Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025


Αφτός με το σοφό του νου τους μίλησε έτσι κι' είπε «Γιε του Πηλέα, ας θες εγώ, του Δία αγαπημένε, να πω τ' Απόλλου το θυμό, του προφυλάχτη αφέντη, 75 καλά, στον λέω· όμως και συ ορκίσου μου και τάξε να με βοηθήσης πρόθυμα με λόγο και κοντάρι. Κάποιος θαρρώ θα πειραχτεί που τους Αργίτες όλους τους ξεπερνάει σε δύναμη κι' ο λόγος του αγρικιέται.

Από τη στιγμή που χτύπησε η θύρα, και πήγα ν' ανοίξω, δέκα χρόνια μεγάλωσα. Τι κάνω δε νοιώθω. Τι συλλογιέμαι δεν ξέρω. Είνε δεν είνε τρεις ώρες που τονέ βασάνιζε κρύφιος πόνος το νου μου για το φτωχό το παλικάρι που μου πρωτοείπε της αγάπης τα λόγια, κι άξαφνα πέφτει μια μπόρα, καινούριες έννοιες και παραζάλες, που τον έπνιξαν εκείνον τον πόνο σαν πεταλούδα.

Μα εκεί π' αφτά λογάριαζε στο νου του, να! κοντά του προφταίνει η κόρη του Διός που στέκει και του κάνει «Γιε του λιοντόψυχου Τυδιά, καιρός πια να τραβήξεις κατά τα πλοία, μήπως πας κυνηγημένος κιόλας, 510 αν άλλοςπου μπορείθεός σηκώσει και τους Τρώες

Αμαρτία μάλιστα μου φαινότανε, να πονή ακόμα το έθνος από τέτοια φοβερή συφορά και μεις να το νανουρίζουμε με τραγούδια, αντίς να μελετούμε το τι πρέπει και τι δεν πρέπει να γίνη για να μην ξανακυλήση σε παρόμοια ταπείνωση· αμαρτία να παίζουμε με τη φαντασία, αντίς να δουλεύουμε με το νου. Σα να μην το ψυχολόγησα και πολύ καλά θα μου πης, αυτό.

Έρχεται ο Τρύφος να θερμάνη το παγωμένο του κορμί, τον κουρασμένο νου του να δροσίση, μες την αφράτη αγκάλη της καλής του της πεντάμορφης. Τρώει, πίνει, καλοθερμαίνεται μαζί της. Πλαγιάζει μαγικά μες την ουράνια αγκάλη της και ξημερώνεται στο λόγκο πάλι το ταχύ. Και τρέχει ονειρεφτή και αδάκρυτη τρέχει η ζωή.

Όμως γιατί των Τρώων να κάνουν πόλεμο έπρεπε οι Δαναοί; Πια ανάγκη τόσο λαό τ' Ατρέα ο γιος να μάσει, κι' εδωπέρα να φέρει; ή όχι απ' αφορμή της λυγερής Ελένης; Τι, μόνοι τις γυναίκες τους τις αγαπούν στον κόσμο 340 τ' Ατρέα οι γιοί; Όπιος έχει νου και γνώση, τη δική του τη θέλει και την αγαπάει, καθώς αφτή κι' ατός μου μ' όλη αγαπούσα την καρδιά κιας τήνε πήρα σκλάβα.

Θα σε λυπηθή που τον πήρες για άνθρωπο, κι όχι μεγάλο νου. Δε θα καταδεχτή να θυμώση μαζί σου. Θα συλλογιστή και θα πη, τι να προσμένη από έθνος με τέτοιους κουτούς σαν και λόγου σου, που φαντάζουνται πως πρέπει ένας Μεγάλος Νους να δουλεύη! Θ' απορέση που δεν έχεις τόση γνώση που να νοιώθης πως το Μεγάλο το Κεφάλι ανάγκη να δουλεύη δεν έχει.

ΞΟΥΘΟΣ Δόσε μου να φιλήσω το χέρι σου, και το κορμί στην αγκαλιά να σφίξω. Είσαι καλά, ή χάλασε κάποιος θεός το νου σου; ΞΟΥΘΟΣ Είμαι τρελλός; που εύρηκα και θέλω να φιλήσω ό,τι αγαπούσα πειό πολύ; Στάσου, μήπως εγγίζοντας το ιερό στεφάνι το σπάσης. Θέλω μοναχά να σ' αγκαλιάσω, κι όχι να σου το πάρω• εύρηκα εκείνο που αγαπούσα. Μ' αφίνεις, ή το τόξο μου θα πάρω, να τρυπήσω τα στήθια σου.

Μήστητί μου Κύριε! Δεν παίρνεις κανένα κοριτσάκι να σου βοηθάη στη χοντρή δουλειά, αφού δεν έχεις την υγειά σου ; Εσείς τον τρόπο σας τον έχετε. Ναν’ καλά ο άντρας σου! Δυό νοματέοι είσαστε. Από παιδιά κι από σκυλλιά έτσι κ’ έτσι δεν έχεις φόβο. Αυτό να το βγάλης απ’ το νου σου.

Και τούτο με βασάνιζε, ενώ από το άλλο μέρος τα λόγια της αντηχούσαν ακόμα σταυτιά μου. Ξαναέφερνα στο νου μου όλη τη ζωή, που έζησα με την Έλσα, ό,τι μπορούσα να θυμηθώ κι ό,τι μπορούσε να έχη κάποιο σύνδεσμο μ' αυτή. Κι όταν δεν μπορούσα πια να θυμηθώ άλλο τίποτε, ζητούσα μέσα στο στοχασμό μου εκείνο που μου είταν αδύνατο να βρω.

Λέξη Της Ημέρας

λογαριαστήκαμε

Άλλοι Ψάχνουν