παναγήνα, τα δύο σβάντικά σου και δώσε μου τ' αμανάτι μου.
Κι' ο Παύλος της είπε: — Χάρισμά σου. Κ' όταν την βαρεθής, βγάλε τη χρυσή καρφίτσα απ' τα μαλλιά σου, τρύπησέ μου την καρδιά και πάρε τη ζωή μου, να μην τη χαρή άλλος στον κόσμο. Η Παυλίνα γέλασε από χαρά για το νέο του χάρισμα και τον φίλησε στα μάτια. Έπειτα σήκωσε το μικρό της χεράκι στα μαλλιά της και δοκίμασε κρυφά με το δάκτυλο της τη μύτη της χρυσής καρφίτσας, για να ιδή αν τρυπάη καλά.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν