Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Τον Ήλιο τότες η κυρά του Κρόνου κόρη, η Ήρα, τον στέλνει κάτου στ' Ωκιανού το ρέμα αθέλητά του 240 πίσω να πάει. Και βούτηξε ο Ήλιος, κι' οι Αργίτες τους χτύπους πια τους άσπλαχνους σκολνούν και τους πολέμους.
— Και δεν ξαναήρθε από τότε που «έδεσαν της πανδριές;» — Δεν ξανάρθε, παιδάκι μ'. — Και δεν της στέλνει γράμματα; — Κάποτε της έστελνε. Ύστερα έπαψε. Θαρρώ πως έχει καιρό να λάβη γράμμα. — Κι' αυτή τον καρτερεί ακόμα; — Τον καρτερεί. — Ως πότε; — Αχ, παιδάκι μ', μη μ' ερωτάς πολλά. Η 'πομονή πούχουμε ημείς η γυναίκες είνε μεγάλο πράμμα.
Μα ετούτος ο Κριτής αντίς να έλθη να τον γυρέψη διά να τον παιδεύση, του έκαμε μίαν μεγάλην προσκύνησιν και του λέγει με χαροποιόν πρόσωπον. Αυθέντη, το μετζίλι που εστάλθη εις την Κογέντα εγύρισε συντροφιασμένον με έναν οικιακόν του Μασούδ πατρός σου, ο οποίος σου στέλνει σαράντα καμήλια φορτωμένα από διάφορες πραγματείες.
Από τη χώρα έρχομαι που τόνομά μου φέρνει• είμαι η Παλλάς, και μ' έστειλεν ο Φοίβος ο Απόλλων. Δεν θέλει να φανερωθή στα μάτια τα δικά σας, μη τον κατηγορήσετε για όσα έχουν γίνη, και στέλνει εμένα να σας πω αυτά τα λόγια μόνο: αυτή με τον Απόλλωνα σ' εγέννησε πατέρα, τώρα στον Ξούθο σ' έδωκε, όχι πως γεννημένον σ' έχει αυτός, μα για να μπης σε τιμημένο σπίτι.
Ψυχομαχάει κι' ακόμα Κρατεί τ' αυτιά του τεντωτά... Ομέρπασα Βριόνη Σου στέλνει χαιρετίσματα του Διάκου το μιλλιόνι. — Μήτρε, τα μετωρίσματα, παλληκαριά δεν είναι, Όπου είν' ο χάρος Βασιλειάς... Διαμάντη!...Τον δερβίση. — Θανάση, ως τώρα τρεις φοραίς τον έβαλα 'ς το μάτι Και δε μου δείχνει μέτωπο. Θα να τον τρώγη το αίμα. — Νάτος... Εξεσκεπάστηκε... Φωτιά... Διαμάντη... ρίξε...
Το σακκάκι του λοστρόμου με τα παπούτσια του βουλευτή που κλαίγανε μισοτριμμένα και ξεθωριασμένα απάνω του, μου φαινότανε πως μου λέγαν: «Μην τον ξεσυνερίζεσαι τον άνθρωπο». — Μα γιατί, χριστιανέ μου, αν αγαπάς το Χριστό, γιατί; — Γιατί, λέει; φώναξε με μια ιερή αγανάκτησι. Στέλνει ο κόσμος τα κορίτσια του να βγάλουν το ψωμί τους και βγάζουν... τα μάτια τους. Τι είδανε τα μάτια μου εγώ το ξέρω.
Κινήσαν τα καράβια τα Ζαγοριανά, Κίνησε κι' ο καλός μου, πάη στην Ξενιτειά, Δώδεκα χρόνους χάνει χωρς απολογιά· Κι' απάν σ' αυτόν τον χρόνο στέλνει απολογιά Κι ένα χρυσό μαντήλι, μ' είκοσι φλωριά, Και στο μαντήλι μέσα μια πικρή γραφή: Κι' έλεγε του καλού μου η πικρή γραφή. — «Θες, κόρη μου, παντρέψου, θες καλόγρεψε! Τι εδώ πούμ' ο καημένος επαντρεύτηκα, Επήρα μια γυναίκα κόρη μάγισσας.
Κυττάχτε κει εκατό ιππότες από ψηλή γενειά έτοιμους να ορκισθούν στα λείψανα των Αγίων: ότι ο Βασιληάς Μάρκος στέλνει ειρήνη και αγάπη, και ότι το θέλημά του είναι να τιμήση την Ιζόλδη σαν αγαπημένη του νόμιμη γυναίκα. Και ότι όλοι οι άντρες της Κορνουάλλης θα την υπηρετήσουν σαν κυρία τους και σαν βασίλισσά τους!»
Και σήμερα πάλε μας έδωσε αφορμή, σε δημόσια μαθήματα, να μελετήσουμε της γλώσσας μας την ιστορία. Μην κοιτάζετε που με διάλεξε για τόσο μεγάλο έργο· με πήρε μόνο και μόνο για να δείξη στους άλλους Γραικούς την αιώνιά της αγάπη για την Ελλάδα και για τα ελληνικά γράμματα. Για τον ίδιο λόγο με στέλνει σε σας ο κ. Υπουργός της γενικής Παιδείας. Εμένα τίμησε· εσάς θέλησε να δοξάση.
Στέλνει λοιπόν τον Τίτυρο να φέρη το δικό του, αν και το σπίτι ήτανε μακριά δέκα στάδια. Κι ο Τίτυρος, αφού πέταξε το ρούχο του, έφυγε γυμνός τρέχοντας σαν ελαφάκι. Τότε ο Δάμωνας υποσχέθηκε να ειπή την ιστορία της Σύριγγας, που του την είχε μάθει ένας Σικελιώτης παίρνοντας για πλερωμή έναν τράγο κ' ένα σουραύλι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν