Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025
Αλλά συ δεν τα ειξεύρεις αυτά, κόρη μου. Στοιχηματίζω ότι αγνοείς και αν υπήρξε ποτε Σολομών. Τόσον καλλίτερον αγνόει, κόρη μου, αγνόει, επέφερε με αλλόκοτον μειδίαμα η μοναχή. Όσον πλειότερον αγνοείς, τόσον ευτυχεστέρα είσαι.
Η φλούδα μοναχή της Χωρίζει, ξεδιπλόνεται, και τότε με το χέρι, Το σιωπηλό το φάντασμα που στέκει επάνωθέ του, Τη σήκωσε, την έρριξε 'ς την πλάτη του σα ράσο, Κ' έμειν' εμπρός του ακίνητο... Τριγύρω 'ς το λαιμό του Χαράκι κόκκινο βαθύ, σαν νάθελε περάση Εκείθε η κόψη του σπαθιού... — Χριστός ανέστη, Διάκε!... Έλα μαζύ μου γρήγορα μη μας προλάβ' η μέρα.
Και στα ξεφωνητά μέσα ακούονταν και μερικές κατάρες για τη νύφη της, που εστάθη αιτία του σκοτωμού του, γιατί ο ναύτης είχε γυναίκα και παιδί, αγόρι οχτώ εννιά χρονών. Και, πράμμα παράξενο, δεν ήταν εκεί, την ώρα που έγεινε το κακό, ούτε η γυναίκα του, ούτε το παιδί του· ξένες γυναίκες εθρηνούσαν και από τους δικούς του η αδερφή του μονάχη.
Τα μέτρα είταν καθαυτό γνωστικά, είταν το νερό της βροχής. Μα ο απότομός του τρόπος, καθώς κι ο θυμός του εκείνος, καθώς θα δούμε, όρια δεν είχε, μοιάζανε μπόρα μονάχη. Κ' έτοιμοι πάντα οι Αυλικοί του ναποδεχτούν την ορμή της και να τηνέ χύσουνε σαν αγριεμένα ποτάμια μέσα στον κακόμοιρο το λαό. Είναι θλιβερά τα δυο μεγάλα δυστυχήματα που προξένησε ο ανοικονόμητος ο θυμός του.
Συχνά τον Ήλιο τώρα Όχι ο καϋμός του κυνηγιού, άλλος καϋμός τον φέρει 'Στού Απάνου-Κόσμου τα βουνά. Κάθε λαγκάδι τώρα Και κάθε δάσος που περνά δεν τα 'ρωτά για αγρίμια, Ρωτά για την αγάπη του, την μαυρομμάτα κόρη. Κι' όταν 'ςτόν τόπο της περνά και ροβολά 'ςτή βρύση Πάντα την βρίσκει μοναχή, και κάθεται σιμά της, Και πίνει από τα χέρια της το κρύο νερό της βρύσης. Πέρασαν μήνες, πέρασαν.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ Είπες ο κόσμος πίστεψε πως τον σκοτώσαν λησταί, και τώρα ο δούλος αν μας φανερώση πολλούς φονιάδες, τότ’ εγώ ο φονιάς δεν είμαι. Αν πη όμως πως καλόζωστος κάποιος διαβάτης τον σκότωσε, είναι φανερό πως εγώ θα ’μαι, που θα βαρύνη επάνω μου το μέγα κρίμα. ΙΟΚΑΣΤΗ Ξέρε όμως, πως τα λόγια του δεν θα γυρίση κι όσα είπε δεν θα τ’ αρνηθή. Αλλά μονάχη δεν είμ’ εγώ που τ’ άκουσα: η πόλις όλη.
Αυτός μήτε τη θεότητα του Χριστού καλά καλά δεν παραδέχουνταν, παρά τον ήθελε μια και μονάχη φύση. Καινούριες μάχητες το λοιπόν, καινούρια σκάνταλα πάλι.
Μας έχουν σαν σκυλιά τους Οι Τούρκ' ημάς τους Χριστιανούς για κάθε θέλημά τους, Και μοναχή φροντίδα τους είνε για να μας σβύσουν. Αυτοί, που Κλέφταις λέμ' εμείς, που διάλεξαν να ζήσουν. 'Στα κορφοβούνια, 'ς τα κλαριά, και 'ς τ' άγρια στενορρύμια Με τα θεριά, μ' αγρίμια· Αυτοί, οπού φωλιάζουνε σε τρίσβαθα λημέρια.
Και πάλε μ' ένα της χτύπο η καρδιά του τού γέννησε μια και μονάχη όρεξη, να χυμίξη ατός του, κι από το καρύδι δράχνοντάς την τη νύφη του τη Μιχάλαινα, να την πνίξη σαν όρνιθα, να γλυτώσουν από την ατιμία κι ο αδερφός του κι αυτός. Την αχάριστη τη σκύλα, τη δίγνωμη, τη διπρόσωπη, την κοκκινομαλλού. Ως και τα μαλλιά της από ξανθουλά τάβλεπε τώρα κόκκινα ο Δημήτρης.
Τον κυνηγά και η κακοτυχία. Δεν είνε μονάχη η κακομοιριά. — Μα δεν ξέρεις, κορίτσι μου, ότι όπου κακομοιριά, εκεί και κακοτυχία; . . .
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν