United States or Samoa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έλα, βουνίσια Μούσα μου, χωριατοπούλα Μούσα, Έλα να κλάψουμε κι' εμείς του Βασιληά την Κόρη. — Διωγμένη απ' τα παλάτια μου κι από τ' αρχοντικά μου, Όπου κι' αν 'δούν τα μάτια μου θα πάω να κατοικήσω, Ψηλάαπάτητα βουνά, κάτου σε κάμπους έρμους. Σύντροφο νάχω το θηριό, μίλημα τ' αγριοπούλι. Κι' ανέβαινε η βασίλισσα μοιρολογώντας τέτοια Ένα ψήλο βουνόκορφο.

Όταν εξηρχόμουν, ο λαός μ' επροσκύνα και μ' εθεώρει ως θεόν και έτρεχαν πατείς με πατώ σε διά να με δουν, άλλοι δε ανέβαιναν εις τις στέγες και εθεώρουν ως σπουδαίον κατόρθωμα να ίδουν από κοντά το αμάξι μου, τον μανδύαν μου τον βασιλικόν, το διάδημα και τους προπορευόμενους και ακολουθούντας δορυφόρους.

Ειδέ έλα, αν θες, δοκίμασε, για ναν να το δουν κι' εδώ όλοι... το μάβρο σου αίμα γλήγορα θα βάψει το κοντάρι

Έτσι είπε, και στης μάννας του σηκώνεται και βάζει 585 τα χέρια πλουμιστό καφκί, και της λαλεί διο λόγια «Κάνε, μαννούλα, απομονή, και μ' όλη σου την πίκρα, μήπως σε δουν τα μάτια μου, που σ' αγαπάω, στρωμένη στο ξύλο, και δε θα μπορώ να σε βοηθήσω τότες κι' ας λαχταρίζω. Σα βαρύ ν' αντιφερθείς του Δία.

Ω, ας μπορούσαμεν εμείς, κάτω από τον μαύρον Άδη κι' από τα νερά του Κωκυτού να πάρωμε εσένα και πίσω να σε φέρωμε! Γιατί εσύ μονάχα είχες την γενναιότητα απ' όλες της γυναίκες με την δική σου τη ζωή τον άντρα σου να σώσης. Είθε να πέση ελαφρό επάνω σου το χώμα. Και άν ποτε ο άντρας σου άλλην γυναίκα πάρη ούτε κανένας από 'μας ούτε και τα παιδιά σου θα έχουν μάτια να τον 'δουν.

Είπε, κι' ο κράχτης άκουσε του βασιλιά το λόγο, και παίρνει δρόμο, το τειχί τρεχάτα ακολουθώντας, έπειτα ομπρός στους Αίιδες πάει στέκει και τους κάνει «Αίιδες, των χαλκόφραχτων αρχόντοι Δαναώνε, ο γιος του θεογέννητου του Πετεού σας κράζει 355 να πάτε εκεί, και μια σταλιά στη μάχη να βοηθήστεμάλιστα αν γίνεται κι' οι διοκαλυτέρα κι' οι διο σας να πάτε, τι άσκημη θα δουν γλήγορα εκεί φουρτούνα, τι έτσι οι Λυκιώτες αρχηγοί τον έσφιξαν, που αιώνια μες στις σφαγές σα σίφουνας τα πάντα συνεπαίρνουν. 360 Μα αν κόρωσε κι' εδώ η δουλιά και πολεμάτε, ας έρθει και μόνος ο παλικαράς καν γιος του Τελαμώνα, κι' αντάμα ο Τέφκρος που καλά κατέχει από δοξάρια

Είπε, μα εκείνος έτρεχε και πιο με βιάση ακόμα και βάραε με το καμοτσί σα να μην άκουε τάχα. 430 Όση είναι δίσκου πέτρινου η πιο γνωστή αλαργάδα που ρήχνουν νιοι σα θέλουνε να δουν τη δύναμή τους, σαν τόσο πρόστρεξαν μπροστά· και τ' άλλατου Μενέλακάλτισαν πίσω, τι έκοψε τη φόρα τους ο ίδιος, μήπως τα ζα δρομίζοντα μες στο στενό τρακάρουν 435 κι' έρθουν τ' αμάξια ανάποδα, και γκρεμιστούν κι' οι διο τους στις σκόνες μέσα, ενώ ζητούν πιος πρώτος να περάσει.

Λες θέλαμε καλό να δουν οι Τρώες· μα οι δικοί μας καιρό θαρρώ το πάθος μας θα λεν και ξαναλένε. Μα έγιναν πια, ας τ' αφίσουμε και μ' όλη μας τη λύπη, 65 θέμε δε θέμε την καρδιά σωπώντας μες στα στήθια.

Και μπαίνει πριν αφτοί τον δουν... ζυγώνει... τ' αγκαλιάζει τα διο του ο γέρος γόνατα και του φιλάει τα χέρια, φριχτά αντροφάγα, που πολλούς τούχανε γιους σπαράξει, 479 κι' εκεί γονατιστός του λέει με περικάλια, μ' όρκους 485 «Γέρο όπως είμαι εγώ γονιό, θεόμορφε Αχιλέα, έχειςθυμήσουστη μπαστιά των έρμων γερατιώνε.

Μα τι, κι' εσάς δεν έχουν τα σπίτια κλάψες πούρθατε να με φροντίστε τάχα; 240 Για μ' αψηφάτε πια που να! με καταράστη ο Δίας κι' έχασα τέτιο γιο λαμπρό; Όμως κι' εσείς, ας είναι, χάθηκε εκείνος, κι' οι οχτροί θα δείτε αν θα σας ψήσουν... Μα εμένα πριν τα μάτια μου μου δουν αχ την πατρίδα να σβύνει να ρημάζεται, πριν στ' Άδη ας πάω τα βάθια245