Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
Στη θέση μου θάκαμνες το ίδιο και συ και κάθε άλλος. Μη θυμώνης μαζί της· εκείνη δε φταίει. Μην την κατηγορής, μην τη λες άπιστη. Είσαι φίλος μου, γνωρίζεις το βάσανό μου και για τούτο την κατακρίνεις και δεν μπορείς να της το συχωρέσης. Αν την άκουγες, αν την έβλεπες, θάλλαζες γνώμη. Όχι! αδερφέ μου, πίστεψέ με, δε θάμνησκες, δε θα την τυραννούσες — και δε θα τυραννιούσουν ο ίδιος!
Δεν μου άρεσαν καθόλου τα σημάδια του. Είπα να σφαλήσουν καλά τ' αμπάρια και να καθήση άγρυπνος ο Κριτσέπης στο τιμόνι. Ίσα πλώρη ο φανός του Στρόμπολι. — Καλό πνίξιμο! ακούω πίσω μου στριγγιά φωνή. Σπασμοί μ' έπιασαν. Την εγνώριζα πολύ καλά την καταραμένη φωνή. Δεν ήταν άλλη παρά του Κάργα, του παιδικού μου φίλου και συντρόφου τόρα στη σκούνα μου.
Αχτίδα χαράς φώτισε το πρόσωπό του, πούχε κάνει η μελαγχολία σκοτεινό, αλλ' η αχτίδα εκείνη ισκιώθηκε κι' έσβυσε στη στιγμή, και το πρόσωπο του ξένου ντύθηκε την πρώτη σκυθρωπάδα.
— Μη σε στενοχωρεί που μώδωκες την καβάλα σου; Μου ξανάειπε. Εγώ δε μπόρεσα να κρατήσω έν' αλαφρό αναστέναγμα που γεννήθηκε μέσα μου από κάθε άλλο αίσθημα παρά από τη στενοχώρια, πώβαζε αυτή με το νου της. Όμως για να μη την αφήκω να μένη στη βλαβερή ιδέα της, της μίλησα χαμογελώντας πάλι: — Τώρα σ' έκαμα να μου μιλάς, δεν έχω ανάγκη να ξαναξεφουρνίζω ζωηρά λόγια, δεν το κατάλαβες;
Αυτά αφού είπαν εκείνες, εφύγανε μαζί με τη νύχτα· κι όταν ξημέρωσε σηκώθηκε ο Δάφνης πασίχαρος κ' έφερνε με δυνατά σφυρίγματα τα γίδια στη βοσκή· κι αφού εφίλησε τη Χλόη κ' επροσκύνησε τις Νύμφες, κατέβηκε στη θάλασσα, σαν νάθελε να πλυθή με θαλασσινό νερό· κι απάνω στον άμμο, κοντά στην ακρογιαλιά, περπατούσε ζητώντας τις τρεις χιλιάδες δραχμές.
Μπορείτε ακόμη να υπογράψετε χρεωστικά ομόλογα όχι ύποπτα σε διαφόρους δανειστάς, οι οποίοι θα δανείσουν τ' όνομά των στη γυναίκα σας και θα της δώσουν συγχρόνως ένα έγγραφον, το οποίον θα αναφέρη ότι τα χρέη αυτά είνε εικονικά. Μπορείτε επίσης, ενόσω ακόμα είσθε εν τη ζωή να της δώσετε μετρητά ή συναλλάγματα πληρωτέα εις τον κομιστήν. ΜΠΕΛΙΝΑ Αχ! Θεέ μου!
Ο πυρετός και η εξάντληση έκαναν τ’ αυτιά του να βουίζουν∙ σαν να άκουγε το μουρμούρισμα του ποταμού μέσα στη νύχτα και μακρινές φωνές και είχε μέσα στο κεφάλι του έναν κόσμο εντελώς δικό του όπου ζούσε αποτραβηγμένος από τον πραγματικό κόσμο. Δεν τον ενδιέφερε πια ο Τζατσίντο, ούτε η Γκριζέντα, ακόμη καλά καλά ούτε και οι κυράδες του.
Μα με τι χέρια και με τι ψυχή; Ετρομπάραμε καμμιά ώρα κ' έπειτα ένας — ένας τις αφήσαμε μάρμαρο κ' εξαπλωθήκαμε στο κατάστρωμα. Επλάκωσεν ως τόσο η νύχτα. Και τι νύχτα; χειρότερη και τρομερώτερη από τις άλλες. Μαυρίλα — πίσσα. Κόλαση σωστή. Ούτε άστρα στον ουρανό, ούτε φανός στη θάλασσα κανένας! Τα σημάδια της καλοσύνης έσβυσαν ένα με το άλλο.
Κ' εκείνη την ημέρα δεν ημπόρεσα να βασταχθώ, γιατί, δεν ηξεύρεις. Εδώ ήταν μια βάτος, κι' εδώ μι' αγριαγγινάρα. Κι' ο Τούρκος, που παράδερνε παραλαλώντας εις την μέση, εγύριζε στη βάτο, και της έκαμνε τεμενάδες, και την γλυκομιλούσε, και της έκαμνεν εργολαβία. Εγύριζε στην αγριαγγινάρα κ' έτριζε τα δόντια, κι' αγρίευε τα μάτια, κ' εσήκωνε με βρυσιαίς το χέρι του, να της κόψη το κεφάλι!
Αλλά μόλις αντίκρυσε το κρύο κύμα επισοπάτησε δισταχτική και ολότρεμη. Επλάκωσε τότε ο καπετάν Παλούμπας και άπλωσε τα χοντρόχερά του ν' αρπάξη τα χρυσά μαλλιά. Δεν επρόφτασε. Αντήχησε πάταγος κ' ετινάχθηκαν ξύλα και ανθρώποι στη θάλασσα, σαν να εξέσπασεν ηφαίστειο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν