Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Τ' Άλτη είχε κόρη ο Πρίαμος — μα 'χε ένα πλήθος κι' άλλες — και διο μας έκανε, μα εσύ θα σφάξεις και τους διο μας. Στων πρώτων σκότωσες πεζών τη μέση το λεβέντη 90 Πολύδωρο, τρυπώντας τον με το βαρύ κοντάρι· χάρος κι' εμένα τώρα εδώ με βρίσκει, τι το ξέρω δε σου γλυτώνω αφού ο θεός στα χέρια σου με στέλνει.
Ω του Μαΐου τριανταφυλλάκι! αγαπημένη κόρη, αδελφούλα μου, γλυκύτατη Οφηλία! — Πώς το θέλει ο Θεός η φρένες μίας νέας θνηταίς να ήναι ως η ζωή του γέρου ανθρώπου; Τόσο λεπτή 'ναι η φύσις 'ς την αγάπην, ώστε 'ς ό,τι αγαπά στέλνει κατόπι κάποιο δείγμα πολύτιμο παρμένο από τον εαυτόν της. Έχε υγείαν, περιστέρι μου.
Σκληρός στέλνει στο μακελειό ― ο κακούργος! ― άλλους συγκεκριμένους ανθρώπους για τα δικά του ιδανικά, που τα νομίζει πιο σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ευτυχία των συγκεκριμένων ανθρώπων.
Μαυροφόρεσε ο κόσμος, πούλεγες και θανατικό πλάκωσε. Πήγε η δουλειά ως ταυτί του Πασά. Κι ο Δεσπότης με την προσταγή του Πασά γράφει του Εφημέριου και στέλνει Επίτροπο να γείνη κρίση και να βρεθή ο φταιξάρης.
Στο μεταξύ στέλνει ο Πέρσος κρυφά τους «Αθάνατους» κατά τα δεξιά του Βελισάριου. Άμα τους είδε ο Βελισάριος, μηνάει στους Ούνους της αριστερής πλευράς να τρέξουν και να βοηθήσουν τους δεξιούς Ούνους. Έστειλε και κάμποσους δικούς του εκεί. Χύμιξε λοιπόν ταριστερό φτερούγι του Πέρσου μαζί με τους «Αθάνατους» καταπάνω στα δεξά μας με μεγάλη ορμή. Σάστισαν οι δικοί μας στην αρχή κ' έφυγαν.
Και απάντησε ο πολύγνωμος 'ς εκείνον Οδυσσέας• «Αμφίνομε, μου φαίνεσαι με γνώσι προικισμένος• 125 και του πατρός σου την καλήν την φήμην έχω ακούσει, πως μέγας ήταν και αγαθός ο Νίσος Δουλιχέας. υιός εκείνου λέγεσαι και άνδρας καλός ομοιάζεις• όθεν και λόγον θα σου ειπώ, να τον φυλάξη ο νους σου. απ' όλα εκείν', όσα 'ς την γη κινούνται και αναπνέουν, 130 του ανθρώπ' ουτιδανώτερο κανένα η γη δεν τρέφει• όσο τα ήπατα κρατούν, κ' οι αθάνατοι ευτυχίαις του δίδουν, λέγει ότι ποτέ κακό δεν θα τον εύρη• αλλ' ότε οι μάκαρες θεοί και λυπηρά του δώσουν, τότε και αθέλητα η καρδιά πάλι βαστά κ' εκείνα. 135 ότι ταιριάζει των θνητών ο νους με την ημέρα, οποίαν στέλνει των θεών και ανθρώπων ο πατέρας. ότι κ' εγώ πανευτυχής θε να 'μουν εις τον κόσμον, αλλά πολλ' άνομ' έπραξα, 'ς την δύναμί μου αυθάδης, θαρρώντας 'ς τον πατέρα μου και 'ς τους αυτάδελφούς μου. 140 όθεν κανένας τ' άδικο ποτέ να μη θελήση, αλλά τα δώρ' ας χαίρεται σιγά των αθανάτων• ως βλέπω εδώ πόσ' άνομα τολμούν τούτ' οι μνηστήρες, και καταλύουν τα κτήματα και την γυναίκα υβρίζουν του ανδρός, 'που από τους ποθητούς μακράν και απ 'την πατρίδα, 145 θαρρώ, δεν θα μείνη πολύ• κ' εγγύς είν'. αλλά σένα θεός αν πάρη σπίτι σου, να μην τον αντικρύσης, την ώρα, οπού 'ς την ποθητήν πατρίδα εκείνος θα 'λθη. ότι, άμα εδώ 'ς το μέγαρο πατήση, δεν πιστεύω αναίμακτα να χωρισθούν εκείνος και οι μνηστήρες». 150
Παρέκει τον Τληπόλεμο, άντρα τρανό λεβέντη, και γιο του Ηρακλή, η σκληρή τον στέλνει μοίρα απάνου στο Σαρπηδό που με θεούς να μετρηθεί μπορούσε.
Άμα λοιπόν ο Δάφνης εκατάλαβε τα όνειρα των Νυμφών και τα έργα του Πάνα, λέει κι αυτός όσα είδε κι όσα άκουσε· κι ότι ενώ είχε σκοπό να πεθάνη έζησεν εξαιτίας τις Νύμφες. Κ' ύστερα τήνε στέλνει να φέρη το Δρύαντα και τα χρειαζούμενα για θυσία.
Το αφεντικό μου, ο ντον Πρέντου, αδιαφορεί γι’ αυτό το κομμάτι γης: έχει τόσα άλλα κτήματα. Το μεγάλο, στο Μπάντε Σάλικε, εκείνο μάλιστα, δίνει παραγωγή. Τα φρούτα από ’δω το αφεντικό μου τα στέλνει πεσκέσι στις ξαδέλφες του, τις κυράδες σας, εκείνες όμως μένουν πάντα κλεισμένες μέσα όπως ο σκαντζόχοιρος στ’ αγκάθια του.
Άλλη παγίδα ο βασιλιάς στο γυρισμό τού στήνει· στέλνει τα πιο καλύτερα του τόπου παλικάρια και τον παραμονέβουνε· μα πίσω πια δεν ήρθαν, τι τους θανάτωσε ο λαμπρός Βελλεροφόντης όλους. 190 Σαν είδε θρέμμα πια θεού πως είταν αντριωμένο, αφτού κοντά του τον κρατάει, του δίνει μια του κόρη, και τυχερά απ' του βασιλιά μισά του δίνει απ' όλα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν