Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025
Κι' ως στο πυργί σαν έφτασε κι' ως στων αντρών τον κύκλο, ρήχνει τα μάτια ... στέκεται... και βλέπει ομπρός στη χώρα που κατά γης τον έσερναν και που γοργά τα ζώα τόνε τραβούσαν ξέγνιαστα προς το καραβοστάσι. 465 Νύχτα τα μάτια σκοτεινή της σκέπασε, και πίσω σωριάστηκε, μες στο λαιμό τής πιάστηκε η ανάσα, κι' έρηξε αλάργα τη λαμπρή δεσιά οχ την κεφαλή της — στεφάνι και χρυσόχτενο κι' ωριοπλεμένο δίχτυ — κεφαλοδέτη πούλαβε απ' τη χρυσή Αφροδίτη, 470 τη μέρα νύφη ο Έχτορας π' από του Αητιού τον πύργο την πήρε αφού της χάρισε μύρια στολίδια πλούσια.
Παρατιμονιά τότε ο μηχανικός κ' ευρέθηκε πάλι το καΐκι στα νερά του. — Έλα Ραφαλιά, ετοιμάσου· λέγει του πατέρα σου στα σοβαρά. Σε φέρνω σε βλισίδι. Αν δεν βγάλης και τόρα το δίχτυ γεμάτο, καλά θα κάμης να ταχτής καλόγηρος. Μη ντροπιάζεις άδικα τ' όνομά σου. Εκείνη την ώρα επέρασε δίπλα και η μηχανή του Καλέμη με τον δικό μου.
Τι μπορούσε να κάνει η λύπηση της ντόνας Νοέμι ενάντια στο κακό που τον βασάνιζε; Το μόνο που κατάφερνε ήταν να του το μεγαλώνει. Πήγε λοιπόν στο καινούργιο του αφεντικό και το βρήκε σκαρφαλωμένο επάνω σε μια σκάλα να κλαδεύει την κληματαριά κάτω από το δίχτυ που σχημάτιζαν τα κλαδιά της ροδιάς, κεντημένο με χρυσά φυλλαράκια.
Παρέκει γέροντας ψαράς σε ριζολίθι απάνω σέρνει με βια το δίχτυ του, ένα μεγάλο δίχτυ, και μοιάζει και στη δύναμι με κουρασμένον άντρα. Λες και ψαρεύει μ' όλη του τη δύναμι στα χέρια· πρήσκονται γύρω ολόγυρα του σβέρκου του τα νεύρα και μοιάζει νιος στη δύναμι κι ας είνε κι ασπρομάλλης.
Αμέσως ο Σίμων πετάχτηκε και βοήθησε με τα δυνατά του χέρια να σύρουν το δίχτυ στην στεριά. Και Αυτός που όλοι γνώριζαν ότι ήτο ο Κύριος, αλλά του οποίου η φωνή και η όψη έκαναν τις καρδιές τους να σταθούν με σεβασμό γεμάτο δέος, έτσι ώστε να μην τολμούν να τον ρωτήσουν, τους είπε, «Ελάτε και φάτε» και τους μοίρασε το ψωμί και τα ψάρια. «Ναι, Κύριε μου, το ξέρεις ότι Σε αγαπώ».
Μια φωνή τους ρώτησε αν είχαν πιάσει τίποτα. «Όχι» ήταν η αποθαρρημένη απάντηση. «Ρίξτε τα δίχτυα σας στην δεξιά μεριά του σκάφους και θα βρείτε». Έριξαν το δίχτυ και αμέσως γέμισε τόσο με πληθώρα ψαριών, ώστε με δυσκολία το τράβηξαν.
Κοιτάζοντας αυτές τις πλεξούδες, μαννούλα, έλεγα να σου κόψω μια να σου την αφήσω, να θυμάσαι την Αρετή σου. Δέσπω. Της μάννας ο νους είναι δεμένος, παιδί μου, με τέτοιες πλεξούδες αριθμητές. Είνε μυριόκλωνο δίχτυ που τόχει η λαχτάρα πλεγμένο, από τη στιγμή που βυζάξη το πρωτογέννητό της ως την ώρα που την αναπάψη ο Χάρος.
— Τι να σου ειπώ, του απάντησε πικραμένος εκείνος· δεν μπορείς να φαντασθής το κακό μου. Διάργυρος γίνεται το σφουγγάρι μπροστά μου. Άσε τα λόγια του μηχανικού άσε και τη ζημία. Μα τώχω για προσβολή. Ακούς ο Γρίτης ψεσινό παιδί και να βγαίνη με το δίχτυ γεμάτο πάσα φορά. Και τι; όλο μελάτι. Κ' εγώ που γέρασα στην τέχνη να μη μπορώ να πιάσω εκατό δράμια!
Εύρε αυτούς, που είν' εδώ εις το χαρτί γραμμένοι, κ' ειπέ τους πως το σπίτι μου απόψε τους προσμένει, ΥΠΗΡΕΤΗΣ, παρατηρών τον κατάλογον. Εύρε, λέγει, αυτούς που είν' εδώ γραμμένοι! — Είναι γραμμένον ο 'ποδηματάς να βλέπη την πήχυν του, και ο ράπτης το καλαπόδι του, και ο ψαράς το κονδύλι του, και ο ζωγράφος το δίχτυ του. — Με θέλει να εύρω εκεί- νους που είν' εδώ γραμμένοι!
Ο γεωργός έτσι δεν χαίρεται που βλέπει πολύκαρπο το χωράφι του· δεν φαντάζεται τόσο απολαυστικά τα κέρδη του. Τόρα, συλλογίζεται, θα ψαρέψω για καλά. Όχι το δίχτυ μου μα και απόχη θα γεμίσω. Και αρχίζει το θέρισμα. Απάνω εκρεμόταν μαύρο σύγνεφο του καϊκιού η καρίνα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν