Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025


Τότε εθαύμασε για πρώτη φορά και τα μαλλιά της ότι ήτανε ξανθά και τα μάτια της ότι ήτανε μεγάλα σαν του βωδιού, και το πρόσωπό της πιο άσπρο αληθινά κι από το γάλα των γιδιών, σαν να πρωτοαπόκτησε τότε μάτια κι' όλο τον άλλο καιρό πριν ήτανε στραβός. Μήτε φαΐ έτρωγε πια παρά όσο για να το δοκιμάζη· και πιοτό, αν καμμιά φορά ένοιωθε ανάγκη, έπινε μόνο όσο για να βρέξη το στόμα του.

Σωκράτης Η καταγωγή τους, όσο ξέρω, είναι κάπου εκεί από τη Χίο, αλλά επήγαν και εγκατεστάθησαν εις τους Θουρίους· από εκεί εξορισμένοι, τριγυρίζουν πολλά χρόνια τώρα κατ' αυτά εδώ τα μέρη.

Εμείς πάντα σε καταπατούμε. — Όχι εμένα, διέκοψεν ο Μπάρμπα-Σταύρος, τον ελαιώνα μου. Ας είνε· δεν πειράζει. Αφήσανε τουλάχιστον της κουτσούραις τα γίδια; Ήτο και αστείος ο γέρων. — Ας είνε! εξηκολούθησεν. Όσο και αν φάνε τα πράμματα, θ' απομείνουν πάντα η ρίζαις. Και θα ξαναβλαστήσουν. Και εγέλασεν.

Βέβαια, όσο βασίλευε Αυτοκράτορας δυνατόγνωμος και μεγάλος, καθώς ο Κωσταντίνος, ο Θεοδόσιος, ο Ιουστινιανός και τόσοι άλλοι, δεν πολυπείραζαν αυτά τασιατικά τα συστήματα· μάλιστα κι ωφελούσαν, καθώς θα δούμε σε λίγο. Όταν όμως ανέβαινε ανόητος Αυτοκράτορας καθώς τώρα, γέμιζε το παλάτι ραδιούργους και τυραννάκους, κι απ' όλους τους ο μεγαλήτερος κι ο περιφημότερος στάθηκε ίσως ο Ευτρόπιος.

Ο Κυρ-Θανάσης ήξερε τα συστήματα της παπαδιάς, όσο κι' ο ίδιος ο παπάς, ετράβηξε σιγά-σιγά και ρουφηχτά το κρασάκι του, σηκώνοντας τα μάτια προς τον ουρανό, σαν τα πουλάκια που σηκώνουν το λαιμό τους να ευχαριστήσουν το Θεό, για το νεράκι που τους χαρίζει. Ύστερα ακούμπησαν με ησυχία τα ποτήρια τους απάνω στο τραπέζι. Η παπαδιά αναστέναξε από το διπλανό δωμάτιο.

Με διώξαν κοντά από τη Δεσποινίδα Κυνεγόνδη, πέρασα από ραβδισμούς και πρέπει τώρα να ζητιανεύω το ψωμί μου, όσο να μπορέσω να το κερδίζω. Όλ' αυτά δε μπορούσαν να συμβούν αλλιώς. — Φίλε μου, του είπεν ο ρήτορας και πιστεύεις πως ο Πάπας είναι ο Αντίχριστος. — Δεν τόχα ως τόρα ακούσει να το λένε, απάντησε ο Αγαθούλης· μα είτε είναι είτε δεν είναι, εγώ δεν έχω ψωμί!

Και σ' αυτό έχει δίκηο, γιατί η σημασία κάθε όμορφου πράγματος, που πλάστηκε, είναι τουλάχιστο τόσο στην ψυχή εκείνου που το παρατηρεί, όσο ήταν στην ψυχή εκείνου που τόπλασε.

Του κάκου, γύρισε να δούμε και του Μπραΐμη το χάλασμα. Στην άλλη την άκρη της Τάμπιας. Τέσσερεις τοίχοι, κουκουβάγιες γεμάτοι. Είταν όμως μια φορά σπίτι, κι όσο για τον Μπραΐμη, είταν κι αυτός Ρωμιός μια φορά! Πρέπει να τη μάθης την ιστορία του. Να σου τη δηγηθώ στο δρόμο, τώρα που θα κατέβουμε, να γυρίσουμε πίσω, στο μοναχικό το καλύβι.

Ο απόστρατος σέρνει την ημιπληγία του με βροντερά σπηρούνια προς το δημόσιον πάγκο. Στον παληό κήπο απαντήθηκαν οι δυο ερωτευμένοι και προσπεράσανεσαν να μην είχαν ποτέ γνωριστή. Το άλογο της ενέργειας κυλίστηκε στα βάθη μιας χαράδρας. Ο πονεμένος λησμόνησε. Απάνω στα συντρίμματα των πολιτισμών βηματίζουν οι αρχαιοφύλακες. Ω σιωπή! Ω λήθη! Απόψε, όσο ποτέ άλλη φορά, σας ακούω.

Αλλ' η πατρίδα, όσο γλυκειά κι' αν είναι, χωρίς μάννα, χωρίς πατέρα, χωρίς αδέρφια, χωρίς πρωτοξάδερφα, όπως είμουν εγώ έρημος, μου φαίνονταν μαύρη και σκοτεινή, κι' έτσι, ύστερα από τρία χρόνια, παντρεύτηκα την θυγατέρα του αφεντικού μ'... — Παναγιά μ'! Ζουρλάθηκες, παιδί μ'! Τ' είν' αυτά που μου λες; Ξεφώνησε απελπιστικά η κάκω η Μήτραινα.

Λέξη Της Ημέρας

βουλιάξω

Άλλοι Ψάχνουν