Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025


Και αυτού 'ς τ' ανώγ' η φρόνιμη κείτονταν Πηνελόπη, χωρίς φαγί, χωρίς πιοτό, πολύ συλλογισμένη, αν ο υιός της ο καλός τον χάρο θα ξεφύγη, ή θα του πάρουν την ζωήν οι απόκοτοι μνηστήρες. 790 και όσα λεοντάρι μεριμνά, πολλώντην μέση ανθρώπων, φοβούμενο, 'που δολερόν τού 'συραν γύρω κύκλον, τόσα ενώ συλλογίζονταν, γλυκός την πήρεν ύπνος, κ' έπεσε, αποκοιμήθηκε, κ' οι αρμοί της ελυθήκαν.

Και λοιπόν, είπον, Μάσιγγα, ο πατήρ σου ταξειδεύει με το ίδιον ατμόπλοιον; Σαν να μου εφάνη, ότι τον είδα επάνω μ' ένα χονδρό σιγάρον εις το στόμα, μ' ένα σκουφάκι στο κεφάλι του. Και θα ήλθες βέβαια να τον αποχαιρετήσης. Oρίστε; — Όχι, είπεν η κόρη, ευτυχώς. Αναχωρώ κ' εγώ μαζί του, και μαζί με την μητέρα μου. Ήλθαν να με πάρουν. — Ω! αυτό είναι απροσδόκητος ευτυχία! είπον εγώ.

Μα εφτύς στον κάμπο πήγαινε και πες το αφτό του γιου σου· πες του οι θεοί πως χόλιασαν, κι' εγώ πιο πρώτα απ' όλους του τόχω αφτό παράπονο, που στα καράβια ακόμα βαστάει τον Έχτορα άθαφτο και δεν τον δίνει πίσω, 115 μήπως εμένα σεβαστεί και στρέξει ναν τον πάρουν.

Τηλέμαχε, δεν είναι πλειά καλό μακρυά να μένης 10 από το σπίτι, όπ' άφησες το βιο σου, κ' έχεις μέσα ανθρώπους τόσο υβριστικούς, μη μοιρασθούν και φάγουν όλο το βιο σου και σου 'βγη χαμένο το ταξείδι. ζήτησ' ευθύς τον μαχητή Μενέλαο να σε στείλη, όπωςτο σπίτι ακόμη ευρής την άψεγη μητέρα. 15 της λέγ' ήδη ο πατέρας της, της λέγουν οι αδελφοί της, να πάρη τον Ευρύμαχον, απ' όλους τους μνηστήραις εις τ' αντιπροίκια νίκησε καιτα περισσά δώρα. μην άβουλά σου θησαυρό σου πάρη αυτή μαζή της• ότι γνωρίζεις την ψυχή της γυνακός πώς είναι• 20 του ανδρός οπού την νυμφευθή το σπίτι αυτή θ' αυξήση, του πρώτου γάμου τα παιδιά και τον απεθαμένον γλυκόν της άνδρα λησμονεί, 'ς τον νου της δεν τους έχει. αλλ' άμα φθάσης φρόντισε να εμπιστευθής τα πάντα εις όποιαν απ' ταις δούλαις σου χρηστότερην συ κρίνης, 25 ως ότου νύμφην οι θεοί λαμπρήν σου φανερώσουν. και λόγον άλλον θα σου ειπώ και βάλε τοντον νου σου• καρτέρι σώχουν έτοιμον οι πρόκριτοι μνηστήρες, εις της Ιθάκης το στενό και της τραχείας Σάμου, όπως σου πάρουν την ζωή πριν φθάσηςτην πατρίδα• 30 δύσκολο το 'χω, και, θαρρώ, το χώμα θ' αγκαλιάση πολλούς μνηστήραις απ' αυτούς, οπού το βιο σου φθείρουν. αλλά μακράν απ' τα νησιά συ κράτει το καράβι, και νύκτ' ακόμη αρμένιζε• και πρύμον θα σου στείλη εκείνος από τους θεούς που σε φυλά και σώζει. 35 καιτης Ιθάκης άμα συ την πρώτην άκρη φθάσης, 'ς την πόλι τους συντρόφους σου προβόδα με το πλοίο• και πρώτ' απ' όλα συ θα πας να ευρής τον χοιροτρόφο, 'που επιστατεί τους χοίρους σου και σ' έχειτην καρδιά του. αυτού την νύκτα πέρασε, και στείλε τοντην πόλι, 40 την είδησι της φρόνιμης να φέρη Πηνελόπης, οπού της σώζεσ' άβλαπτος και από την Πύλον ήλθες».

Αυτούς λοιπόν ηύραν κ' έκαμαν πλάτες τους οι ΓερμανοΑυστριακοί για να διαδώσουν το εμπόριο τους και τα προϊόντα τους, και σύγκαιρα να μας αδυνατίσουν εμάς. Στην Α λ β α ν ί α κάθονται οι Αρβανίτες, συγγενικός μας λαός, που εχθρεύεται τους Σλάβους. Όμως κι αυτούς έχουνε φαρμακώσει οι Αυστριακοί εναντίο μας, και οι Ιταλοί το ίδιο, γιατί και οι δυο τους γυρεύουν να πάρουν την Αρβανιτιά.

Και τούτων πάλι τα παιδιά, σαν ο καιρός περάση, πόλεις κι' αυτά θα χτίσουνε στας νήσους των Κυκλάδων και γύρω στα παράλια, που δύναμι μεγάλη θα δίνουνε στη χώρα μου• θα φτιάσουν κατοικίες στης χώρες της αντικρυνές της δύο: της Ευρώπης και της Ασίας• το όνομα του Ίωνος θα πάρουν και Ίωνες θα λέγωνται και δοξασμένοι θάνε.

Ούτε ένας καν δεν είνε εις την Κύπρον έλλην νόθος, Αλλά όλους τους φλογίζει ένα αίσθημα και πόθος. Πώς λοιπόν την παραιτείτε, κύριοι μου, προς Θεού, Να την πάρουν οι εγγλέζοι με το ά σ τ ε ν τ ο ύ α ο ύ;

Η ντόνα Έστερ και η ντόνα Ρούθ είχαν αποδεχθεί την πρόσκληση του Ρέτορα να πάρουν μέρος στην επιτροπή μιας γιορτής και ο Τζατσίντο είχε πάει στην Ολιένα για ν’ αγοράσει κρασί για λογαριασμό του Μιλέζου. Μάλιστα, εκεί κατέληξε: να κάνει τον υπηρέτη ενός που ήταν πλανόδιος έμπορος.

Εγώ εβγήκα από την παραπόρτα, έγεινα ίσωμα κάτω εις την γη, και έτσι εβγήκα. Πώς δεν μ' επήραν οι καβαλλάρηδες διά λαγόν, να με ρίξουν κάτω με καμμιά σαγιττιά! — Διά λαγόν, δεν έχεις τα πόδιά του, είπεν ειλικρινώς ο Θευδάς. — Ας είνε, ειμπορούσαν να με πάρουν διά χελώναν. Ξέρεις αυτοί οι παληόφραγκοι τρώνε και ταις χελώναις. — Φράγκοι λοιπόν είνε αυτοί οι καβαλλαρέοι που σας πολιορκούν;

Εξαναγύρισαν την άλλην ημέραν και έκαμαν το ίδιον· και με τοιούτον τρόπον ακολούθησε κάθε ημέραν έως που έφθειραν όλους, έξω από εμένα και τον Σαέδ. Ημείς δεν αναμέναμεν άλλο, παρά την ιδίαν κατάστασιν των συντρόφων μας· και ακαρτερούσαμεν την ερχομένην ημέραν με μεγάλα παράπονα διά να πάρουν ένα από ημάς διά να μας αποτελειώσουν.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν